Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2008

RADIOACTIVITY


Ειδήσεις που μοιάζουν με Διαφημίσεις

Άλλοι επανέρχονται με πανικόβλητη μανία στον John Maynard Keynes, ακόμα και στον Κάρολο Μαρξ. Πολύ ωραία. Αλλά η χρεία κουρταλεί τις θύρες αγρίως, η καθημερινότητα πάσχει, η γη τρέμει, ο ζόφος δίνει το παρών. Λαχταράει ο κόσμος για μια νότα αισιοδοξίας, για μιαν ανάσα ανακούφισης. Χαμογελούν οι ηγεμόνες, αλλά το χαμόγελο αποκαλύπτει σάπιες οδοντοστοιχίες. Κάποια αλάνια, κάποιοι ωραίοι Γαβριάδες, τα μια ζωή χαμίνια, φοράνε τις τραγιάσκες πάλι και κυνηγάνε, με γιούχες και πετροβολήματα τη γριά γκλαμουριά. Μες στην αρτιφανή, αλλόκοτη φτώχεια της σήμερον, ο όντως πλούτος καπνίζει άφιλτρα τσιγάρα, τραγουδάει ρεμπέτικα και blues, διαβάζει Τσαρλς Μπουκόφσκι και Χουάν Πέδρο Γκουτιέρες.

Είκοσι χρόνια από τότε που ο μεγάλος ποιητής Τάσος Λειβαδίτης έφυγε για τα λιβάδια τ’ ουρανού. Χτες βράδυ, στην παλιά Αγορά της Κυψέλης, που σήμερα λειτουργεί ως πολιτιστική όαση, απολαύσαμε μια ωραία εκδήλωση στη μνήμη του. Ο Γιώργος Δουατζής, φίλος του Λειβαδίτη, έχει πλάσει το Απάνθισμα, μια επιλογή από το έργο του ποιητή, για τις εκδόσεις Κέδρος. Γράφει ο Λειβαδίτης: «Οι εραστές είναι ακριβά, ένδοξα κύπελλα, όπου ο ένας πίνει τον άλλον». «Οι εραστές δε βλέπουν, μόνο αγγίζονται/ μα οι ρόγες των δαχτύλων τους είναι τα ίδια πελώρια,/ τα πάντοτε έκπληκτα, μάτια του Θεού». Και: «Επάγγελμά μου: το ακατόρθωτο».

«Εποχές όπου τα στήθη γέμιζαν όνειρα, οι δρόμοι κόσμο που διεκδικούσε. Η φιλία ήταν πολύτιμο αγαθό, η ζήλια άκομψη, τα λεφτά κακόγουστα και επικίνδυνα, οι νύχτες λευκές και τα πρωινά άγνωστη ζώνη. Ο έρωτας λουλούδι του κήπου. Αν άπλωνες το χέρι, το έκοβες και ήταν δικό σου». Λόγια της Μελίνας Καρακώστα, από το βιβλίο της, το τόσο πολύτιμο για μας σήμερα, Ναι, είναι αλήθεια, ένα βιβλίο καμωμένο όχι μονάχα από λέξεις αλλά και από νότες. Μελίνα Καρακώστα, Παρίσι 1959 – Αθήνα 2007. Μελίνα Καρακώστα, θυγατέρα της Ζωρζ Σαρρή, μουσικός, συγγραφέας, Μια πελώρια καρδιά. Ένα πολύπτυχο ταλέντο. Απόψε, στον Ιανό, στο βιβλιοπωλείο της Οδού Σταδίου, τιμάμε τη Μελίνα. Απόψε, στον Ιανό, στις 9, θα πω δυο λόγια για τη Μελίνα, και ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Χρήστος Θηβαίος, ο Κώστας Θωμαϊδης, ο Γιάννης Κούτρας, ο Σόλης Μπαρκή, ο Γιώργος Αρνής, το συγκρότημα ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ κι ο Θωμάς Σλιώμης θα τιμήσουν τη Μελίνα με τις μουσικές και τα τραγούδια τους।

Κανάλι 1, Πειραιάς. Ακούμε την έγκυρη ενημέρωση από τον Μπουρσινό τον Νίκο, από τον Βασίλη τον Σκουρή και τον Γρηγόρη Τζιοβάρα, πιάνουμε τις ηλεκτρικές κιθάρες και βαράμε ρυθμικά τα πιατίνια με τη Ροκ Ζώνη του Δημήτρη Αντωνόπουλου, του Τάσου Πάλλα, και του Νίκου Ξανθάκη, ταξιδεύουμε μεθυστικά στην Ιταλία και τη Γαλλία με τον Βασίλη Σταυρόπουλο, και λατρεύουμε την Ιβηρική όπως την εκθειάζει ποιητικά και μουσικά ο Γιάννης Τριάντης, αισθανόμαστε πιο καλλιεργημένοι και αξιοπρεπείς ακούγοντας τους Πολίτες Κέιν, ήτοι τον Γιάννη Πολυμενέα και τον Γιάννη Καλολόγο, θυμόμαστε αγαπημένα ελληνικά άσματα μέσω της Ελένης Γιαννοπούλου και του Αντώνη Μποσκοϊτη, και τόσα άλλα. Κανάλι 1, λοιπόν, από τον Πειραιά, στους 90,4.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ



Προσφυγή στη Λογική

Μιλάμε διαρκώς και ακαταπαύστως τον τελευταίο καιρό για την άγρια οικονομική κρίση που μαστίζει τον κόσμο. Και κάνουμε καλά. Και αγωνιούμε βλέποντας κολοσσούς να καταρρέουν. Και βρισκόμαστε, για μιαν ακόμα φορά, στην ιστορία της ανθρωπότητας, αντιμέτωποι με τον παραλογισμό και με το αδιέξοδο. Τα αυτονόητά μας μοιάζουν να απειλούνται αδυσώπητα από τις λεπίδες ενός γιγάντιου μίξερ, σαν τα έρμα τα χρυσόψαρα που ένας υποτίθεται καλλιτέχνης θεώρησε σκόπιμο να τοποθετήσει μέσα σε ηλεκτρικά μπλέντερ γεμάτα νερό, καλώντας τους επισκέπτες της (ας την πούμε) έκθεσης-εγκατάστασής του σε κάποια γκαλερί, να πατήσουν το κουμπί και να τα κατατεμαχίσουν. Όταν σύμπασες οι βεβαιότητές μας, έστω κάποιες βασικές αρχές σχετικά με το τι σημαίνει πολιτική, οικονομία, τέχνη, καθημερινή ζωή κλονίζονται, όταν οι κραδασμοί είναι ανησυχητικοί στο έπακρο, καλό είναι να κατεβάζουμε ταχύτητα, να σταθούμε μια στιγμή, ν’ αφουγκραστούμε τι συμβαίνει στα πέριξ, να προσφύγουμε και πάλι στη λογική, που φαίνεται ότι εξορίζεται ολοένα και πιο μακριά μας.
Καιρό τώρα θέλω να μιλήσω για έναν αποτρόπαιο δήθεν καλλιτέχνη που θέλει, τάχατες, να σοκάρει το σύμπαν προβαίνοντας σε ολοένα και πιο μακάβρια εγχειρήματα. Καιρό τώρα προσπαθώ να σκεφτώ, ψύχραιμα και λογικά, τι σόι τέχνη, με άφθονα εισαγωγικά, διακονεί ο εν λόγω τύπος, ονόματι Μάρκο Εβαρίστι, γεννημένος στη Χιλή το 1963 και εγκατεστημένος στη Δανία από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Καιρό τώρα θέλω να επιχειρήσω συσχετίσω την κρίση στην πολιτική και στην οικονομία με την κρίση στα γράμματα και τις τέχνες. Με μια φράση: όταν φτάνουμε στο σημείο να μένουμε απαθείς απέναντι στον κανιβαλισμό και στη διάλυση στο καλλιτεχνικό πεδίο, τείνουμε να μένουμε απαθείς και σε όλα τα φριχτά που συμβαίνουν και στην πολιτική και οικονομική σφαίρα. Τείνουμε να χάνουμε ό,τι συνθέτει και συνέχει τον ανθρώπινο πυρήνα μας, ήτοι το να δρούμε «με λογισμό και μ’ όνειρο», όπως έλεγε ο Διονύσιος Σολωμός, το να ομνύουμε εμπράκτως «στο μεγάλο, στο ωραίο και στο αληθινό», όπως ήθελε ο Κωστής Παλαμάς, και τόσοι άλλοι.
Ας πω επί τροχάδην κάποια πράγματα που κάνει ο Εβαρίστι, κι ας προσπαθήσουμε, όπως και όσο μπορεί ο καθένας, να καταγγείλουμε τα καμώματά του. Φιλοτέχνησε ένα «έργο» αποτελούμενο από χρυσά περιττώματα και το τιτλοφόρησε «Είμαστε όλοι δημιουργοί στα μάτια του Θεού». Σέρβιρε σε φίλους του και έφαγε κι ο ίδιος κεφτεδάκια που ετοίμασε χρησιμοποιώντας λίπος που είχε αφαιρέσει από το κορμί του με λιποαναρρόφηση. Και, προσφάτως, έκλεισε συμφωνία με έναν θανατοποινίτη, τον Τζιν Χόθορν, ο οποίος είχε δολοφονήσει τον πατέρα του, τη μητριά του, και τον ετεροθαλή αδελφό του, να παγώσει το σώμα του, μετά την εκτέλεσή του, και να το μετατρέψει σε τροφή για ψάρια που οι επισκέπτες της έκθεσής του θα την παίρνουν και θα την πετάνε σ’ ένα ενυδρείο γεμάτο με χρυσόψαρα.
Όσο κι αν πασχίζει με εκ των υστέρων εξυπνάδες να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα καμώματά του, θαρρώ ότι ο Εβαρίστι δεν είναι παρά ένας ανθυποντέμιενχερστ, ένα θλιβερό υποπροϊόν της κρίσης που ταλανίζει τον κόσμο σε όλα τα επίπεδα πια. Αν συμβάλλει σε κάτι, κι αυτός και ο Ντέιμιαν Χερστ, και άλλοι αστέρες του σοκ, αλλά όχι και του δέους, είναι στο να μας ωθεί πάλι πίσω στη λησμονημένη λογική, στο να σπεύσουμε να επανεξετάσουμε τι σημαίνει νόημα της τέχνης και νόημα της ζωής. Ή μήπως είναι πια πολύ αργά;

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 29/10/08



Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2008

ΛΙΧΤΕΝΣΤΆΙΝ


Lichtenstein

Ρόι Λίχτενσταϊν

Ο Εύθυμος Σαμποτέρ


Το μεγάλο ενδιαφέρον στην Τέχνη, όπως άλλωστε και στη ζωή, το έχουν οι στιγμές της ανατροπής. Εκεί που όλα ρέουν με έναν ομαλό τρόπο, έρχεται κάποιος και αλλάζει άρδην τη ροή, αλλάζει το πώς βλέπουμε, ακούμε, ντυνόμαστε, αγαπάμε, ερωτευόμαστε, πενθούμε, ακόμα και το πώς τρώμε και πίνουμε. Συνήθως οι στιγμές της ανατροπής είναι βίαιες, είναι σκανδαλώδεις, ενίοτε ακόμα και αιματηρές. Αλλά πάντα είναι σωτήριες, λυτρωτικές. Γιατί πάντα ανοίγουν μάτια και δρόμους. Κάποιες ανατροπές γίνονται βελούδινα, καθώς λένε, σχεδόν ανεπαίσθητα, ευγενικά, εύθυμα. Μια χαραμάδα φως, μια ταπεινή ηλιαχτίδα, γίνεται βαθμιαία λαμπρός προβολέας. Πριν από μισόν αιώνα, το 1956, ένας μειλίχιος και ευειδής καλλιτέχνης φιλοτέχνησε ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων 14Χ28.6 εκατοστών. Ελάχιστοι έδωσαν σημασία σ’ αυτό το έργο, αλλά ήδη είχε συντελεστεί μια αλλαγή. Η κρυφή αρχή μιας αλλαγής. Κι εκείνη η σπίθα έμελλε μέσα σε μια πενταετία να γίνει μια φλόγα που δεν έπαψε ακόμη να καίει. Ο καλλιτέχνης άκουγε στο όνομα Ρόι Λίχτενσταϊν, και η φλόγα ονομάστηκε Pop Art.

Ο Ρόι Λίχτενσταϊν γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, στις 27 Οκτωβρίου του 1923. Τα παιδικά του χρόνια κύλησαν μέσα σε ένα σπιτικό χαρωπό, ανέφελο, αμέριμνο, θαλπερό, κάτι που επηρέασε καταλυτικά τη ματιά του στον κόσμο και στην τέχνη. Άρχισε να ζωγραφίζει από την εφηβεία του και, στην πρώτη του νιότη, έγινε λάτρης της τζαζ. Τακτικός θαμώνας του περιλάλητου Apollo Theatre και των ξακουστών πια μπαρ της 52ας Οδού όπου γεννιόταν το bebop, ο Ρόι εντυπωσιάστηκε από μορφές όπως ο Τσάρλι Πάρκερ, ο Ντίζι Γκιλέσπι και ο Μάιλς Ντέιβις, και φιλοτέχνησε φιλότιμα και με κέφι κάμποσα πορτρέτα των βιρτουόζων του πιάνου, του σαξόφωνου, και της τρομπέτας. Την ίδια εποχή σαγηνεύεται από το ρηξικέλευθο έργο του Πάμπλο Πικάσο, εμπνέεται από την προσωπικότητα του μεγάλου καινοτόμου και αποφασίζει να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Παρακολουθεί μαθήματα στην Art Students League, μαθαίνει να αντιμετωπίζει με κάποια ειρωνεία, πάντα κομψή και πνευματώδη πάντως, τον εξωτερικό κόσμο και να στρέφει τα νώτα στη μανία έκφρασης εσωτερικών, μύχιων διαθέσεων, κάτι που έγινε σήμα κατατεθέν της προσφοράς του στην τέχνη. Από νωρίς, ο Λίχτενσταϊν νοιάστηκε να αποτυπώσει, ενίοτε με τους τρόπους του ντοκιμαντέρ, σκηνές από τις λαϊκές συνοικίες της Νέας Υόρκης, στιγμιότυπα από γιορτές και καρναβάλια, από αγώνες πυγμαχίες, από εκδρομές αναψυχής και πικνίκ στις ακρογιαλιές. Οι φωτογραφίες του τον δείχνουν πάντα χαμογελαστό, με ένα βλέμμα που φανερώνει όμορφες διαθέσεις για ζαβολιές, δίψα για χωρατά, δεκτικότητα στις ανατροπές.

Μαθητεύοντας πλάι στον Hoyt L. Sherman, στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο, ο Λίχτενσταϊν άρχισε να εξοικειώνεται με πρωτότυπες μεθόδους απεικόνισης της περιβάλλουσας πραγματικότητας. Ο Sherman εμφύσησε στον Ρόι ένα μεγάλο ενδιαφέρον για την μνημοτεχνική, σε συνδυασμό με μιαν αγάπη για τη διαύγεια, τη σαφήνεια και την καθαρότητα. Τοποθετούσε διάφορα αντικείμενα σε έναν θεοσκότεινο χώρο, τα φώτιζε αστραπιαία, και καλούσε τους επίδοξους καλλιτέχνες να αποτυπώσουν αυτά τα φωτισμένα θραύσματα αντικειμενικής πραγματικότητας με τη μεγαλύτερη δυνατή πιστότητα. Επέμενε ότι το παν είναι αυτό που αποκαλούσε «αντιληπτική ενότητα», με άλλα λόγια η συνοχή του απεικονιστικού στιλ. Και αυτό ήταν σημαντικός οδοδείκτης για την πορεία του Λίχτενσταϊν, ιδίως αν σκεφτούμε ότι τότε μεσουρανούσε ο Αφηρημένος Εξπρεσιονισμός και η Action Painting, το εκρηκτικό συνονθύλευμα χρωμάτων και μορφών, ο κυκεώνας των εντάσεων που έφταναν σε συγκλονιστικά άκρα. Ο Ρόι αρχικώς ενέδωσε στον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό, και άργησε πολύ να βρει το προσωπικό του ύφος, αυτό που τον αναγόρευσε σε «πρωθιερέα της Pop Art». Εκείνο το εναρκτήριο δεκαδόλαρο του 1956 έμελλε να είναι όχι μονάχα προφητικό αλλά και αδιανόητα επικερδές. Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, το 1989, πωλήθηκε ο πίνακας «Torpedo… Los!» στην Γκαλερί Christie’s έναντι του αστρονομικού ποσού των 5,5 εκατομμυρίων δολαρίων, και ο Λίχτενσταϊν ήταν από τους τρεις καλλιτέχνες στην ιστορία που κατάφερε κάτι τέτοιο όντας εν ζωή!

Εκείνο το δεκαδόλαρο του πρόσφερε την ιδέα να φιλοτεχνήσει πίνακες που θα έμοιαζαν απλοϊκοί, ακόμα και ανόητοι, με χρώματα που δεν θα έδιναν την εντύπωση ότι δεν πρόκειται περί τέχνης, τουλάχιστον υψηλής. Ο Ρόι υιοθετεί, πάντα χαμογελώντας, μιαν αντιελιτίστικη στάση, την οποία και υπερασπίζεται εμπράκτως σε όλη τη σταδιοδρομία του. Απομακρύνεται από τους «μάτσο» κύκλους των σχεδόν μονίμως μεθυσμένων και καβγατζήδων αφηρημένων εξπρεσιονιστών, παντρεύεται, το 1949, την Ίζαμπελ Ουίλσον, μια ευφυή διευθύντρια αίθουσας τέχνης, και απολαμβάνει τις χαρές της πατρότητας. Οι δύο γιοι του στάθηκαν πηγή έμπνευσης, μιας και ο Ρόι αισθάνεται να τον ελκύουν τα λεγόμενα «χαρτάκια», οι χαρτονένιες εικόνες που βρίσκονταν κάτω από περιτύλιγμα της τσικλόφουσκας, καθώς και το στιλπνό σύμπαν των καρτούν και των κόμικς. Παράλληλα διδάσκει ζωγραφική σε διάφορα κολέγια και πανεπιστήμια, ενώ η Φήμη δεν φαίνεται να του χαμογελάει ιδιαίτερα.

Την αυγή της δεκαετίας του 1960 φαίνεται ότι τα πάντα κινούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Όλα γίνονται φαντασμαγορικά και γρήγορα. Ο Ρόι γίνεται μανιακός με τους χάρτινους ήρωες. Επενδύει στην πρωτοκαθεδρία της παιδικότητας, και η επένδυση αποδεικνύεται ευφυέστατη. Αρχίζει πια να ζωγραφίζει τον Ντόναλντ και τον Μίκυ, κάνοντας ένα είδος μεγεθυσμένης «ξεπατικωτούρας» από τα άλμπουμ των γιων του. Προσθέτει το εφέ των περίφημων κουκκίδων Benday, της μεθόδου φωτοσκίασης στα κόμικς και τα διαφημιστικά σχέδια που επινόησε ο ζωγράφος και εφευρέτης Μπέντζαμιν Ντέι (1838-1916). Οι κουκκίδες του Λίχτενσταϊν είναι επίσης μεγεθυσμένες, και προσδίδουν την επιζητούμενη παιδικότητα στα έργα του. Ο συγκαιρινός του, και λεγόμενος Πάπας της Pop, ο Άντι Γουόρχολ έμελλε να παραδεχτεί, με τρυφερότητα και αγάπη, πως, μολονότι και ο ίδιος ζωγράφιζε θέματα αλιευμένα από τα κόμικς, ο Ρόι τον πρόλαβε ως προς τη χρήση των κουκκίδων Benday, μια πρωτιά που χάρισε στον Λίχτενσταϊν την πελώρια φήμη του. Η γκαλερί του Λεό Καστέλι, με το γόητρο που την περιέβαλλε, ανέδειξε εν μία νυκτί τον Ρόι και συνέβαλλε στην καθιέρωση της Pop Art ως δυναμικού, και σε λίγο κυρίαρχου, ρεύματος στη ζωγραφική. Μακριά από τα σκάνδαλα, ο Λίχτενσταϊν λειτουργεί σαν ένα είδος ιού στην ιστορία της τέχνης, σαν ένα εύθυμο μπόλι ανατροπής αναγκαίο στους καιρούς των αναστατώσεων. Παίζει διαρκώς με τα όρια ανάμεσα στην τέχνη και την μη τέχνη, επιμένοντας να αντλεί τα θέματά του από τα κόμικς και τις διαφημίσεις καταναλωτικών προϊόντων. Το έργο του κρατάει ίσες αποστάσεις τόσο από την κατάφαση στην κοινωνία της κατανάλωσης όσο και στην κριτική και την άρνησή της. Και εκεί έγκειται η ειρωνεία του στιλ του. Ο Λίχτενσταϊν ούτε αποδέχεται ούτε καταδικάζει, αλλά απλώς, όπως διατεινόταν, έδειχνε το πράγμα ως είχε. Φροντίζοντας πάντα να εμμένει στην καθαρότητα και την ακρίβεια, εντέλει μας προσφέρει ένα έργο διαγνωστικό.

Τα αριστουργήματά του, το Eddie Diptych, το Drowning Girl, το As I opened Fire, όλα καμωμένα στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του 1960, δείχνουν πόσο ο Ρόι, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη, και ξέρουμε πια ότι τα χαμόγελα μπορούν κάλλιστα να είναι επικίνδυνα, επιδίωξε να στρέψει την προσοχή μας σε ό,τι θεωρούνταν έως τότε ανάξιο να απασχολήσει την τέχνη. Οι περισσότεροι κριτικοί σκανδαλίστηκαν με τις χρωματιστές ακρότητες του Ρόι, όπως και με αυτές του Άντι, ωστόσο η νοσταλγία της αθωότητας είχε τον τελευταίο λόγο, μια νοσταλγία που έκανε τους δύο καλλιτέχνες ξακουστούς και πάμπλουτους. Το τίποτε δεν είναι ιερό, τα πάντα επιτρέπονται, το παλιό σύνθημα όχι μονάχα των Ασσασίνων του Χασάν Ιμπν Σαμπάχ αλλά και των λετριστών του Γκι Ντεμπόρ, φτάνει με την Pop Art του Λίχτενσταϊν να αγγίζει μια κατάσταση αφοπλισμένης επικινδυνότητας, τρυφερού κυνισμού που δεν ενοχλεί κανέναν εκτός από τους εν γένει προσκολλημένους σε αρχές και στιλ που πάντα ξεπερνιούνται για να αντικατασταθούν με άλλα, τα οποία επίσης θα ξεπεραστούν με τη σειρά τους. Η έκρηξη με σιγαστήρα που προκάλεσε ο Λίχτενσταϊν μπόρεσε να μας θυμίσει πόσο παράλογες γίνονται ενίοτε οι άκαμπτες στρατεύσεις, είτε στην τέχνη είτε στη ζωή. «Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία», τραγουδούσε την ίδια εποχή ο Διονύσης Σαββόπουλος. Το έργο του Λίχτενσταϊν είναι ένα τραγούδι κατά της μελαγχολίας και κατά της πίκρας που αναπόδραστα φέρνουν οι αλλαγές.

Οι κοπέλες που δεν έπαυε ποτέ να ζωγραφίζει ο Ρόι είναι όλες τους πανέμορφες, είναι χάρτινα όνειρα, αλλόκοτα αδειανά αλλά επικίνδυνα σαγηνευτικά. Είναι τρωτές μέσα στην τελειότητά τους, καίτοι δισδιάστατες, απολύτως αβαθείς, θαρρείς απαλλαγμένες από κάθε ίχνος ψυχισμού, καταφέρνουν να μας θυμίζουν μια χαμένη αθωότητα, μιαν ουτοπική ενδεχομένως νοοτροπία στην οποία το σημαντικό δεν είναι το «γιατί;» των πραγμάτων και των γεγονότων και των καταστάσεων αλλά το «πώς;», μια νοοτροπία που δείχνει παγερά αλλά αβρότατα να αδιαφορεί για το λεγόμενο υπαρξιακό βάθος και εμμένει σε μιαν εξαίσια ολισθηρή επιφάνεια, σε ένα παγοδρόμιο των πράξεων και όχι των συναισθημάτων. Η τέχνη του Λίχτενσταϊν είναι ακριβώς το αντίθετο της κραυγής, του ουρλιαχτού, του γόου. Είναι τραγούδι, σφύριγμα μιας παλιάς γλυκιάς μελωδίας, υπενθύμιση του τι ήταν το παρελθόν, και αισιόδοξος, μες στον παραλογισμό του, οιωνός για ένα μέλλον περισσότερο ανέμελο, στην καθημερινή ζωή μας τουλάχιστον. Κι ακόμα, με τον τρόπο του, είναι μια άρνηση της υψηλής, λεγόμενης, αισθητικής, ένα κλείσιμο του ματιού σε όσα κατόρθωσαν, με πολύ θορυβώδη τρόπο, οι ντανταϊστές στην αυγή του 20ού αιώνα, δηλαδή στο να αρνηθούν το αιώνιο και να εκθειάσουν το εφήμερο, να κάνουν να λάμψει το τετριμμένο, το καθημερινό, το θεωρούμενο ασήμαντο.

Η επιτυχία του Ρόι τον κάνει σταρ, όπως και τον Άντι Γουόρχολ. Περιοδεύει και βραβεύεται σε κάθε γωνιά του πολιτισμένου κόσμου, από το Λος Άντζελες ίσαμε το Παρίσι και από Σικάγο ίσαμε την Οζάκα. Χωρίζει με την Ίζαμπελ, ερωτεύεται και παντρεύεται την περίκομψη καλλονή Ντόροθι Χέρτσκα, και χαμογελάει ολοένα και πιο πλατιά. Η τεχνοτροπία του εξελίσσεται διαρκώς αλλά, σε καμία περίπτωση, δεν βαθαίνει. Το κόμικς δίνουν τη σκυτάλη σε τοπία, εμπνευσμένα από κλασικούς ζωγράφους, και σε αναφορές ολοφάνερες σε έργα αγαπημένων του καλλιτεχνών. Ο Λίχτενσταϊν δείχνει πάντα μια εμβριθή γνώση όλης της ιστορίας της τέχνης, την οποία χρησιμοποιεί θαρρείς για να μετατρέψει το βαρύτιμο ξύλο της δρυός σε στιλπνή φορμάικα. Κάπου ελλοχεύει ο ψόγος ότι όλα αυτά δεν είναι παρά εξυπνακισμοί, κιτς, φτήνια, ανώδυνες χαριτωμενιές, αλλά ποιος μπορεί, μετά τη λαίλαπα των ιστορικών εμπροσθοφυλακών – του Νταντά, του Φουτουρισμού, του Υπερρεαλισμού – να προσδιορίσει με αδιαμφισβήτητη ακρίβεια τι είναι μείζον και τι έλασσον, τι είναι υψηλό και τι χαμηλό, τι είναι ποιοτικό και τι για τα σκουπίδια.

«Δεν υπάρχει βασιλική οδός για την ανακάλυψη της αλήθειας», υποστήριζε ορθά ο δικός μας Νικόλας Κάλας, υπέρμαχος της Pop Art. «Υπάρχει ο εμπειρικός δρόμος των γεγονότων. Εκτός από την αναζήτηση της αλήθειας και την επιδίωξη του καλού, υπάρχει και η ανακούφιση από την πλήξη ή το άγχος». Και η προσφορά του Ρόι Λίχτενσταϊν, και των καλύτερων συνοδοιπόρων του στα μονοπάτια της Pop Art, είναι ότι αντιπαραθέτει ανακουφιστικά την έκπληξη στην πλήξη, την αναψυχή στα άγχη και τα μπλεξίματα και τις διακυμάνσεις της ψυχής. Είναι σαν να επιμένει, σιγοσφυρίζοντας το «My Funny Valentine» παρέα με τον Τσετ Μπέικερ, ότι ο έρωτας είναι πανταχού παρών και ωραίος, ότι ο χορός των χρωμάτων είναι σωτήριος και δεν είναι προς ψόγον το να αντιμετωπίζουμε με χαρωπή αμεριμνησία τη ζωή που μας απομένει. Ορθά ο Λίχτενσταϊν χαρακτηρίστηκε ένας εύθυμος σαμποτέρ, δουλειά του οποίου ήταν να ανατρέψει την υπερβολική εσωτερικότητα στην οποία είχε οδηγηθεί η Τέχνη, και να κάνει ωραίους και πλήρεις κομψού χιούμορ υπαινιγμούς για το ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη της ζωγραφικής αλλά και όλης της νοοτροπίας μας απέναντί της. Δεν ήταν και λίγο.

Ο Ρόι Λίχτενσταϊν άφησε την τελευταία του πνοή στις 29 Σεπτεμβρίου του 1997. Αγάπησε και αγαπήθηκε πολύ. Εχθρούς δεν είχε. Μονάχα φίλους, ανάμεσα στους οποίους ήσαν μεγάλες μορφές του σύγχρονου πολιτισμού. Λάμπρυνε την Τέχνη προσφέροντάς της νοημοσύνη, όπως ο Μαρσέλ Ντυσάν, κομψή ειρωνεία, όπως ο Ερίκ Σατί, γλυκιά ευθυμία, όπως ο Ζακ Τατί. Κι ακόμα, φαίνεται ότι μπόρεσε να πείσει ακόμα και τους πιο σκληροπυρηνικούς ότι η ωραία ζωή και η ωραία τέχνη είναι αλληλένδετες!

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2008

HARMOLYPISBLUES






Όταν όλα κλονίζονται, εμμένουμε στα σταθερά πράγματα, στις σταθερές αξίες. Πέντε χρόνια μετά την κυκλοφορία του cult βιβλίου Harmolypi’s Blues (εκδ. Μεταίχμιο), ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης το γιορτάζει (τι άλλο μας έχει μείνε;) προσφέροντας δωρεάν 20 υπογεγραμμένα (επί τόπου) αντίτυπα, παίζοντας ωραίες μουσικές από αχανή δισκοθήκη του, και ταινίες του Guy Debord, του Jean-Luc Godard, και του Wim Wenders. Στο Barrio, Κεραμεικού 53, σήμερα, Κυριακή, 26 Δεκεμβρίου (χρόνια πολλά στις Δήμητρες και τους Δημήτρηδες!!!), από τις 6 το απόγευμα και έως αργάμιση και βάλε. Βλέπε και:






Χθες, στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών», Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, επεράσαμ’ όμορφα όμορφα όμορφα, με τον φίλο εικαστικό Πάνο Χαραλάμπους φανατικό του βινυλίου και δημιουργού του έργου «Phonopolis», συζητώντας για την Τέχνη και τη Μουσική, για τη Φιλία και την Αγάπη, για τους «ελαιοχρηματιστές» και τους «ψυχαναλουόμενους». Πάντα τέτοια!




Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2008

ΗΜΑΣΤΑΝ ΚΑΠΟΙΟΙ...








Chaque fois que quelqu’un n’a pas d’activité pratique nouvelle – et même pas de projet vraiment nouveau
Alors il aime parler de pseudo-philosophie et de métaphysique
[Billet de Guy Debord transmis a Constant pendant la conference de Munich, tenue dans l’arrière sale de l’auberge Herzogenstand (L’Etape ducale), Απρίλιος 1959]

Δεν καταδεχόμαστε να γράψουμε ό,τι δεν έχουμε ζήσει.

Ήμασταν κάποιοι… Nous étions quelques-uns…

Εν αγορά καγώ τέθραμμαι….Je suis de l’autre pays.


je l’ai beaucoup surprise en disant sincèrement que “rien ne m’a jamais intéressé en dehors d’une certaine pratique de la vie” (C’est précisément cela qui m’a retenu d’être artiste, au sens courant de la chose , et meme, j’espere, théoricien dans l’esthétique)

[από επιστολή του Debord στον Constant, 26/04/1959]

Nous allons vers la même vie… Φιλία είναι η Ισότητα των Φίλων.

Ήμασταν κάποιοι… Nous étions quelques-uns…

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008

ΠΑΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ





Αύριο, Σάββατο 25 Οκτωβρίου, στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών», από τις 11 το βράδυ και έως τη 1 μετά τα μεσάνυχτα, ο Μπαμπασάκης θα φιλοξενήσει, με χαρά και συγκίνηση, τον σημαντικό εικαστικό καλλιτέχνη Πάνο Χαραλάμπους. Θα παίξουν μουσική αντισφαίριση διαλέγοντας τραγούδια από βινύλια και δίσκους ακτίνας, θα συνομιλήσουν περί τέχνης, ποίησης, καπνού και καθημερινής ζωής, και ίσως το παρατείνουν, ανάλογα με τα κέφια, και έως τις 3, εισβάλλοντας έτσι και στην εκπομπή «Το Τζουκμπόξ του Μεσονυκτίου».

ΠΑΝΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Ο Π. Χαραλάμπους γεννήθηκε το 1956 στην Ακαρνανία. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ Αθηνών ( Εργαστήριο Ν. Κεσσανλή ). Ζει και εργάζεται στην Αθήνα
ΕΚΘΕΣΕΙΣ ( επιλογή )
2006-2007 «Voice-O-Graph», Batagianni Gallery, Aθήνα (ατομική).2006 « Αστικά Τοτέμ », σταθμός μετρό , Χαλάνδρι.« Το σκιάχτρο-the scarecrow », Ίδρυμα Ε. Αβέρωφ, Μέτσοβο. 2004 « Βreak - through » , ARCO, Μαδρίτη, Ισπανία.2003-2004 « Phonopolis », ΑRTIO Gallery , Αθήνα ( ατομική ). 2002-2003 « Οι Πρωτοπόροι », Συλλογή Λ. Μπέλτσιου, Μακεδονικό Μουσείο, Θεσσαλονίκη.2001 « Ψυχαγωγία Ι », ΑRTIO Gallery , Αθήνα ( ατομική ).« Διάλογος », Φεστιβάλ Μέριδας, Ισπανία. 1999-2000 « 1946 -2000 – como humo se va », ΑRTIO Gallery , Αθήνα (ατομική ).1998 « Ψυχαγωγία », ΑRTIO Gallery , Αθήνα ( ατομική ).FOKA Gallery, Θεσσαλονίκη ( ατομική ).1997 42eme Salon de Montrouge.1996 Art Köln , Γκαλερί Μickael Beck , Kολωνία , Γερμανία.1995-1996 « Ναύπακτος », Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης ′96, Tickon, Κοπεγχάγη , Δανία.1995 « ΙΧΘΥΣ », ΑRTIO Gallery , Αθήνα & Χώρος Τέχνης Χ ,Αθήνα (ατομική ).1993 « Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου - Η ελληνική εμπειρία », Εθνική Πινακοθήκη , Αθήνα.1992 « Ogrody », Πόζναν, Πολωνία.« Gagnes sur mer », Nίκαια, Γαλλία.« Concerning fishing », ΑRTIO Gallery , Αθήνα ( ατομική ).1991 Redman Gallery , Bερολίνο, Γερμανία ( ατομική ).« Kunst Europa – Εικαστικό Ευρωπαϊκό Τοπίο », Bερολίνο.« Τexture », Νine Arts Gallery, Aμβέρσα, Βέλγιο.« International Art Fair », Gallery M.Beck , Kολωνία , Γερμανία. « Lineart », Γάνδη , Βέλγιο.1990 ΑRTIO Gallery, Αθήνα ( ατομική ).« Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης ′90 », Γλασκόβη, Σκωτία.« Out of limits », Gallery Wielka 19, Πόζναν, Πολωνία. 1989 « Story of tobacco », Δέκα Νέοι Καλλιτέχνες σ’ ένα παλιό εργοστάσιο, Αντι-φεστιβάλ , Αθήνα. 1988 « Kαπνολόγιο - story of tobacco » , ΑRTIO Gallery, Αθήναn ( ατομική ).« Υπερ-προϊόν », Αθήνα. 1987 « 3η Μπιενάλε Νέων , Μεσογειακών Χωρών », Βαρκελώνη, Ισπανία.« Πανελλήνια Έκθεση Εικαστικών Τεχνών », Πειραιάς.1986 « 2η Μπιενάλε Νέων , Μεσογειακών Χωρών », Θεσσαλονίκη.« Εικαστική Δράση Ι & ΙΙ », Αθήνα.

ΕΣΠΡΕΣΟΤΡΑΦΙΚ





Ίκαρε,

Νέστορα,
σου απαντάω (με μπλε γράμματα όπως βλέπεις) σε κάθε σημείο της ηλεκτρονικής επιστολής σου, και σου απαντώ τόσο εν ονόματι των υπέροχων στιγμών που έχει γνωρίσει η φιλία μας όσο και γιατί σε θεωρώ άνθρωπο ξεχωριστό, ακόμα και πολύτιμο (τόσο για μένα όσο και για τους άλλους).

σήμερα με πίκρανες και με στενοχώρησες πολύ! πάρα πολύ! και με είχαν προειδοποιήσει για αυτό αλλά δεν άκουγα!
Φυσικά και ζητώ συγγνώμη για την πίκρα και τη στενοχώρια που σου προκάλεσα. Το ότι σε είχαν προειδοποιήσει (ποιοι άραγε;) και δεν τους άκουγες (ποιους άραγε;) σε τιμά. Κι εγώ, στη ζωή μου, ποτέ δεν έχω ακούσει τέτοιες προειδοποιήσεις, και μάλιστα σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις τέτοιων προειδοποιήσεων έσπευδα να τις κοινοποιήσω στον εκάστοτε φίλο εναντίον του οποίου με προειδοποιούσαν.

κι όλα αυτά έγιναν διότι πολύ απλά για ένα μικρό και ασήμαντο γεγονός δεν δέχτηκες να με ακούσεις -αυτό δεν περίμενα να το κάνεις σε μένα.
Το τι είναι μικρό και ασήμαντο γεγονός αποτελεί από καταβολής κόσμου περίπλοκο ζήτημα και άπειρες συζητήσεις έχουν διεξαχθεί επ' αυτού. Για μένα, όσο κι αν ακούγεται παράξενο και ιδιότροπο, ΔΕΝ είναι μικρό και ασήμαντο ζήτημα το να μου έχουν τάξει ένα μπουκάλι ουίσκι και να μην μου το προσφέρουν. Και δη, να το έχουν τάξει από την προηγούμενη εβδομάδα (μου είχες πει επί λέξει "Ο Κουρμουλής θέλει να βρεθούμε και να πιούμε και να τα πούμε", σου απάντησα με τη γνωστή μου προθυμία "Όποτε θέλετε, κανονίστε το", και συνεννοηθήκαμε να έρθω στην εκπομπή σας, όπου θα βάζατε το ουίσκι, σωστά;)

προπάντων να υψώνεις τον τόνο της φωνής σου, όπως σε έχω δει να κάνεις αμέτρητες φορές όλον αυτόν τον καιρό που σε ξέρω σε τόσους -δικαίως ή αδίκως, χωρίς να υπολογίζεις τον άλλον. έτσι έκανες σήμερα και με πρόσβαλες.
Το ότι υψώνω (ενίοτε) τον τόνο της φωνής μου είναι ένα από τα μεγάλα μου ελαττώματα, και το ξέρω. Είναι κάτι σαν τικ, κληροδοτημένο τόσο από τον στρατιωτικό πατέρα μου όσο και από τον Νίκο Καρούζο. Το "αμέτρητες φορές" είναι ίσως υπερβολή. Το "δικαίως ή αδίκως" είναι σωστό. Το "χωρίς να υπολογίζεις τον άλλον" είναι εν μέρει σωστό, αλλά και εν μέρει λάθος. Υπολογίζω και μάλιστα πολύ όσους λογαριάζω για φίλους μου. Και πιστεύω ότι είμαι συνεπέστατος απέναντί τους. Και λίαν δοτικός. Ενίοτε, και επιμένω στο "ενίοτε", παρεκτρέπομαι (όπως όλος ο κόσμος άλλωστε). Ωστόσο, και στις στιγμές της παρεκτροπής μου υπάρχει πάντα κατιτίς, μια κάποια αφορμή, ένα έστω απειροελάχιστο μόριο δικαίου. Δεν με τσιμπάει μύγα τσε-τσε. Αλλά με διαολίζει κάτι που έχει συμβεί.

λοιπόν, τρία πράγματα :

1. σήμερα με έκανες να αισθανθώ άσχημα που δεν σε υποδέχτηκα όπως θα ήθελες σε αντίθεση με σένα που έφερες δώρα, μουσικές, φαγητά και ποτά.. -προφανώς δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια. επίσης, δεν υπάρχει κατανόηση σε έναν φίλο που είχε το δικαίωμα μετά από 16 ώρες δουλειάς να μην το σκεφτεί.. τελικώς με κατάφερες να νιώσω άσχημα και σου πρότεινα να σε κεράσω ένα ποτό και εσύ τα έκανες μαντάρα.
1. Αισθάνθηκα, επίσης, άσχημα ακριβώς γιατί δεν είχα την υποδοχή που μου άρμοζε. Το ότι έφερα δώρα, μουσικές, φαγητά και ποτά το έκανα, και πάντα έτσι κάνω, δίχως να ζητώ ανταλλάγματα. Τη λέξη "ανιδιοτέλεια" όταν τη χρησιμοποιεί κάποιος για μένα πρέπει να πλένει καλά το στόμα του. Κατανόηση υπήρξε, εξ ου και πήρα τα πόδια μου και πήγα στην κάβα, για την οποία έσπευσες ψευδώς να μου πεις ότι ήταν κλειστή, και έφερα το Jameson. Σκέφτηκες άραγε αν είχα κι εγώ εργαστεί 10 και 16 ώρες, αλλά φρόντισα μολοντούτο να είμαι στην ώρα μου με ό,τι εγώ είχα τάξει (ήτοι φαγητό) και κάτι παραπάνω;

2. στο μπαρ δεχόμουν κήρυγμα για τη γενιά που δεν καταλαβαίνει και κοιτάζει την πάρτη της. συνέχιζες να με κάνεις να νιώθω άσχημα. βέβαια τον παρτακισμό καλύτερα να μην το βάλουμε στην κουβέντα γιατί δεν χωράει ηλικίες ούτε γενιές. και ειδικά σε εμάς τους δυο.
2. Το "κήρυγμα" είναι επιεικές και εσφαλμένο. Το αληθές είναι ότι ωρυόμουν και έσκουζα. Γιατί να μη βάλουμε τον "παρτακισμό" στην κουβέντα; Θα ωφεληθούμε και οι δύο αν συζητήσουμε αυτό το, επίσης περίπλοκο και λυπηρό, ζήτημα. Έχει συνιστώσες πολλές και χωράει μια χαρά και σε ηλικίες και σε γενιές. Είναι κοινωνιολογικό θέμα και έχει να κάνει με οικονομικές παραμέτρους, με ζητήματα ανταγωνισμού, με την περιρέουσα σχεδόν ασφυκτική ατμόσφαιρα (που εμείς αυτά δεν τα γνωρίσαμε ακριβώς γιατί ήταν άλλες οι εποχές, πώς να το κάνουμε;)

3. όταν θέλησα να σου δικαιολογηθώ για τη σημερινή κατάσταση στον Κόκκινο, αναφέροντας σου ότι δέχτηκα έμμεσες πιέσεις από ανθρώπους που φοβούνταν την παρουσία σου στο σταθμό, τρελάθηκες.. και δεν άκουγες τον φίλο σου. σαν παλιός αριστερός έβλεπες παντού συνομωσίες από βέκιους, καρτερούς, πανοσιάν κτλ. -παρεμπιπτόντως άσχετα αν η εκπομπή πήγε καλά ή όχι τους ανθρώπους αυτούς τους δικαίωσες διότι και αναφορές έκανες σε ανθρώπους που είναι πληγή στο σταθμό π.χ. καρτερός, και για αριστερούς ενάντια είπες σε αριστερό ραδιόφωνο και ποτήρια έσπασες και τον πετσιμέα να τρέχει έκανες -ξέρεις εμείς θα τα ακούσουμε μετά, δεν νομίζω να έχω φερθεί έτσι ποτέ σε δική σου εκπομπή, ούτε να έχω μιλήσει παραπάνω από τον οικοδεσπότη όπως εσύ σήμερα!
3. Εδώ είναι τα νόστιμα και το ζουμί! Δεν "τρελάθηκα" (είναι γνωστό ότι παραμένω έλλογος και "τετράγωνος" τύπος), έγινα έξαλλος! Θύμωσα. Πάντα θυμώνω όταν με αδικούν, πάντα θυμώνω όταν δεν μου λένε ονόματα και διευθύνσεις, πάντα θυμώνω με τις μισές αποκαλύψεις, πάντα θυμώνω όταν ένα κάποιο πικρό χιούμορ (που συνήθως βοηθάει στο να βελτιωθεί μια άσχημη κατάσταση) αντιμετωπίζεται με politically correct ψευτοσοβαρότητα. Και σιγά τις "συνωμοσίες", Νέστορά μου! Και σιγά που θα τ' ακούσετε εσείς! Ας τα πούνε σ' εμένα, να τους τα πω κι εγώ. Όντως ποτέ δεν έχεις φερθεί έτσι σε δική μου εκπομπή, πάντοτε ήσουν άψογος, και σε τιμώ γι' αυτό. Το αν μίλησα παραπάνω από τους οικοδεσπότες μου ή παρακάτω είναι, ξέρεις, και θέμα ταπεραμέντου. Κάποιοι είναι ενίοτε (πάλι το "ενίοτε") χειμαρρώδεις στο λόγο τους. Θα το βάλουμε κι αυτό στο ζύγι;

αλλά τέλοσπάντων, ξέρεις τι δεν κατάλαβες :

ο κουρμουλής, η καραμολέγκου και όλοι αυτοί οι παραγωγοί που κάνουν καριέρα στον Κόκκινο, όχι σαν εμένα που είμαι περαστικός, δεν πολύ-γούσταραν την πρόταση που τους έκανα να έρθεις και κατανάλωσα πολύ σάλιο για να πείσω για την παρουσία σου.. αυτοί είναι απλοί παραγωγοί. και η αιτία : ο μπαμπασάκης θα παρεκτραπεί, θα μας εκθέσει, θα πει για τα λεφτά που δεν έπαιρνε (όπως και είπες), για το παλιό καθεστώς (όπως και είπες) κτλ κτλ χάρη μου έκαναν και έπεσαν μέσα.. και αν γίνει κάτι αν εναντίον τους.. εγώ πάλι θα τ ακούσω.. επίσης τ ακούω κι από σένα.. που μάλλον δεν ξέρεις να ακούς.. ή μάλλον δεν σεβάστηκες ότι ήρθες καλεσμένος σε εκπομπή μου και έπρεπε να τηρείς τους τύπους ή μάλλον
Το αν ο Κουρμουλής, η Καραμολέγκου, και δεν ξέρω κι εγώ ποιοι άλλοι που "κάνουν καριέρα" δεν "πολυ-γούσταραν" την πρότασή σου να έρθω στην εκπομπή με θλίβει και με θυμώνει, συνάμα. Με θλίβει γιατί με θεωρώ ενδιαφέροντα άνθρωπο, έστω και όταν τα "χώνω", και με θυμώνει γιατί δεν θεωρώ δικαίωμά τους να έχουν αντιρρήσεις στο να είμαι προσκεκλημένος σε μιαν εκπομπή. Εδώ, επίσης, ίσως λίγο τα μπερδεύεις, γιατί, ιδιαίτερα για τον Κουρμουλή, σου θυμίζω ότι αυτός διατύπωσε την επιθυμία του να βρεθούμε. Τέλος, γιατί να γίνει κάτι εναντίον τους; Εγώ είπα ό,τι είπα, όχι ο Νίκος, ή η Θάλεια, ή εσύ. Εγώ και μόνον εγώ. Και κάτι που δεν καταλαβαίνω: κοινοποίησες σε "όλους αυτούς τους παραγωγούς που κάνουν καριέρα στον Κόκκινο" το ότι θα με έχεις καλεσμένο κι αυτοί έκαναν γενική συνέλευση και διά βοής είπαν "Κατάρα στον Μπαμπασάκη"; Και δεν έχετε εκεί δικαίωμα να καλείτε όποιον θέλετε, πρέπει να προτείνετε καλεσμένους και να περάσει από έγκριση η πρόταση; Και κάτι ακόμα: σου θυμίζω ότι και μαζί έχουμε "παρεκτραπεί" παρέα, και έγινε έξαλλο το "Ναυάγιο", και χιουμορίζαμε μετά τραγουδώντας το λαϊκό σουξέ "Don't Drink!", έτσι δεν είναι; Επέτρεψα ποτέ σε κανέναν να γουστάρει ή να μην πολυγουστάρει την παρουσία σου σε κάποια εκπομπή μου; Ή να σχολιάσει την προσωπικότητά σου; Ή να πει ότι παρεκτρέπεσαι;

να σεβαστείς ότι σε ένα μπαρ δεν φωνάζουν σε ένα κύριο.. είναι χοντράδα
Σ' αυτό έχεις ομολογουμένως απόλυτο δίκιο! Με μια μικρή ένσταση μονάχα: αν δεν φωνάζουμε καμιά φορά σε κάνα μπαρ μεταμεσονύχτιο πού, ρε γαμώτο, μπορούμε να φωνάζουμε καμιά φορά;

ή μάλλον

όταν στο μπαρ δουλεύει η κολλητή των παραπάνω παραγωγών απομακρύνονται για να μιλήσουν αλλά εσύ εκεί -άλλη χοντράδα..

και είμαι σίγουρος ότι μετά με εξέθεσες και στην κοπέλα αλλά δεν πειράζει γιατί οι παραπάνω είχαν δίκιο.. οι παραπάνω δεν έχουν κάτι προσωπικό εναντίον σου -όπως αμέσως σκέφτηκες και έκανες και παραλληλισμούς με τη δική μου περίπτωση επειδή δουλεύω σε δεξιά εφημερίδα- αλλά επειδή θέλουν να διασφαλίσουν την πορεία τους στο σταθμό και να μην έχουν κανένα πρόβλημα.. θεμιτό έτσι? αλλά εσύ το χαβά σου!
Δεν σε εξέθεσα. Αφού οι παραπάνω έχουν δίκιο, κάλλιστα μπορείς να τακιμιάσεις μαζί τους και να ξεκόψεις από τόοοοοοσο "επικίνδυνους" τύπους σαν τον Μπαμπασάκη, τον Πολιορκητή του Κόκκινου, τον Παρανοϊκό που βλέπει παντού συνωμοσίες, τον Ιδιοτελή που προσφέρει δολίως δώρα για να πάρει ανταλλάγματα, τον Παλιό Αριστερό που άλλο δεν κάνει από το να διαβάλλει την Υπέροχη Αριστερά μας. Το εάν έχουν οι παραπάνω κάτι εναντίον μου ή όχι, δεν το ξέρω. Αν έχουν, και όποιος έχει, μπορούν κάλλιστα να μου το πουν σαν άνθρωποι κι όχι σαν ράδιο-αρβύλα. Όσο για την πορεία τους στον σταθμό και τη διασφάλισή της, δεν πιστεύω ότι αποτελώ καμιά φοβερή και τρομερή απειλή. Ούτως ή άλλως, πάντως, καμία πορεία δεν είναι δίχως προβλήματα. Το ζήτημα είναι πώς τα αντιμετωπίζει κανείς. Για την ιστορία, σου θυμίζω ότι είμαι από κείνους που δίνουν ευκαιρίες, και όταν βλέπουν ότι οι ευκαιρίες αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη αποχωρούν και πάνε γι' άλλα. Και στον "Κόκκινο" έδωσα παραπάνω από όσες ευκαιρίες θα έδινα αλλού, μιας και δεν τον είδα σαν "δουλεία" αλλά σαν φιλία, και έδωσα πολλά και με την ψυχή μου όλη εκεί, συνεπώς δικαιούμαι να αισθάνομαι πικρία αλλά και να την εκφράζω, ακόμα και μέσα από τον ίδιο τον "Κόκκινο". Και ο "Κόκκινος" δεν απειλείται από μένα, αλίμονο, από έναν ποιητή που, σύμφωνοι, παρεκτρέπεται, αλλά από την ίδια την νοοτροπία μιας πεπαλαιωμένης Αριστεράς που χάνει το όποιο χιούμορ διαθέτει όταν της ασκείται κριτική.

τέλοσπάντων, τελειώνοντας γυρνώ στην αρχή : με έχεις πικράνει και θα σκεφτώ πολύ αν θα σου ξαναμιλήσω, στο λέω ειλικρινά, διότι βλέπω πόσο εύκολα γαμάς μια σχέση, πολυ εύκολα φίλε!
Λυπάμαι που σε πίκρανα, και ζητώ συγγνώμη και πάλι. Το αν θα μου ξαναμιλήσεις ή όχι είναι δικό σου ζήτημα. Οι φιλίες δεν επικυρώνονται με υπογραφές σε συμβόλαια ούτε και είναι πενταετή πλάνα (ουουουπς!, ελπίζω να μην εκληφθεί κι αυτό το "πενταετή πλάνα" ως αντιαριστερή αιχμή!). Το ότι "γαμάω εύκολα μια σχέση" είναι λίαν εσφαλμένο, και με πικραίνεις με τη σειρά σου που το λες. Καμία σχέση δεν έχω "γαμήσει" εύκολα ή δύσκολα, και το να εκλαμβάνεται ένα κήρυγμα σε υψηλούς τόνους και ένα ξέσπασμα θυμού που δεν είχε αποκλειστικώς εσένα ως αποδέκτη, αλλά ουσιαστικά ήταν προϊόν παλιών πληγών, σαν "γαμήσι" μιας σχέσης μας, και δη της δικής μας, με πικραίνει και με λυπεί.

adios
Never Say Goodbye
Nestor
Icaros

ΥΓ1. Μια μικρή συμβουλή, όχι τόσο από έναν μεγαλύτερο όσο από έναν πιο πεπειραμένο σε ζητήματα ανθρωπίνων σχέσεων: πρόσεχε λίγο περισσότερο τις φιλίες και τις συμμαχίες σου. Και μην ξεμπροστιάζεις τους συνεργάτες σου. Όσο είσαι συνεργάτης με τον Νίκο, δεν χρειάζεται να τον "δίνεις" (και τον "έδωσες" όταν μου έγραψες για τις αντιρρήσεις του να παραστώ στην εκπομπή σας).
ΥΓ2. Θα δημοσιοποιήσω, εν ευθέτω χρόνω, και αυτά τα λόγια μου, και ας πάμε στα... δικαστήρια (σκάω στα γέλια μόνο που το σκέφτομαι!), και θα τα δημοσιοποιήσω γιατί φρονώ ότι δεν έχουν να κάνουν με προσωπικό θέμα αλλά γιατί θίγουν γενικότερα ζητήματα, ιδίως αυτό που με απασχολεί από την εφηβεία μου, δηλαδή τους τρόπους ζωής και έκφρασης.

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2008

ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ





Στο σημερινό μου Ραδιοχρονογράφημα, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, τίμησα τη γενέθλια ημέρα του Μάνου Χατζιδάκι (γεννήθηκε στην Ξάνθη στις 23 Οκτωβρίου του 1925), που έζησε ως Μεγάλος Ερωτικός, διέπρεψε ως σπουδαίος μελωδός, έλαμψε ως εξαίρετος άνθρωπος και της αισθηματικής μας αγωγής άριστος αρωγός. Διάβασα μερικές πολύτιμες λέξεις από τα θαυμαστά Σχόλια του Τρίτου, γραμμένες πριν από τριάντα ολόκληρα χρόνια, μα τόσο επίκαιρες, αλίμονο, ακόμη: «Οι κώνωπες υψιπετούν/ Ρουφούν το αίμα κι ενοχλούν/ Καθήκον του πολίτη είναι να συνεργήσει για να σκοτωθούν/ Τότε λουλούδια ανθούν/ κι ο ύπνος είναι ατάραχος/ σ’ όσους επιζητούν να κοιμηθούν/ και για τους άλλους/ τους ολίγους που ξαγρυπνούν/ ας τους αφήσουμε να εργαστούν/ Χωρίς τους κώνωπες/ είναι βέβαιον ότι θα παράγουν/ τραγούδια εξαίσια, εμβατήρια και ωδές/ για όλο το έθνος, για όλο τον λαό/ κι όχι για σχολές κομματικές/ ή για παρατάξεις πολιτικές./ Η παρούσα ώρα είναι για κλάματα. Ο τόπος μας γράφει μια μουσική ιστορία εξαθλιωμένη, με μελωδίες ασήμαντες και με συμμετοχή χιλιάδων νέων, που σπουδάζουν ερωτική καταπίεση κι ανασφάλεια. Το μουσικό μας κατεστημένο σήμερα είναι ένας μαυρόασπρος εφιάλτης, σε δυο κανάλια, σε πολλά γήπεδα, κι άπειρες πλατείες. Και τα κουνούπια θάρεψαν πως είναι μέλισσες και πως παράγουν μέλι. Οφείλουμε να αντιδράσουμε και να αγοράσουμε ομπρέλες . Όχι για τα κουνούπια, αλλά για τις επερχόμενες βροχές. Επίσης να μην ξεχάσουμε να προμηθευτούμε χάρτινες σημαίες για τις γιορτές. Και κάποιο φίλο φωτογράφο. Για μερικές φωτογραφίες αναμνηστικές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μεταπηδήσουμε ανέτως από την ηλικία που ευρισκόμεθα στην επομένη που όπως και νάναι περιέχει πολλές εκπλήξεις και για μας τους ίδιους και για τους ανθρώπους που αγαπάμε. Κι όσο για τα κουνούπια ας ενώσουμε τις προσευχές μας κι ίσως μας στείλει ο Θεός ένα γερό άνεμο και ξεπαστρέψει την Ελληνική μας Χώρα απ’ την ντροπή της δραστηριότητας των κουνουπιών και της επικινδύνου παρουσίας των. Αμήν».

Αύριο, επίσης στο Κανάλι 1, στην εκπομπή «Ράδιο Προπαγάνδα – Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ», 11 το πρωί έως 2 το μεσημέρι, μεταξύ όλων των άλλων (σκάκι, βιβλίο, γευσιγνωσία, περιοδικά, θέατρο, ποίηση, και όλα τα καλά), θα ακουστεί η εξαίσια μουσική και η φωνή του Μάνου Χατζιδάκι. Επίσης, θα διαβαστούν ποιήματά του από τις συλλογές Μυθολογία και Μυθολογία Δεύτερη, που εξέδωσε με κομψή φροντίδα, όπως πάντα, ο Σταύρος Πετσόπουλος στην Άγρα.

«Λατρεύω την αγάπη/ γιατί με κάνει να σκέφτομαι.// Λατρεύω στη σκέψη/ γιατί με οδηγεί στην πράξη.// Λατρεύω την πράξη/ γιατί με κάνει ελεύθερο/ να σκέφτομαι και ν’ αγαπώ» (Μάνος Χατζιδάκις. «Λατρευτικό»).

ΧΑΣΜΑ ΓΕΝΕΩΝ ή ΤΙ ΠΑΘΑΙΝΕΙ ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΑΚΟΥΕΙ


Ίκαρε,

σήμερα με πίκρανες και με στενοχώρησες πολύ! πάρα πολύ! και με είχαν προειδοποιήσει για αυτό αλλά δεν άκουγα!

κι όλα αυτά έγιναν διότι πολύ απλά για ένα μικρό και ασήμαντο γεγονός δεν δέχτηκες να με ακούσεις -αυτό δεν περίμενα να το κάνεις σε μένα.

προπάντων να υψώνεις τον τόνο της φωνής σου, όπως σε έχω δει να κάνεις αμέτρητες φορές όλον αυτόν τον καιρό που σε ξέρω σε τόσους -δικαίως ή αδίκως, χωρίς να υπολογίζεις τον άλλον. έτσι έκανες σήμερα και με πρόσβαλες.

λοιπόν, τρια πράγματα :

1. σήμερα με έκανες να αισθανθώ άσχημα που δεν σε υποδέχτηκα όπως θα ήθελες σε αντίθεση με σένα που έφερες δώρα, μουσικές, φαγητά και ποτά.. -προφανώς δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια. επίσης, δεν υπάρχει κατανόηση σε έναν φίλο που είχε το δικαίωμα μετά από 16 ώρες δουλειάς να μην το σκεφτεί.. τελικώς με κατάφερες να νιώσω άσχημα και σου πρότεινα να σε κέρασω ένα ποτό και εσύ τα έκανες μαντάρα.

2. στο μπαρ δεχόμουν κήρυγμα για τη γενιά που δεν καταλαβαίνει και κοιτάζει την πάρτη της. συνέχιζες να με κάνεις να νιώθω άσχημα. βέβαια τον παρτακισμό καλύτερα να μην το βάλουμε στην κουβέντα γιατί δεν χωράει ηλικίες ούτε γενιές. και ειδικά σε εμάς τους δυο.

3. όταν θέλησα να σου δικαιολογηθώ για τη σημερινή κατάσταση στον Κόκκινο, αναφέροντας σου ότι δέχτηκα έμμεσες πιέσεις από ανθρώπους που φοβούνταν την παρουσία σου στο σταθμό, τρελάθηκες.. και δεν άκουγες τον φίλο σου. σαν παλιός αριστερός έβλεπες παντού συνομωσίες από βέκιους, καρτερούς, πανοσιάν κτλ. -παρεμπιπτόντως άσχετα αν η εκπομπή πήγε καλά ή όχι τους ανθρώπους αυτούς τους δικαίωσες διότι και αναφορές έκανες σε ανθρώπους που είναι πληγή στο σταθμό π.χ. καρτερός, και για αριστερούς ενάντια είπες σε αριστερό ραδιόφωνο και ποτήρια έσπασες και τον πετσιμέα να τρέχει έκανες -ξέρεις εμείς θα τα ακούσουμε μετά, δεν νομίζω να έχω φερθεί έτσι ποτέ σε δική σου εκπομπή, ούτε να έχω μιλήσει παραπάνω από τον οικοδεσπότη όπως εσύ σήμερα!

αλλά τέλοσπάντων, ξέρεις τι δεν κατάλαβες :

ο κουρμουλής, η καραμολέγκου και όλοι αυτοί οι παραγωγοί που κάνουν καριέρα στον Κόκκινο, όχι σαν εμένα που είμαι περαστικός, δεν πολύ-γούσταραν την πρόταση που τους έκανα να έρθεις και κατανάλωσα πολύ σάλιο για να πείσω για την παρουσία σου.. αυτοί είναι απλοί παραγωγοί. και η αιτία : ο μπαμπασάκης θα παρεκτραπεί, θα μας εκθέσει, θα πει για τα λεφτά που δεν έπαιρνε (όπως και είπες), για το παλιό καθεστώς (όπως και είπες) κτλ κτλ χάρη μου έκαναν και έπεσαν μέσα.. και αν γίνει κάτι αν εναντίον τους.. εγώ πάλι θα τ ακούσω.. επίσης τ ακούω κι από σένα.. που μάλλον δεν ξέρεις να ακούς.. ή μάλλον δεν σεβάστηκες ότι ήρθες καλεσμένος σε εκπομπή μου και έπρεπε να τηρείς τους τύπους ή μάλλον

να σεβαστείς ότι σε ένα μπαρ δεν φωνάζουν σε ένα κύριο.. είναι χοντράδα

ή μάλλον

όταν στο μπαρ δουλεύει η κολλητή των παραπάνω παραγωγών απομακρύνονται για να μιλήσουν αλλά εσύ εκεί -άλλη χοντράδα..

και είμαι σίγουρος ότι μετά με εξέθεσες και στην κοπέλα αλλά δεν πειράζει γιατί οι παραπάνω είχαν δίκιο.. οι παραπάνω δεν έχουν κάτι προσωπικό εναντίον σου -όπως αμέσως σκέφτηκες και έκανες και παραληλισμούς με τη δική μου περίπτωση επειδή δουλεύω σε δεξιά εφημερίδα- αλλά επειδή θέλουν να διασφαλίσουν την πορεία τους στο σταθμό και να μην έχουν κανένα πρόβλημα.. θεμιτό έτσι? αλλά εσύ το χαβά σου!

τέλοσπάντων, τελειώνοντας γυρνώ στην αρχή : με έχεις πικράνει και θα σκεφτώ πολύ αν θα σου ξαναμιλήσω, στο λέω ειλικρινά, διότι βλέπω πόσο εύκολα γαμάς μια σχέση, πολυ εύκολα φίλε!

adios

Nestor

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΠΛΟΥΤΟΣ


Το παρακάτωθι ακούστηκε από το Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, μεσημέρι παρά πέντε όπως πάντα. Διαβάζω Γκουτιέρες, είναι πολύ γερός συγγραφέας, τον συστήνω θερμά και ανεπιφύλακτα.

Απόψε, από τα μεσάνυχτα και έως τις 2, ο Μπαμπασάκης είναι καλεσμένος στην εκπομπή «24 Καρέ στο Ραδιόφωνο» στον Κόκκινο, 105,5 FM. Θα συνομιλήσει με τους εκλεκτούς Νέστορα Πουλάκο και Νίκο Κουρμουλή για τον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία, την καθημερινή ζωή, ενώ θα κάνει τις μουσικές επιλογές, και θα προσφέρει το δείπνο! ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΙΤΕ!!!

Ανάσες Πλούτου μες στη Φτώχια, Ι

Αν όχι μεγάλες, ας πούμε σημαντικές πτυχές της τέχνης παγκοσμίως παράγονταν παλαιότερα μέσα στη φτώχια. Πέρα από το τι τραβούσαν πελώριοι δημιουργοί όπως ο Μότσαρτ ή ο Μπετόβεν, ο Θερβάντες ή ο Μπαλζάκ, ολόκληρα ρεύματα μιας τέχνης από τα κάτω εξέβαλλαν μέσα από την ένδεια και τα βάσανα της πενίας, και φούσκωσαν και απλώθηκαν και συγκλόνισαν, και ακόμα συγκλονίζουνε, τον κόσμο. Αρκεί να πούμε blues, αρκεί να πούμε ρεμπέτικο. Δεν είναι ανάγκη να έχει διαβάσει κανείς το βαρύτιμο έργο Ιστορία και Ταξική Συνείδηση του Γκέοργκ Λούκατς, για να κατανοήσει μια χαρά ότι κάποτε είτε οι φτωχοί, είτε το προλεταριάτο των μεγαλουπόλεων, είτε οι περιθωριοποιημένοι κοινωνικά, είτε οι με τη δική τους θέληση παραβάτες των κοινωνικών κανόνων της εποχής τους, εν γένει όσοι βρίσκονταν σε κατάσταση αντιμαχίας με το λεγόμενο main stream, επινοούσαν τρόπους δυναμικής έκφρασης της καθημερινότητάς τους. Σπουδαία τραγούδια, κυρίως, αλλά και σπουδαία ποιήματα, διηγήματα, ακόμα και μυθιστορήματα και πίνακες ζωγραφικής, έχουν παραχθεί κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, κι όχι σε πύργους χλιδής ή σε ρετιρέ άνεσης και βολής. Το σημαντικό είναι ότι στριμωγμένοι έβρισκαν διεξόδους περήφανης παρηγοριάς που γινόταν, πολλές φορές, καταγγελία των συνθηκών, καταδίκη όσων τις επέβαλλαν, επιθετικότητα προς το εκάστοτε κατεστημένο. Οι στριμωγμένοι, οι παραβάτες, οι πένητες δημιουργούσαν μια κουλτούρα ολοδική τους, έναν δικό τους πολιτισμό, μια δική τους γλώσσα. Και περαιτέρω, δικούς τους, ιδιαίτερους, λίαν επεξεργασμένους μες στο πέρασμα του χρόνου, τρόπους ένδυσης, βαδίσματος, εκφοράς του λόγου, στυλ στο πίνειν και στο καπνίζειν.
Σήμερα, στην εποχή της ομογενοποίησης και της παστερίωσης, ενός υστερικού «πολιτικώς ορθόν», μιας γενικευμένης κατάργησης των ορίων, έστω και φαινομενικά, ενός τηλεοπτικού μονότονου θορυβώδους λόγου δίχως ουσιώδη αντίλογο, φαίνεται ότι μονάχα στα έγκατα της επίσημης πραγματικότητας, στις κατακόμβες των μεγαλουπόλεων, ανθίζουν διαφορετικές, ιδιαίτερες κουλτούρες. Τα εφήμερα ρεύματα της μόδας στερεύουν γρήγορα, μιας και είναι κατασκευασμένα και πανεύκολα αφομοιώσιμα από τα ΜΜΕ, οπότε άνευ όντως ενδιαφέροντος, και άνευ όντως ιδιαίτερου λόγου και ταυτότητας. Μοιάζουν σπασμωδικά, ασπόνδυλα, άγευστα και άοσμα. Δίχως νοσταλγική διάθεση, απλώς με μια ψύχραιμη παρατηρητικότητα διαπιστώνει κανείς ότι, φέρ’ ειπείν, οι λεγόμενοι emo, σχέση ουδεμία δεν έχουν με τους beatnicks, τους λετριστές, ή τους punks. Η φτώχια ή το στρίμωγμα «καπελώνονται» από το main stream, από κατασκευασμένα εργαστηριακώς ψευτο-όνειρα και βεβιασμένες ταυτίσεις με πρότυπα εξίσου εργαστηριακώς κατασκευασμένα.
Υπάρχουν, πάντως, δημιουργοί που καταφέρνουν μέσα σε συνθήκες άγριες, αντίξοες έστω, να παραμείνουν ιδιαίτεροι, ανεξάρτητοι, επινοητικοί, να επιμένουν να εκφράσουν την στάση τους απέναντι σ’ αυτές τις συνθήκες, να παίρνουν λυτρωτικές ανάσες μες στη φτώχια και να μας προσφέρουν έργα που όχι μονάχα συγκινούν αλλά επαναφέρουν το πρόταγμα της αυτόνομης αυτοέκφρασης, της δημιουργίας από τα κάτω μιας κουλτούρας που διαφοροποιείται ριζικά από το main stream. Ανάμεσα σ’ αυτούς, ο ποιητής, ζωγράφος και συγγραφέας Πέδρο Χαουάν Γκουτιέρες, ο ήδη θρυλικός Μπουκόφσκι της Κούβας. Θα επανέλθουμε στον Γκουτιέρες, και σε άλλους τέτοιους πολύτιμους δημιουργούς, για να δούμε πώς μπορούμε να ξαναστήσουμε τις κομμένες γέφυρες μ’ ένα γόνιμο παρελθόν.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 22/10/08

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2008

WARMWORMINPROGRESS




Book2

Πριονίζοντας Τα Δεκανίκια

Δεν καταδεχόμαστε να γράψουμε ό,τι δεν έχουμε ζήσει, αποφάνθηκε ο Νίκος Βελής, αγορεύοντας χαμηλόφωνα μες στο Au Revoir, τρεις μετά τα μεσάνυχτα, καθώς, ενώ έξω έβρεχε ασταμάτητα και μέσα το θάλπος ήταν ένα ευπρόσδεκτο θέλγητρο, καθώς ενώ τα τσιγάρα έσβηναν κι οι αναπτήρες άναβαν, καθώς τα ποτήρια γέμιζαν και οι φιάλες άδειαζαν και, κυρίως, καθώς ο Φρανκ Σινάτρα, θαμώνας κάποτε του Au Revoir κι αυτός, τραγουδούσε από τα μικρά ηχεία και το μεγάλο πουθενά το «My Way», ο Βελής έλυνε μ’ ένα άνοιγμα το αίνιγμα, ναι, μ’ ένα άνοιγμα μιας σελίδας από το Βιβλίο της Ανησυχίας του εικοστού αιώνα και μ’ ένα ταυτόχρονο κλείσιμο του ματιού σ’ όσους λογάριαζε για προγόνους του και σ’ όσους έπιναν μαζί του εκείνη τη νύχτα, έλυνε το αίνιγμα, χρόνια τώρα βασανιστικό μα και λυτρωτικό, του πώς μπορούμε να παραμείνουμε καλλιτέχνες παράγοντας έργα που να μην είναι έργα τέχνης, και το έλυνε ακριβώς μέσα από τους χιλιοακουσμένους στίχους του «My Way», που όμως ήταν τώρα σαν να τους άκουγε για πρώτη φορά, σαν για πρώτη φορά να κατανοούσε, με μιαν έκλαμψη, ότι του προσέφεραν την απάντηση, τη λύση, την ατραπό – την απάντηση στο διακαές ερώτημα τι να κάνουμε, τη λύση στο αίνιγμα πώς να το κάνουμε, την ατραπό στο προς τα πού το κάνουμε.
Πράγματα χιλιοειπωμένα, πράγματα δοκιμασμένα χίλιες και μία φορές, πράγματα καθυβρισμένα αρχικά και μετέπειτα εγκωμιασμένα, κι όμως πράγματα πραγματικά τώρα πια λησμονημένα. Back to mono, είχε διακηρύξει ο Φιλ Σπέκτορ. Σαν ερωτευμένος Σαίξπηρ, με έμφαση στο Σαίξπηρ, είχε πει ο Νέστωρ, ένα βράδυ, όταν τον είχε ρωτήσει η κοπέλα του πώς αισθάνεται. Είμαι ο από γραφομηχανής θεός, είχε κραυγάσει, λίγο πριν λιποθυμήσει λάμνοντας στη λίμνη της λήθης σαν ηλίθιος ο Λήθαργος Λάγιος. Δεν είναι ζωή αυτή, βροντοφώναζε ο Ζελιαναίος κι έκανε μια παύση πέντε δευτερολέπτων για να βροντοφωνάξει, σκασμένος στα γέλια, που κάνουνε οι άλλοι. Και ύστερα από τρία δευτερόλεπτα, Το παν είναι το καταλανικό pan con tomate και ο κρητικός ντάκος, είχε υποστηρίξει με τη γνωστή ειρωνική του επισημότητα ο Χαράλαμπος, γνωστός τοις πάσι ως ο Φιλόλογος. Η αιωνιότητα, πάντως, διαρκεί περισσότερο, διατεινόταν, εν μέσω κραυγών, ψιθύρων, ουρλιαχτών, ρεψιμάτων, κρίσεων βήχα, γέλιων και οιμωγών (όταν έφτανε η λυπητερή), ο Ηρακλής, ο και λεγόμενος Επισμηναγός Όλεθρος, διατηρώντας πάντα μια φαινομενική ψυχραιμία, επικίνδυνη ωστόσο, όμοια μ’ αυτήν του Κλιντ Ίστγουντ στα έπη του Λεόνε. Γαμείς δε γαμείς, ο καιρός περνάει, ήταν το απόσταγμα της σοφίας του αιωνίως νεανία, του αενάως ανώριμου (όπως όλοι άλλωστε) της παρέας, του παραλογισμένου παρία Παρασκευά.
Πότε θα μαζέψω τη ζωή μου κομματάκι κομματάκι; Ποτέ δε θα μαζέψω τη ζωή μου κομματάκι κομματάκι. Γιώργος Μακρής. Πάντα. Και φυσικά. Ιδού ποιοι ήσαν οι αγαπημένοι στίχοι αυτών των μεθυσκόντων μεθυσμένων μέθυσων που μεθούσαν μεθοκοπώντας μέρα μεσημέρι αλλά και μπεκροπίνοντας τα βράδια καθώς κατέβαζαν το ένα ιρλανδέζικο μετά το άλλο, όταν δεν καβγάδιζαν σουρωμένοι ηχηρά τα απογεύματα για τα βιβλία που διάβαζαν παραδομένοι πάντα στα τρία αχρεία πάθη τους, τη φιλοποσία, τη φιλοκαπνία, και τη βιβλιοφιλία, που τα συνταίριαζαν, τα πάθη τα εν λόγω, με τις υπόλοιπες φριχτές συνήθειές τους, που δεν ήσαν άλλες από το να κυλιούνται στο βούρκο της ακολασίας με εφήμερες καλλονές, να συχνάζουν σε γκαλερί ξακουστές, και να ξοδεύουν ό,τι απέμενε από τον άχρηστο χρόνο τους και το τέως χρήσιμο χρήμα τους σε βινύλια και σε λάγνες μουσικές. Συνεπώς;
Συνεπώς πώς ν’ απορεί κανείς όταν, αφού περιέπεσε σε κατάσταση περισυλλογής, ο Νάσος Ριτζ, ο Ελληνοαμερικανός παλιόφιλός τους, ο αιδήμων ειδήμων σχετικά με ό,τι καινούργιο συνέβαινε στο ροκανισμένο από τους ίδιους τους ροκάδες ροκ-εντ-ρολ, ιδιαζόντως ευτυχής εκείνη τη νύχτα γιατί είχε μόλις απαλλαχτεί απ’ τον βέρο βραχνά της Μαριάννας, μιας κοπέλας, νηπιαγωγού, παρακαλώ, που αρχίζει να μαθαίνει στα παιδάκια μας τα πρώτα τους γράμματα, μη χέσωμεν!, που σούφρωνε τα χείλη όταν αυτός, ο Νάσος, ήταν να συναντηθεί με τους φαύλους φίλους του, που ζάρωνε τη μύτη όταν αυτός, ο Νάσος, επέστρεφε χαμογελώντας άδολα στο σπίτι τους με είκοσι και τέσσερα, όσα η ηλικία της, δώρα για τα γενέθλιά της, και τον διαπόμπευε, αυτόν, τον Νάσο, ως σπάταλο, τον έρμο, που αγρίευε αγρίως όταν αγόραζε, αυτός, ο Νάσος, ναι, ο Νάσος κι όχι αυτή, το τελευταίο μυθιστόρημα του commander Τόμας Πίντσον, που πάνιαζε σύγκορμη όταν της έταζε αυτός, ο Νάσος, να πάνε στο Παρίσι και να μείνουνε δώδεκα μέρες και δώδεκα νύχτες στο Beat Hotel της rue Git-le-Coeur και σε διαφορετικό δωμάτιο κάθε μέρα και κάθε νύχτα για να τιμήσουν και τα δώδεκα δωμάτια του ξενοδοχείου που ξενοδόχεψε (ω Λήθαργε Λάγιο, ω γλωσσοπλάστη!) φιλόξενα τον Ουίλιαμ Μπάροουζ, τον Μπράιον Γκάιζιν, και τον Άλεν Γκίνσμπεργκ, που απλούστατα, αδυσώπητα, ακατονόμαστα, κι οδυνηρά αποκοιμιόταν, αυτή, όχι ο Νάσος, όταν αυτός, ο Νάσος, της διάβαζε το τελευταίο συγκλονιστικό, συνταρακτικό, συναρπαστικό κείμενό του, λέμε λοιπόν, πώς είναι ν’ απορεί κανείς όταν ο Νάσος, αφού είχε ακούσει του Φιλ Σπέκτορ, και του Νέστορα, και του Λάγιου, και του Ζελιαναίου, και του Χαράλαμπου, και του Ηρακλή, και του Παρασκευά, τις μπεκρομεθυσμενοσουρωμεναμεριμναποφάνσεις, και αφού σκέφτηκε, στοχάστηκε, συλλογίστηκε, ή καμώθηκε πως σκέφτηκε, στοχάστηκε, συλλογίστηκε, αυτή κι όχι ο Νάσος, την απόφανση του βλακός Βελή, την απόφανση ότι Δεν Καταδεχόμαστε Να Γράψουμε Ό,τι Δεν Έχουμε Ζήσει, την απόφανση του αγορεύοντος ηλιθίου, και μάλιστα τη στιγμή του ανατέλλοντος, γαμώτο, πάαααλι;;;;, ω ναι: γαμώωωωωτο πάλι;;;;, ηλίου, απαλλαγμένος ων, αν και ολίγον τι τεταραγμένος ως πλάσμα ευαίσθητο και ως μειλίχιο ον, από τη Μαριάννα τη νηπιαγωγό των νηπιαγωγών, πώς είναι ν’ απορεί κανείς λοιπόν, όταν ο Νάσος της απαλλαγής των απαλλαγών εξερράγη και, εν μέσω ολολυγμών, ανέκραξε, «Άμα, ρε πούστη μου, γαμώτη μου, δεν πριονίσεις τα δεκανίκια εγκαίρως, θα σου γαμήσουνε τον κώλο αμφότερα, κι όχι μονάχα με δίχως σάλιο στη λαστιχένια τάπα τους, αλλά και αλειμμένη και με άμμο από πάνω!!!»




[Πρόκειται για το Δεύτερο Κεφάλαιο, και το μοναδικό που βλέπει το φως της δημοσιότητας ώσπου να ολοκληρωθεί το όλο εγχείρημα, ενός βιβλίου που γράφω, με κόκκινη καρδιά και γαλάζιο μυαλό, στο περιλάλητο εργαστήριο της Πλατείας Παπαδιαμάντη... Πολλά από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα υπάρχουν ήδη... τα υπόλοιπα δεν θ' αργήσουν να υπάρξουν... ]

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΡΕΜΠΩ



Το παρακάτωθι διαβάστηκε σήμερα, Δευτέρα 20 Οκτωβρίου, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM. Ο Ρεμπώ και ο Ντυκάς, ο Μπρετόν και ο Ντεμπόρ, ο Χένρι Μίλερ και ο Μάλκολμ Λόουρυ, ο Εμπειρίκος και ο Καρούζος, και τόσοι άλλοι «τη μη συμμορφώσεως άγιοι»! Πώς να μην τους θυμόμαστε, πώς να μην ζούμε δίχως τη δρόσο της λυτρωτικής παρέας τους;

Αρθούρος Ρεμπώ (20/10/1854 – 10/11/1891)

Πρέπει να κάνουμε πέρα τη σαπίλα… Γρήγορα!... Αντίο χίμαιρες, ιδανικά, πλάνες…

Υπάρχουν έργα τέχνης που ανατρέπουν τα δεδομένα της εποχής τους, που ανοίγουν δρόμους, που αλλάζουν συνταρακτικά τον τρόπο με τον οποίο δεξιωνόμαστε την τέχνη, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον Έρωτα, τη Φιλία, το Πάθος, τη Λογική, σύνολη τη ζωή. Οι δημιουργοί τους είναι καλλιτέχνες που βρίσκονται σε κατάσταση αντιμαχίας με την κοινωνική οργάνωση των καιρών τους, συνήθως είναι άνθρωποι ακραίοι, παλλόμενοι από την αγωνία να υπερβούν τα όρια, να εκφράσουν το βυθό και το βάθος, και επίσης διαθέτουν την απαιτούμενη ιδιοφυία που τους επιτρέπει να οργανώσουν έτσι το υλικό τους και να διευθετήσουν έτσι την έμπνευσή τους ώστε να σπάσουν τον κόσμο και να τον συναρμολογήσουν εκ νέου. Τέτοιος δημιουργός ήταν ο Αρθούρος Ρεμπώ, ο αιωνίως νεανίας, ο ποιητής που ξεκαθάρισε τους λογαριασμούς του με την ποίηση μόλις στα δεκαεννιά του χρόνια. Γεννημένος σαν σήμερα, στις 20 Οκτωβρίου του 1854, εξαπολύει στα 1873 τον κεραυνό που ξέρουμε ως «Μια Εποχή στην Κόλαση», και αρχίζει τα περιπετειώδη ταξίδια τους στους λαβυρίνθους του κόσμου. Το 1891, μόλις 37 ετών, αφήνει την τελευταία του πνοή.
Επηρέασε σχεδόν όλους τους ρηξικέλευθους καλλιτέχνες της μοντέρνας εποχής, ο Χένρι Μίλερ έγραψε εμπνευσμένος από τον Ρεμπώ τον «Καιρό των Δολοφόνων», ο Μπομπ Ντίλαν και ο Τζιμ Μόρισον του χρωστάνε πολλά, ο Άλεν Γκίνσμπεργκ στην κάμαρά του στο περιλάλητο Beat Hotel, στο Παρίσι, είχε τη φωτογραφία του Ρεμπώ αναρτημένη πάνω από το κρεβάτι του, κι αυτή ήταν η μοναδική διακόσμηση σ’ εκείνο το ενδιαίτημά του. Ο Αντρέ Μπρετόν, ο μουσηγέτης του υπερρεαλισμού, επιχείρησε να συνδυάσει το ανατρεπτικό πρόταγμα του Καρλ Μαρξ με τον εμπρηστικό λόγο του Ρεμπώ, όπως άλλωστε έκανε εν συνεχεία και ο Γκι Ντεμπόρ. Ο Μάνος Χατζιδάκις έγραψε ένα τραγούδι για τον Αρθούρο, στον κύκλο «Αθανασία».
Το «Μια Εποχή στην Κόλαση» αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα της μοντέρνας τέχνης. Ο Ρεμπώ εδώ συνδυάζει τον λογισμό με το όνειρο, γράφει με καρδιά από φλόγα και μυαλό από πάγο, συνθέτει το ψύχος της φλόγας με το καύμα του χιονιού, εναλλάσσει ακατάπαυστα τον ψίθυρο με την κραυγή, την μειλιχιότητα της προσευχής με το ουρλιαχτό της εξέγερσης. Οι λέξεις του Ρεμπώ παύουν να είναι συνδυασμοί γραμμάτων και γίνονται τύμπανα και κύμβαλα αλαλάζοντα, γίνονται εστίες πυρός, βέλη και στιλέτα και σπάθες που διατρυπούν τα θέσφατα και μας ωθούν να αναζητήσουμε παθιασμένα άλλα νοήματα, άλλες αισθήσεις, άλλες σημασίες, άλλες συγκινήσεις~ να επανεφεύρουμε όχι μονάχα τον Έρωτα, όπως ρητά μας καλεί ο ποιητής, αλλά και τη Λογική, την Ουσία του Ανθρώπου, σε καιρούς αναστατώσεων και ταραχών.
Μετά το ιλιγγιώδες πέρασμα του Ρεμπώ από την ποίηση και τη ζωή, τίποτα δεν είναι πια αυτό που ήταν.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 20/10/08

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

CHETBEAT


ΤΣΕΤ & ΜΠΗΤ

Σήμερα, Κυριακή 19 Οκτωβρίου, στο Barrio, Κεραμεικού 53, Μεταξουργείο, από τις 6 το απόγευμα και έως αργάμιση και βάλε, ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης παρουσιάζει ένα αφιέρωμα στον μεγάλο τρυφερό τρομπετίστα, τον αθάνατο Chet Baker (βλέπε http://en.wikipedia.org/wiki/Chet_Baker ), είκοσι χρόνια μετά το θάνατό του.

Παραλλήλως, θα προβάλλονται ταινίες σχετικές με τη Γενιά Beat, οπτικά τοπία που θα συνοδεύουν τις μουσικές διαδρομές μας, όπως οι: «What Happened to JACK KEROUAC», «ALLEN GINSBERG – Live in London», «No More to Say & Nothing to Weep For – An Elegy for ALLEN GINSBERG», «Destroy All Rational Thought – Celebrating WILLIAM BURROUGHS & BRION GYSIN in Ireland», «Commissioner of Sewers – WILLIAM S. BURROUGHS», κ.ά.

«Η σκιά του άγγελου κυματίζει στην αντίθετη κατεύθυνση/ το χάραμα της ευφυΐας μετατρέπει τα τηλέφωνα σε παράξενα ζώα/ κάνει έφοδο στο ροδόκηπο με τις μυστικές ψαλίδες του τσακ τσακ τσακ» Allen Ginsberg, «Άγνοος» (από τον τόμο «Ουρλιαχτό, Κάντις και άλλα Ποιήματα», μτφρ. Άρης Μπερλής, εκδ. Άγρα)

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2008

Ο ΑΦΡΟΣ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ


Απόψε, στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών», Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, 11 το βράδυ και έως τη 1 μετά τα μεσάνυχτα, ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης συνομιλεί με τον πασίγνωστο Νάσο Ritz και σας προσφέρουν μια μουσική πανδαισία. Θα παρουσιάσουν με κέφι ακόπαστο τα πιο πρόσφατα (και συγκλονιστικά από πολλές απόψεις) έργα των Βερολινέζων πρωτοπόρων Einstuerzende Neubauten (“Alles Wieder Offen” και “The Jewels”), το φρέσκο cd των εμπρηστικών Νεοϋορκέζων TV On The Radio (“Dear Science”), το επίσης φρέσκο εναλλακτικό ροκ έργο “Viva la Vida” των Λονδρέζων Coldplay, και, βεβαίως-βεβαίως, το τελευταίο διπλό δώρο που μας έκανε πριν από λίγες ημέρες ο Μέγας Τροβαδούρος Bob Dylan, το 8ο στη σειρά των bootlegs, με τίτλο “Tell Tale Signs”. Κι ακόμα, special guest ο Neil Young!

Από τη 1 και έως τις 3 τα χαράματα, και πάλι κοντά σας με το «Τζουκμπόξ του Μεσονυκτίου», ένα δίωρο ταξίδι στη μέθεξη της τζαζ και στην αγέρωχη μελαγχολία των blues. ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΙΤΕ!!!

«Το αστράπτον φως της αντισοφιστείας – τουτέστι το φως της άνευ δογμάτων, άνευ ενδυμάτων Αληθείας» (Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα)

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ--ΤΖΕΡΟΜ ΡΟΘΕΝΜΠΕΡΓΚ


Jerome Rothenberg

Αύριο, στην εκπομπή-μαμούθ «Ράδιο Προπαγάνδα – Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ», Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, μεταξύ όλων των πολλών άλλων, θα συνομιλήσουμε ζωντανά με τον σημαντικό ποιητή Jerome Rothenberg (βλέπε http://en.wikipedia.org/wiki/Jerome_Rothenberg και http://epc.buffalo.edu/authors/rothenberg/ ), ο οποίος βρίσκεται στην Αθήνα και θα απαγγείλλει ποίησή του σε εκδήλωση προς τιμήν του, στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, Μασσαλίας 22, στις 8:15 το βράδυ. Χίλια ευχαριστώ στον Roger Conover και στον Δημοσθένη Αγραφιώτη, μιας και ο πρώτος (ποιητής, ψαράς αστακών, καθηγητής στο MIT και καλός Αμερικανός Φίλος) με ενημέρωσε για την επίσκεψη του Rothenberg στη χώρα μας, και ο δεύτερος κατέστησε εφικτή την αυριανή του παρουσία στο «Ράδιο Προπαγάνδα».

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ


Το παρακάτωθι διαβάστηκε σήμερα, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, στις 12 παρά πέντε. Επίσης στους 90,4 FM, κάθε Παρασκευή, από τις 11 το πρωί έως τις 2 το μεσημέρι η εκπομπή-μαμούθ «Ράδιο Προπαγάνδα – Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ», με τον Γιώργο-Ίκαρο Μπαμπασάκη και το Συνεργείο του. Μουσική του κόσμου αύριο, από την Αφρική του Ali Farka Toure και των Amadou & Mariam στην Ουρουγουάη των Bajofondo, από την Ιρλανδία των Pogues στη Γαλλία των Karpatt, από τον Καναδά του Gordon Lightfoot στην Πορτογαλία των Madredeus, από την Αγγλία των Dexy’s Midnight Runners στη Λιθουανία του Leonidas Sikarenko και στο κέλτικο rap των Manau.. Κι ακόμα, κινηματογράφος από τον Νέστορα Πουλάκο, προτάσεις για κλασική μουσική από την Έλενα Κονιαράκη, σκάκι από τον Μαρκήσιο ντε Σαχ, σχόλιο για τα παιδιά από την Ελένη Μπαμπασάκη, εικαστικά από την Ελεάννα Μαρτίνου. Επίσης, προτάσεις για βιβλία από τη Χριστίνα Δρούζα και το ένθετο «Θα Λέω Ό,τι Θέλω», το γευσιγνωστικό ραδιοτετράδιο «Καβουρμάς» από τον Βασίλη Χατζηιακώβου, και σε ρόλο αθλητικολόγου ο διευθυντής μας, ο Γιάννης Τριάντης! ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΙΤΕ!!!

Υπερβαρέων Βαρών ή Βαρέα και Ανθυγιεινά

Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής σήμερα, 16 Οκτωβρίου, και, συνάμα, ημέρα γεννήσεως του Όσκαρ Ουάιλντ. Ο οποίος Ουάιλντ, ο εστέτ ποιητής της ζωής, θα έφριττε εάν μάθαινε ότι το 50% των Ελλήνων ανδρών και το 30% των Ελλήνων γυναικών, είναι παχύσαρκοι, και ότι το αυτό ισχύει για το 20% των ελληνόπουλων. Η παχυσαρκία δεν είναι μονάχα ανθυγιεινή, δεν είναι μονάχα άκομψη, είναι και δηλωτική ενός τρόπου ζωής, ενός τρόπου οργάνωσης του υπάρχειν, ενός τρόπου δεξίωσης του θαύματος να ξυπνάς, να βλέπεις τον ουρανό, ν’ ακούς τα τραγούδια των πουλιών και το θρόισμα των φύλλων, ν’ αγγίζεις τους αγαπημένους σου, ν’ απολαμβάνεις τη μυρωδιά της κανέλλας, να γεύεσαι ένα ευωδιαστό ξινόμηλο. Τρόπου αρνητικής δεξίωσης~ ίσως και βλάσφημης. Με εξαιρέσεις ελάχιστες, λίαν ελάχιστες, η παχυσαρκία δεν έχει να κάνει με την απόλαυση, αλλά με την άρνηση της απόλαυσης. Δεν έχει να κάνει με την αγάπη προς τα εδέσματα, αλλά με την βουλιμική άρση μιας τέτοιας αγάπης. Δεν έχει να κάνει με μια συμποσιακή ευεξία και συνεύρεση με φίλους αλλά με την κατάργηση της επικοινωνίας, με έναν ψυχικό εγκλεισμό, με μιαν απομονωτική τάση προς την κατάθλιψη. Κι ακόμα, δυστυχώς, η παχυσαρκία δηλοί ροπή κατά της σκέψης, της φιλοσοφίας, της ποίησης.
«Ας γίνουμε οι ποιητές της ζωής μας, και κυρίως στην παραμικρή λεπτομέρεια, ακόμα και στην πιο κοινότοπη», έλεγε ο Νίτσε στη Χαρούμενη Γνώση, μια προτροπή για την οποία θα διαδήλωνε με όλο του το είναι ο Όσκαρ Ουάιλντ. Και το να εκλαμβάνουμε τη διατροφή ως μία από τις καλές τέχνες, να μετατρέπουμε μιαν ανάγκη σε αρετή μιας ποιητικής, σημαίνει να γινόμαστε ολοένα και πιο ανθρώπινοι, ολοένα και πιο στοχαστικοί, ολοένα και πιο νοσταλγικοί, γιατί ο άνθρωπος είναι το ον του χρόνου, το ον που έχει μνήμη και πορεύεται διά της μνήμης, και όπως λέγει ο Γιάννης Ευσταθιάδης «το ρήμα ‘τρώγω’ έχει σχέση και με τον χρόνο», καθώς επίσης και «τρώμε για να θυμηθούμε».
Ας εκληφθεί, λοιπόν, ως μικρή συμβολή μου στην Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής, το να σας συστήσω δύο βιβλία σχετικά με την απόλαυση της γεύσης και τη σχέση της εστίασης με την ποίηση και τη φιλοσοφία. Το ένα: Η κοιλιά των φιλοσόφων/Κριτική του Διαιτητικού Λόγου, γραμμένο από τον ευφυή στοχαστή Michel Onfray (μτφρ. Θεοδώρα Καραβατζή & Δέσποινα Γεράση, εκδ. Εξάντας), όπου εξετάζονται, με οξυδέρκεια και χιούμορ, οι διατροφικές συνήθειες προσωπικοτήτων όπως ο Διογένης, ο Ρουσό, ο Καντ, ο Μαρινέτι, ο Σαρτρ, και επιχειρείται η απαρχή μιας «διαιτηθικής». Το δεύτερο: Απίκιος Άπαντα, γραμμένο από τον λεπταίσθητο ποιητή και συγγραφέα Γιάννη Ευσταθιάδη (εκδ. Μελάνι), όπου στεγάζονται πολύτιμα κείμενα ενός «ευτυχισμένου μνήμονα της γαστρονομικής ευωχίας».
Ας κλείσω με ένα απόσπασμα του Ευσταθιάδη: «Η γευστική απόλαυση είναι ισοδύναμη με την απόλαυση της ακοής, την οπτική ηδονή για πρόσωπα ή τοπία και την ανατριχίλα της ερωτικής αφής».

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 16/10/2008

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΠΟΛΙΤΙΚΗ


Το παρακάτωθι διαβάστηκε σήμερα, Τρίτη 14 Οκτωβρίου, από το Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, μεσημέρι παρά κάτι. Όπως είχα δει γραμμένο, καλλιγραφικά μάλιστα, σε μια τουαλέτα στον «Μπερντέ», ένα έξοχο στέκι μας στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα, ανάμεσα σε ένα σωρό ασυναρτησίες του μαρκαδόρου, «Το Παν Είναι Να Παραμείνεις Άνθρωπος». Καλή Πανσέληνο, απόψε!

Από την Πολιτική Οικονομία στην Ποιητική Οικονομία

Πότε για τελευταία φορά είπατε όχι όταν είχατε τη διάθεση, ακόμα και το δίκιο, να πείτε όχι; Πότε για τελευταία φορά αγοράσατε ένα δώρο που έκανε το βλέμμα του παραλήπτη του να λάμψει καινοφανώς; Πότε για τελευταία φορά χρησιμοποιήσατε το ρεπό σας για να ανακαλύψετε, παρέα με φίλους, μια γειτονιά της πόλης σας, σουλατσάροντας στους δρόμους και στα σοκάκια της; Πότε για τελευταία φορά κλείσατε για ένα εικοσιτετράωρο την τηλεόραση; Πότε για τελευταία φορά διαβάσατε Ηράκλειτο, Πλάτωνα, Σοφοκλή, Αριστοφάνη; Ή ακόμα Σιμενόν, Τσάντλερ, Χάμετ; Ιζό; Πότε για τελευταία φορά αναρωτηθήκατε γιατί δεν φωτογραφίζεται και δεν δίνει συνεντεύξεις ο commander Τόμας Πίντσον; Πότε για τελευταία φορά καταπιαστήκατε με το στοχαστικό εικαστικό έργο του Γιώργου Χατζημιχάλη; Πότε για τελευταία φορά πήρατε το οικογενειακό σας άλμπουμ και χαθήκατε λυτρωτικά μέσα σε αναμνήσεις βαρύτιμες; Πότε για τελευταία φορά σκάσατε στα γέλια λέγοντας ανέκδοτα ο ένας στον άλλο; Πότε για τελευταία φορά ζητήσατε συγγνώμη με κάθε ειλικρίνεια; Πότε για τελευταία φορά ακούσατε μουσική μην κάνοντας τίποτε άλλο; Πότε για τελευταία φορά είπατε «δε βαριέσαι» και πήγατε να ξοδέψετε όλο το μηνιάτικό σας σε χαριτωμένες μπούρδες; Πότε για τελευταία φορά ερωτευτήκατε για τα καλά; Πότε για τελευταία φορά αισθανθήκατε παιδί ξανά; Πότε για τελευταία φορά πήρατε το παιδί σας και ανεβήκατε στην Ακρόπολη; Πότε για τελευταία φορά ξεχάσατε να φορέσετε το ρολόι σας; Πότε για τελευταία φορά ευχηθήκατε να είχε πάρει το Νόμπελ Ποίησης η Κική Δημουλά; Πότε για τελευταία φορά καβγαδίσατε με τους οικείους σας για το εάν είναι μεγαλύτερος μουσουργός ο Beethoven απ’ τον Mozart; Πότε για τελευταία φορά πήγατε στο Παρίσι άνευ αποχρώντος λόγου; Πότε για τελευταία φορά πήρατε τη φωτογραφική σας μηχανή και φωτογραφήσατε αγαπημένες γωνιές του σπιτιού σας; Πότε για τελευταία φορά αισθανθήκατε με γλυκό καμάρι ότι στο σπίτι σας υπάρχουν πράγματι γωνιές αγαπημένες; Πότε για τελευταία φορά μαγειρέψατε με κέφι μεγάλο για να καλέσετε πέντε φίλους να συμποσιαστούν μαζί σας; Πότε για τελευταία φορά παίξατε σκάκι, κουμκάν, πόκερ, πρέφα, δηλωτή; Πότε για τελευταία φορά γράψατε ένα χορταστικό πολυσέλιδο γράμμα και το στείλατε με το ταχυδρομείο; Πότε για τελευταία φορά αφήσατε το γάμο για να πάτε για πουρνάρια;

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 14/10/08

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ, ΠΑΙΔΕΣ!


Propaganda


Κυριακάτικες Βραδιές στο Barrio, Κεραμεικού 53, Μεταξουργείο. Καλή jazz, blues διαθέσεις, ροκ ιστορίες. Την Κυριακή, 19 Οκτωβρίου, από τις 6 το απόγευμα έως αργά τη νύχτα, ένα αφιέρωμα στον σπουδαίο Chet Baker, με αφορμή τα 20 χρόνια από το θάνατό του. Την Κυριακή, 26 Οκτωβρίου, ο Μπαμπασάκης προσφέρει δωρεάν 20 υπογεγραμμένα αντίτυπα του cult βιβλίου του «Harmolypi’s Blues» (εκδόσεις Μεταίχμιο). Ελάτε να τα πούμε και να τα πιούμε!

Ξεκίνησε δυναμικά η εκπομπή Radio Propaganda! Κάθε Παρασκευή κοντά σας η «Φωνή της Λαϊκής Ελίτ», από το Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, 11 το πρωί με 2 το μεσημέρι, με μουσικές εξαίσιες, με θέατρο, κινηματογράφο, εικαστικά, σκάκι, παρουσιάσεις βιβλίων και περιοδικών, και άλλα πολλά.

Συνεχίζεται το πεντάλεπτο «Ραδιοχρονογράφημα», μεσημέρι παρά κάτι, όπως πάντα, στους 90,4 FM. Επίσης, ο «Αφρός των Ημερών», κάθε Σάββατο 11 το βράδυ με 1 μετά τα μεσάνυχτα, και ακολουθεί το «Jukebox του Μεσονυκτίου», από τη 1 έως τις 3, με μουσικές επιλογές που κινούνται ανάμεσα στη μέθεξη της jazz και την αγέρωχη μελαγχολία των blues.
Η ποίηση είναι και δείχνει το αντίθετο του χρήματος, της «πόρνης της κοινής του γένους των ανθρώπων» [Σάββας Μιχαήλ, «Homo Poeticus», εκδ। Άγρα, σ. 61]

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2008

Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ


Radioproraganda

Είναι γεγονός! Από αύριο, Παρασκευή 10 Οκτωβρίου, και κάθε Παρασκευή, έντεκα το πρωί με δύο το μεσημέρι, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM (τηλέφωνο 210-4224441 και 2 και 3), η εκπομπή-μαμούθ Radio Propaganda – Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ, με τον Γιώργο-Ίκαρο Μπαμπασάκη και το Συνεργείο του. Επίλεκτα μουσικοτεμάχια, πολιτιστικές ειδήσεις, θέατρο, κινηματογράφος, εικαστικά, βιβλίο, προτάσεις για cd κλασικής μουσικής, jazz και ροκ, συνταγές μαγειρικής, σχόλια. Και πολλές εκπλήξεις.

Η εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών» παραμένει κάθε Σάββατο, αλλά θα αρχίζει πλέον στις 11 το βράδυ και θα διαρκεί έως τη 1 μετά τα μεσάνυχτα. Θα ακολουθεί, από τη 1 έως τις τρεις, το «Τζουκμπόξ του Μεσονυκτίου», μουσικές επιλογές του Μπαμπασάκη, με έμφαση στην jazz και στα blues.

«Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια».

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ


Το παρακάτω ακούστηκε σήμερα, μεσημέρι παρά κάτι, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM. Παρά την ραθυμία των ημερών, εργαζόμαστε παραλλήλως πυρετωδώς για την προετοιμασία της εκπομπής-μαμούθ «Radio Propaganda – Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ», που θα μεταδίδεται κάθε Παρασκευή, έντεκα το πρωί με δύο το μεσημέρι, από το Κανάλι 1.

Προβλήματα Μετακίνησης

Απεργία, σύστριγκλο στους δρόμους, τίτλοι εφημερίδων που θυμίζουν Κραχ ίσως και ποτοαπαγόρευση, άρα ως άνθρωποι σώφρονες και νουνεχείς, το κορίτσι μου κι εγώ, κηρύξαμε τριήμερο λούφας. Περίπατοι απανωτοί με ρυθμούς μαροκινά νωχελικούς, καφέδες αρωματικοί, μετά σ’ ένα κατάστημα αερομοντελισμού όπου αποκτήσαμε παλιά αεροπλανάκια από φελιζόλ, εξαφανισμένα εδώ και δεκαετίες, καθώς και ένα συναρμολογούμενο βομβαρδιστικό, προορισμένο να ενσωματωθεί σε εικαστικό έργο, συν κοζάκους πολεμιστές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Εν συνεχεία, εγκλεισμός στο σπίτι, μια περιδιάβαση στο σύμπαν του Τζακ Κέρουακ και του «On the Road», ξεκοκαλίζοντας παλιές εκδόσεις, μία πρόσφατη, την επετειακή για τα πενήντα χρόνια αυτού του εμβληματικού μυθιστορήματος, όπου παραδίδεται το αυθεντικό κείμενο, δίχως τις διορθώσεις, με τα κανονικά ονόματα Κέρουακ και Κάσαντι, και όχι Σαλ Πάρανταϊς και Ντην Μόριαρτι, ακριβώς όπως συνέθεσε το έργο ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας τον περιλάλητο, δικής του επινοήσεως ρολό για να ρέει η γραφή~ έπειτα, το ρίχνουμε στο μαγείρεμα, ενώ παραλλήλως, ως, είπαμε, σώφρονες και νουνεχείς άνθρωποι ακούμε τον Alfred Brendel να παίζει στο πιάνο του Beethoven, ενώ στο φτωχικό κονάκι μου απλώνεται η θαυμάσια μυρωδιά του μαριναρισμένου αγριογούρουνου. Τέσσερα μπουκάλια κόκκινο γαλλικό κρασί είναι παραταγμένα σαν ευπειθείς δραγόνοι στον πάγκο της κουζίνας και περιμένουν να βρέξουν τα διψασμένα μας λαρύγγια. Ανάβω σιγαρέτο άφιλτρο, βεβαίως, με τον νεοαποκτηθέντα Zippo μου που φέρει έναν άσσο μπαστούνι, ενώ το κορίτσι μου τρώει ένα τραγανιστό ξινόμηλο και ενώ, επίσης, έχουμε πλέον λησμονήσει, και θα εξακολουθήσουμε να λησμονούμε όλο το τριήμερο, ονόματα πολιτικών ηγετών, καθώς περιμένουμε να φιλέψουμε υψηλόβαθμα στελέχη του Συνεργείου «Η Λαϊκή Ελίτ» που θα πλαισιώσουν την εκπομπή Radio Propaganda. Δεν μας λείπει το γάργαρο γέλιο, τα απανωτά αστεία, οι πλούσιες συζητήσεις σχετικά με το νόημα της σύγχρονης τέχνης, τη θαυμαστή αντοχή καλλιτεχνών όπως η Λουίζ Μπουρζουά, την κυκλοφορία από χθες του Tell Tale Signs, του Bob Dylan, το όγδοο πακέτο της σειράς των bootlegs του Τροβαδούρου. Είναι ωραίο ενίοτε να κάνεις τέτοιες ντρίπλες, τέτοιες τρίλιες μες στη γενικευμένη κακοφωνία, να ξεγελάς το πνεύμα των καιρών, και να επιχειρείς ανακουφιστικά σλάλομ στο ναρκοπέδιο της μονοτονίας. Κάτι ξέρουμε κι εμείς, που δεν κάνουμε απολύτως τίποτε άλλο. Ω, ναι, η ζωή καμιά φορά είναι όμορφη και εύκολη. Ω, ναι, στο χέρι μας είναι καμιά φορά να κάνουμε πράξη τον στίχο του Νίκου Καρούζου «ομορφαίνω τη μοίρα».

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 08/10/08

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

ΣΕΛΙΝ




Το παρακάτωθι ακούστηκε σήμερα, 7 Οκτωβρίου 2008, από το Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, μεσημέρι παρά πέντε.


Όταν το δάχτυλο έδειχνε το φεγγάρι, ο ηλίθιος κοίταζε το δάχτυλο. Μες στη δίνη των σκανδάλων, ακόμα ένα – ναι, ακόμα ένα σκάνδαλο, και τι σκάνδαλο! Μεταφραστής ο ίδιος, μερικές φορές στη βραχεία λίστα, ήτοι στο παρά πέντε και παρά τρίχα για την απονομή κρατικού βραβείου, το οποίο για μένα μονάχα οικονομικό ενδιαφέρον θα είχε, δήλωσα υπευθύνως προ μηνών, συμπληρώνοντας μάλιστα σε Κέντρο Εξυπηρετήσεως Πολιτών υπεύθυνη δήλωση του Νόμου 105, ότι η πληρέστερη, καλύτερη, εναργέστερη, ιδιοφυέστερη μετάφραση που εκπονήθηκε και κατορθώθηκε τα τελευταία πολλά χρόνια είναι αυτή της Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου που μας δώρισε στα ελληνικά τον λογοτεχνικό ογκόλιθο Ταξίδι στην άκρη της νύχτας του Σελίν. Έγραψα για τούτο το ανδραγάθημα στο περιοδικό «Γαλέρα» και στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος». Υποστήριξα ότι δεν πρόκειται απλώς για μετάφραση αλλά για εκ νέου επινόηση της υπέροχης γλώσσας που είναι τα ελληνικά. Θεώρησα, εντός μου, και το διαλάλησα, σε φίλους και γνωστούς, ότι η εν λόγω μετάφραση και εκ νέου επινόηση της γλώσσας μας θα βραβευθεί όπως-και-δήποτε. Κούνια που με κούναγε, κι εμένα και όλους όσοι, πέρα από προσωπικές ιστορίες, λατρεύουμε ό,τι αξίζει και τρώμε τα χρόνια μας στηρίζοντάς το, αδόλως, ανιδιοτελώς και ανυστεροβούλως. Παραδίδω στην αιωνιότητα τα ονόματα της επιτροπής του ΕΚΕΜΕΛ που με ψήφους τέσσερις έναντι μιας δεν έστερξε να βραβεύσει τον Σελίν της Μαργέλλου (: Τ. Θεοδωρόπουλος, Ε. Ζέρβα, Ε. Λυχναρά, Σ. Πασχάλης, Λ. Τσιριμώκου), και σπεύδω να παραθέσω ένα απόσπασμα από το κείμενό μου για το Ταξίδι, μειδιώντας πικρά καθώς σκέφτομαι ότι σε τούτη εδώ τη χώρα κάνουν κουμάντο οι ηθικώς/πνευματικώς/ψυχικώς πυγμαίοι: Είναι ήδη κοινός τόπος, και έχει τονιστεί από πολλούς, ότι η εργασία της Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου είναι άθλος. Όλα τα συστατικά της σελινικής γλώσσας έχει κατορθώσει να τα γυρίσει στα ελληνικά. Παρηχήσεις και συνηχήσεις («Λυσσιάζω! λυσσομάνι! λαχανιάζω!», «Τέρμα το αίμα», «πάλλουσα απαγγέλουσα», «ρουθουζίνουν φρουμάζουν, ντιντινίζουν», «ανόρεχτοι ανιχνευτές ανυπόστατων Κυθήρων»), ιλιγγιώδεις εναλλαγές στον ρυθμό, εξόχως πετυχημένη μίξη λέξεων της καθαρεύουσας, της καθομιλουμένης, της αργκό, της ιατρικής ιδιολέκτου, αντλώντας από αιώνες τεθνεώτων και ζώντων ελληνικών (κερχανάς, μέγκλα, στανικός, γανιασμένος, αλλά και ποδόμακτρον, χειρόκτια, οιδαλέος), ακριβέστατη μεταφορά στρατιωτικών, επιστημονικών, τεχνικών όρων, και μία εύχυμη, μουσική, ποιητική οργάνωση των φράσεων, καθιστούν το εγχείρημα της ΣΙΜ όχι απλώς μιαν ακραιφνώς ανεπίληπτη μετάφραση αλλά, πρέπει να πούμε, ένα αυτόνομο έργο, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να δούμε ότι εντέλει στην έκδοση της Εστίας έχουμε ένα πακέτο δύο αριστουργηματικών κειμένων σε ένα, ότι η μεταφράστρια με όχημα/πρόσχημα μια μεταφραστική εργασία προβαίνει σε μιαν εμπνευσμένη μα και μεθοδικότατη επανεπινόηση της ελληνικής γλώσσας (αντλώντας από αιώνες δημιουργίας κάθε λογής ποίησης και πεζογραφίας στη χώρα μας), καλώντας μας κατ’ ουσίαν και πάλι να ανακαλύψουμε, απολαύσουμε, αναγνωρίσουμε και, γιατί όχι;, χρησιμοποιήσουμε τον πλούτο των ελληνικών. Οφείλουμε να είμαστε ευγνώμονες απέναντι σε τέτοιες πολύτιμες προσφορές!

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 07/10/2008

Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2008

ΡΑΔΙΟΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ


Το παρακάτω ακούστηκε σήμερα, 6 Οκτωβρίου, από το Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, μεσημέρι παρά κάτι! Οσονούπω, RADIO PROPAGANDA, Η Φωνή της Λαϊκής Ελίτ!


Πρώτα το Κείμενο, μετά ο Τίτλος

Το Κείμενο

Από την Παρασκευή το πρωί, κινούμενος ανάμεσα στην Πλατεία Παπαδιαμάντη, τα Άνω Πατήσια, και το Μεταξουργείο, έμαθα ότι η Έφη είναι ερωμένη του Δημήτρη και στις 11 θα περάσει από το σπίτι του, αφού τελειώσει κάτι δουλειές με τράπεζες~ ότι ο Μανόλης θα αγοράσει φούρνο μικροκυμάτων γιατί θέλει να μαγειρεύει μια φορά την εβδομάδα, να καταψύχει τα μαγειρευθέντα και μετά να τα απολαμβάνει αφού τα ζεστάνει στον εν λόγω φούρνο~ ότι η Στέλλα και ο Σπύρος θα συναντηθούν στο Mall για καφέ και για να χαζέψουν στα μαγαζιά~ ότι έχει χαλάσει το αμπραγιάζ του αυτοκινήτου του Γιώργου~ ότι παραπάνω από τα μισά τραγούδια του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο «Ασπρομόντε» είναι πολύ καλά~ ότι δεν θα πάει τελικά στο Ναύπλιο το ερχόμενο Σαββατοκύριακο η Σοφία~ ότι σκέφτεται να μην ψηφίσει κανέναν μη-πω ο Γιάννης στις επόμενες εκλογές~ ότι πέρασε η ίωση του Σταμάτη, τον ταλαιπώρησε πολύ, ναι, αλλά πέρασε πια~ ότι τους τελευταίους μήνες δεν πάει στον κινηματογράφο ο Τάσος, αλλά βλέπει μαζεμένες τις ταινίες σε dvd με φίλους, στο σπίτι του~ ότι έχει μετανιώσει ο Νίκος για το ότι χώρισε τόσο άσχημα με τη Μαρίνα~ ότι όπως-και-δήποτε θα διαβάσει τα άπαντα του Τζόναθαν Κόου έως τα Χριστούγεννα ο Φίλιππος~ ότι πρέπει επιτέλους όλοι εμείς, η γενιά των γεννημένων ανάμεσα στα 1955 και 1960 να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι δεν είμαστε πια σε μια παρατεταμένη παιδική ή εφηβική ηλικία και, συνεπώς, να συμφιλιωθούμε και μεταξύ μας~ ότι ο Χάρης χρειάζεται μια γενναία αλλαγή παραστάσεων~ ότι στη Σκωτία υπάρχουν πενήντα εννέα αποχρώσεις του γκρίζου~ ότι η Ξένια φέτος θα φοράει ρούχα μάλλον χαχόλικα~ ότι τους άρρενες emo τους λένε «καγκούρια»~ ότι θα συνεχίσει, κατά πάσα πιθανότητα, το μεταπτυχιακό στην Καλών Τεχνών ο Αλέξανδρος~ ότι σύμφωνα με την κυρία Δήμητρα Ιωάννου ήσαν φέτος εξαιρετικά τα λεμονάτα ροδάκινα~ ότι ο Βαγγέλης διατείνεται πως ο Giorgio Agamben είναι ο πιο ενδιαφέρων στοχαστής των τελευταίων δέκα ετών~ ότι, όπως υποστηρίζει ο κύριος Στέφανος Θεοχάρης, γενικός παθολόγος, είναι μύθος πως άμα πιεις ποτό που μέσα του έχει πέσει κατά λάθος στάχτη παθαίνεις μεγάλη ζημιά~ ότι η Βασιλική κάπου διάβασε πως τα ασύρματα τηλέφωνα εκπέμπουν μεγαλύτερη ακτινοβολία από τα κινητά~ έμαθα αυτά, λοιπόν, από την Παρασκευή το πρωί, κινούμενος ανάμεσα στην Πλατεία Παπαδιαμάντη, τα Άνω Πατήσια, και το Μεταξουργείο~ αυτά και άλλα πολλά~ και τα έμαθα, χωρίς να κάνω το παραμικρό, τα έμαθα ακούγοντας ανθρώπους πλάι μου, πίσω μου, μπροστά μου, σε ουρές στην τράπεζα της γειτονιάς μου, στο σούπερ-μάρκετ, σε ταξί, στο μπαρ όπου συχνάζω, να μιλούν χειρονομώντας, εντόνως συνήθως, στα κινητά τηλέφωνά τους.

Ο Τίτλος

Δέκα χιλιάδες νέες και νέοι έδωσαν εξετάσεις, για καμιά εκατοστή θέσεις, στην πρώην ΚΥΠ (Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών), νυν ΕΥΠ (Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών). Προς τι;

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 06/10/08

ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ



Όποιοι διατηρούν τις όποιες σχέσεις με τον Σιώτη και τα (δε)κατα από σήμερα, 6 Οκτωβρίου 2008, δεν έχουν να περιμένουν το παραμικρό από εμένα.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 6 Οκτωβρίου 2008

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

ΛΑΓΙΟΣ




Ηλία μου…

όλα εκείνα τα βράδια με τη βάρδια στης ποίησης την μύηση και στου έρωτος την οίηση~ όλα εκείνα τα θεσπέσια μαγειρέματα τότε που, καθώς έλεγες, σε ξενοδόχευα, εκεί στην Κυψέλη, στην οδό Σύρου, στις παρυφές του κόκκινου απείρου, και τραγουδούσαμε αγκαλιά και βουρκωμένοι πάντα, «Αδερφέ μου, τώρα που ’σαι άρρωστος, έτυχε κι εγώ να είμαι άφραγκος», αίνος στον οίνο, και να ’μαστε οι δυο μας μια γαλάζια άγρια κι άγια μπάντα, μια γλυκιά συμμορία, ψέλνοντας ωραία και βραχνά τη Μαρία, την Άννα, την Δηώ, τη Μόνικα, τη Μαριάννα, την Ελένη, την Αθηνά την εμού και την Αθηνά την εσού, τον Χρήστο τον μακαρίτη, και τόσες και τόσους, σε ξέφρενα πλάτη κι αλλόφρονα μήκη που ήσαν για μας γης και πατρίς και οίκος και σπίτι~ όλα εκείνα τα πρωινά με το εωθινό σεκλέτι, με τον έσω σεβντά, με τα ντους τ’ απανωτά και με τα προ του ούζου τηγανητά αβγά~ το σμαραγδένιο βλέμμα σου, τη φωνή σου όταν έκλαιγε και το κλάμα σου όταν φώναζε, και το γέλιο σου, και το γέλιο μου, τα ουρανομήκη ομηρικά όμορα γέλια μας όταν χλευάζαμε τους κακομούτσουνους και τους ατάλαντους και τους χαμερπείς, πρίγκιπες εμείς, πρίγκιπες, το ξαναλέγω, πρίγκιπες που όλες μας δόθηκαν οι εύμορφες γιατί κι εμείς, ψυχή τε και σώματι (αχ, σώματι!) τους δοθήκαμε μεσημέρι και βράδυ και πρωί~ το πώς μου στάθηκες όταν ουδείς άλλος μου στάθηκε~ το πώς σου γνώρισα τον Μανουσάκη τον Μανόλη, και πώς, μερόνυχτα γλυκά δουλέψαμε την «Έρημη Γη», στην Ερατώ για να εκδοθεί~ πώς με κάλυψες, ξανά και ξανά, όταν η αφροσύνη μου χτύπαγε κόκκινα και κινδύνευα~ το πώς μου χάρισες το δίτομο θαυμάσιο έργο του Κωνσταντίνου Ιω. Λογοθέτη (τόμοι Α & Β, Εν Αθήναις 1939), «Η Φιλοσοφία του Εγέλου και η Επίδρασις αυτής επί την νεωτέραν και σύγχρονον Διανόησιν», με την συγκλονιστική, για όσες και όσους ήξεραν τα δρώμενα, αφιέρωση, «Στον Ίκαρο, της αγάπης φιλάκι… ‘διά τας ημέρας’ (και τις νύχτες) 4/4/93»~ που τρέχαμε, ξανά και ξανά, με την μικρή Αγγελική στου Ζωγράφου το κοιμητήρι, για να πέσεις πίστομα στου Χρήστου τον τάφο και να κλάψεις και να κλάψεις και να κλάψεις ώσπου πια άλλα δάκρυα να μην έχεις~ που μαγείρεψες, πάλι και πάλι και πάλι, στη Σύρου και στη Βεϊκου και στη Μουσούρου και στην Κλεομένους, και όλοι, μα όλοι, σαστίζαμε από των γεύσεων τη μελωδία~ που έγραψες ποιήματα αστροφώτιστα ονειροφόρα ηδύτατα για ό,τι αγάπησες, για ό,τι σ’ αγάπησε, για ό,τι μπορέσαμε να αγαπήσουμε μες στα ερείπια μιας εποχής~ που ήσουν «τριφυλάρα», βαμμένος πράσινος, βαζέλας, και κατακόκκινος αιρετικός κομμουνιστής, του Άγι Στίνα απόγονος μα και ντουρουτικό τσογλάνι~ που ήξερες απ’ όλους μας καλύτερα τον πλούτο της γλώσσας μας πλούσια να τον πλουτίζεις~ που εσύ χαμογελούσες και χάνονταν οι άλλοι~ που ο αγαπημένος σου σκακιστής ήτανε ο αγαπημένος μου σκακιστής: ο Μίσια Ταλ~ που έλεγες, τον Έλιοτ παρωδώντας, «Είμαι ορθόδοξος στο θρήσκευμα, κλασικιστής στην ποίηση, κομμουνιστής στο φρόνημα»~ που τα μαλλιά σου ήσαν πανέμορφα~ που στα τριακοστά τρίτα μου γενέθλια χορεύαμε αγκαλιά εσύ κι ο Κακουλίδης κι εγώ το «Αλοζανφάν» τραντάζοντας τον όροφο, την πολυκατοικία, την Κυψέλη, την Αθήνα, την Ελλάδα, τον πλανήτη, το σύμπαν~ που σχεδιάζαμε να γράψουμε ένα βιβλίο για τους ήρωές μας (ανάμεσά τους κι ο δαντελένιος ο Γραμμός κι ο στρατηγός Δομάζος) αφιερωμένο στους πατεράδες μας που δεν καταφέραμε ποτέ να τους μισήσουμε~ που χόρευες και χόρευες και χόρευες σαν άγιος δερβίσης τ’ ουρανού και όλες οι γλυκές οι αγγελένιες σε ήθελαν, βούρκωναν και σου δίνονταν~ που κανείς κακός δεν μπορούσε να μας συγχωρήσει το ότι όλες, μα όλες, οι καλές τα πάντα, με φιλιά γλυκά, μας συγχωρούσαν~ το ότι ήταν μεγαλειώδης η ταπεινοσύνη μας και, ω, ναι, ταπεινό το μέγα μεγαλείο μας~ το ότι το βλέμμα σου ήταν το αίμα σου~ το ότι ήξερες ότι ξέρεις~ ω, το ότι ήξερες ότι ξέρεις ότι ξέρουν~ το που μου δώρισες ένα ποίημα από τις «Μουζικούλες» σου, τον σλάβικο «Γαλάζιο Τάφο»~ το πόσο τρυφερά μιλούσες για τη θυγατέρα σου, αχ, τότε, πόσο γλυκά χαμογελούσες~ το πόσο παλλόμενος το «Σαν μαγεμένο το μυαλό μου» και το «Μισεύω εξαιτίας σου», άμα τη έω, τραγουδούσες~ το που την Σόλωνος, συ, διαφέντευες και κάθε μέρα κατακτούσες…

… ποτέ όλ’ αυτά δεν θα ξεχάσω!

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης


Λίγα Λόγια Λάγιου

Κι εσύ καρδιά μου αδυναμία σε θλίψης θερμοκήπια
Γείρε να πιεις το δάκρυ σου στα δαφνοχείλη ερείπια
Σε πελαγίσια προσευχή πρόσφερε υφής ψιμύθι
Μεθούν με θάνατο απαθή οι ξανθονιμμένοι λίθοι
Ασκήσεις (Ι-ΙΧ), εκδ. Ωλήν

Η λύκαινα η κυρά μου τρέχει αναζητώντας τον χαμό~
χαμού χαμός χαμότατος, δικός μου ή δικός της.
Το εικοσιτετράωρο της Δηούς, εκδ. Καστανιώτης

Που μιαν ημέρα μόνον, αχ,
που να μην σ’ έβλεπα μαράζωναχ.
Το βιβλίο της Μαριάννας, εκδ. Ίκαρος

Αστέρι της αυγής, συλλογισμένο
θέλει στα μέλη σου σταθή κι αυτό το χάδι~
ρυθμίζεις το αναλφάβητο σκοτάδι
σ’ έναν χορό χαράς~ θα σ’ αναμένω.
Μουζικούλες, εκδ. Ερατώ

Σκούζουν κοράκοι, τα κωφάλαλα κρωξίματα
που απ’ ίσκιο τρόμου απλώνονται σ’ όλα τα μέρη.
μη σέρνεις, λύμματα, τ’ αμαρτωλά σου βήματα,
στην επικράτεια που δε φέρει μεσημέρι.
αρνήσου δαιμονικά κρυφογνεψίματα,
τα μολυσμένα αρτύματα που σου προσφέρει.
θυμήσου ποιος περιπατεί πάνω στα κύματα,
κι είναι η καρδιά του αιματωμένο περιστέρι,
χέρι, που διώκει δόλους και φτενά κλεψίματα,
ποιος σφάζει τη θεότητά του κι υποφέρει.
οικεί σε ποιήματα κι υψόμετρα και κλίματα
που κελαηδεί κορυδαλλός και πνέει τ’ αγέρι,
και σβήνει του διαβόλου τα κακά ταξίματα
με το ν’ ανάφτει τον σταυρό του λιανοκέρι.
κι οίνο κερνάει την ανθρωπότητα απ’ τα κλήματα
που κάρπισαν στο σώμα του, όλο καλοκαίρι.
Ο Άνθρωπος από τη Γαλιλαία, εκδ. Ερατώ

Παράπονο δεν έχω, μάνητα δεν κρατώ εδώ απεδόθη αληθής η δικαιοσύνη./ Αν σε τυφλώσει η αμαρτία, θα τυφλωθής στ’ αλήθεια – γουστάρω./ Συγγνώμη από κανέναν δεν ζητώ, δεν καταδέχομαι το έλεος,/ κρατήστε γι’ άλλους την συγχώρεση, το ψόφιο πράμα./ Χαίρε ο φίλος. Που και που ας με θυμάσαι, αγάπη μου.
Φεβρουάριος 2001, εκδ. Ερατώ


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα City-Press τον Οκτώβριο του 2005.