Συνολικές προβολές σελίδας

Τρίτη 31 Μαρτίου 2009

Βραδιά ΤΖΑΚ ΚΕΡΟΥΑΚ



Βραδιά JACK KEROUAC στο Barrio



Την Κυριακή, 12 Απριλίου, στο Barrio, Κεραμεικού 53, από τις 6 το απόγευμα και έως αργά, ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης οργανώνει βραδιά αφιερωμένη στον μεγάλο συγγραφέα και ποιητή ΤΖΑΚ ΚΕΡΟΥΑΚ.

Σαράντα χρόνια από το θάνατό του, στα 1969, μισό αιώνα και δύο έτη μετά την έκδοση του θρυλικού ON THE ROAD, ο Κέρουακ είναι πάντα ζωντανός και επίκαιρος.

Στη βραδιά, θα παρουσιαστούν τα βιβλία του Κέρουακ (εκδόσεις Ηριδανός) «Mexico City Blues» και «Η Σούτρα της Χρυσής Αιωνιότητας» (εκδόσεις Απόπειρα), που μόλις κυκλοφόρησαν μεταφρασμένα από τον ποιητή Γιάννη Λειβαδά.

Οι τοίχοι του Barrio θα είναι στολισμένη με φωτογραφικό υλικό σχετικά με τον Κέρουακ και τους άλλους πρωταγωνιστές της Γενιάς Beat. Το υλικό αυτό είναι επεξεργασμένο εικαστικά από το Συνεργείο «Η Λαϊκή Ελίτ», το Radio Propaganda, και την Ελεάννα Μαρτίνου.

Θα προβληθούν ταινίες για την Γενιά Beat και τον Τζακ Κέρουακ. Τα ηχεία θα παίζουν jazz μουσική που αγαπούσε ο Κέρουακ, καθώς και ηχογραφημένες απαγγελίες με τη φωνή του.

Ο Γιάννης Λειβαδάς και ο Μπαμπασάκης θα απαγγέλλουν ποίηση του Κέρουακ.

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2009

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ




Ένα Ποίημα


κι
ύστερα

έγιναν
τα δάκρυα
χαμόγελο

κι
ο
θόρυβος
μουσική
μουζικούλα
γίνηκε

τ’
αστέρια
και
πάλι
έλαμπαν
στα
καταγώγια
και
εις
τα
κελάρια

Ε
Γ
Ω

Ήμουνα

Ε
Σ
Υ

Εσύ

Ε
Σ
Υ

Ήσουνα

Εγώ

ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ

μου,

και κατόπιν

άναψα

ένα τσιγάρο

κι

ύστερα

ήπια πάλι

ένα ποτήρι

κρασί

και μετά,

ΗΝΕΩΧΘΗΣΑΝ

ΟΙ

ΟΥΡΑΝΟΙ

Και
Έγιναν
Χρώματα
Τα
Βλέμματα,

μάτια μου,

χρώματα
έγιναν
τα
βλέμματα,

μάτια μου,

κι
ΕΣΥ

Έγινες
Ένα
Κόκκινο
Καυτό
Καλούδι

Ένα
Πριν
Έγινες
Ένα
Μετά
Ένα
Νυν
Ένα
Πάντα

κι
ήσουν

Στο
Παρίσι
Στο
Άμστερνταμ
Στο
Βερολίνο
Στα
Εξάρχεια
Στη
Βαρκελώνη,

κι
ήσουνα

ΑΙΜΑ

Φωτιά
Φώτα

κι
ένα
δέντρο
ήσουνα,

κι
ένας
δρυμός

και
μια
βάρδια
και
μια
βραδιά

κι
ένας

Α
Ι
Ω
Ν
Α
Σ

κι
εγώ

έπινα
ως
το
ξημέρωμα
κι
εγώ
ήμουν

ένα
ανάθεμα

κι
εγώ

σούβλιζα
τα
δευτερόλεπτα

κι
εγώ

κάθε
καημό
κάπνιζα

κι
εγώ

έβηχα

κι
εγώ
έγινα

ένα
σύγνεφο

κι
έβρεχα

λέξεις
ρημάδια

λέξεις
λουλούδια

λέξεις
πουλιά

λέξεις
ψωμιά

για να
γίνει
το
ποίημα
μόχθος

για να
γίνει
το
ποίημα
μόχθος


για να
γίνει
το
ποίημα
μόχθος

να
γίνει
σουγιάς
η
πεταλούδα

να
γίνει
πριόνι
η
παπαρούνα
να
γίνει
αφιόνι
η
χλόη
να
γίνει
κήπος
η
λαχτάρα
να
γίνει
χώμα
το
άγγιγμα

να
γίνει
γέλιο
η
ουλή

ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ




Το Καλό και το Κάλλος

Απ’ τη μια μεριά η Τέχνη της Εξουσίας κι από την άλλη η Εξουσία της Τέχνης. Από τη μια μεριά η αλόγιστη βαναυσότητα, πασπαλισμένη με κάποιες φιλοσοφικές διερευνήσεις ώστε να δικαιολογεί την ύπαρξή της, κι από την άλλη η προσήλωση του καλλιτέχνη στο να απαθανατίσει το κάλλος, να γίνει ένα με το κάλλος, να μην υπάρχει παρά μονάχα για το κάλλος και διά του κάλλους. Δύο διακριτοί κόσμοι που όμως υποχρεώνονται να συναντιούνται, να αντιπαρατίθενται, να συγκρούονται. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Τέχνη είναι η νίκη των ηττημένων, ότι διά της Τέχνης «εκδικούμαστε τα πράγματα», όπως έλεγε ο ποιητής Νίκος Καρούζος. Και η Γητεύτρα της Φλωρεντίας μοιάζει να είναι μια τέτοια νίκη, μια τέτοια εκδίκηση – η νίκη του Καλού και η εκδίκηση του Κάλλους. Ο Σάλμαν Ρούσντι κερδίζει ακόμα μια φορά το στοίχημα της Τέχνης και τορπιλίζει το θωρηκτό της Εξουσίας.
Μ’ έναν καταιγισμό ποιητικών εικόνων, δοσμένων με απαράμιλλη κομψότητα, ο Ρούσντι μάς ταξιδεύει στο χώρο και στο χρόνο, στο εκεί και στο άλλοτε, τόσο για να μας τέρψει όσο και για να σχολιάσει το εδώ και το νυν. Μιλώντας για τη Δύση και την Ανατολή του 15ου και του 16ου αιώνα, μεταφέροντάς μας μαγικά στη Φλωρεντία των Μεδίκων και στην πρωτεύουσα των Μογγόλων, πλάθοντας ήρωες φανταστικούς αλλά και παίζοντας με ιστορικές προσωπικότητες, θίγει το ζήτημα της ιστορίας και του μύθου, τη διαλεκτική πραγματικότητας και φαντασίας, την επίδραση που μπορεί να ασκήσει η επινόηση στο γεγονός.
Ταξιδιώτες και παραμυθάδες, ένας αυτοκράτορας που ζωντανεύει με τη δύναμη του νου του μια γυναίκα εκπάγλου καλλονής, την οποία μάλιστα επιβάλλει στην αυλή του, την κάνει κέντρο της ύπαρξης του αχανούς βασιλείου του, καλλιτέχνες που ταυτίζονται τόσο πολύ με το έργο τους ώστε να ζουν και να πεθαίνουν εντός του, τυχοδιώκτες που αφήνουν στο περιθώριο τις όποιες πεποιθήσεις και δρουν μονάχα για χάρη της περιπέτειας, πόρνες που θέλγουν τους πάντες, δολοπλόκοι που μηχανορραφούν αδιάκοπα, πλημμυρίζουν με την πληθωρική τους ύπαρξη και με τα πολύπλοκα καμώματά τους τις σελίδες του Ρούσντι, παρασύροντας τον αναγνώστη στο εσωτερικό ενός ιλιγγιώδους καλειδοσκόπιου συντεθειμένου από αλλεπάλληλες, πάντα μαγικές, ιστορίες που είναι προϊόντα μιας πολύχρονης έρευνας (ο Ρούσντι παραθέτει εκτενή βιβλιογραφία στο τέλος του βιβλίου) και μιας φαντασίας που καλπάζει καβάλα στο άτι της πραγματικότητας.
Το χιούμορ και ο αισθησιασμός ανταλλάσσουν χειραψίες με την βαθύνοια και την ευρυμάθεια, όπως σε όλα τα αφηγήματα του Ρούσντι. Η μαγεία, κυρίως ως τρόπος να αλλάζουμε την πραγματικότητα σύμφωνα με τις επιθυμίες μας, αλλά και ως τρόπος να επιβιώνουμε, ακόμα και να επιβαλλόμαστε, κάτω από συνθήκες δυσμενείς, πρωταγωνιστεί εκθαμβωτικά στο μυθιστόρημα αυτό που μοιάζει πολλές φορές να είναι μια αχανής αίθουσα γεμάτη με καθρέφτες όπου οι ήρωες αντανακλώνται ξανά και ξανά, εισβάλλοντας θαρρείς ο ένας στον άλλον, παίζοντας ο ένας με τη μοίρα του άλλου, αλλοιώνοντας πεπρωμένα, ανατρέποντας δεδομένα. Μέσα σ’ αυτή την αίθουσα, οι ιστορίες μοιάζουν ατέρμονες, αποκτούν μυριάδες διαστάσεις, εισδύουν η μία στην άλλη, γίνονται αίφνης πίνακες ζωγραφικής, μουσικές συνθέσεις, σμήνη πολύχρωμων πουλιών, αλλά και αιχμηρά λεπίδια που σχίζουν τα πέπλα των ψευδαισθήσεων, που ο ίδιος ο Ρούσντι έχει απλώσει, για να αποκαλυφθούν οι αλήθειες, που επίσης ο ίδιος ο Ρούσντι έχει αντλήσει από την πολυετή θητεία του στη συγγραφή.
Οι γυναίκες, σε τούτο το μυθιστόρημα, μολονότι εξαρτημένες από τους άντρες, κάποιες μάλιστα απλώς ανύπαρκτες στην πραγματικότητα, επινοημένες από έναν αυτοκράτορα κι έναν κατεργάρη, είναι ικανές να τους εμπνεύσουν, να τους ωθήσουν στη δράση, να τους μαγέψουν, να τους αφυπνίσουν κοιμώμενους πόθους, να τους οδηγήσουν άλλοτε στον θρίαμβο και άλλοτε στην πανωλεθρία. Οι άντρες, πότε κυριευμένοι από τη δίψα για δύναμη και πότε παλλόμενοι από πάθη ποιητικά, ενάντια στη δύναμη, ενάντια στην εξουσία, παλεύουν να βρουν το εγώ τους, να προσδιορίσουν την ταυτότητά τους, να δικαιώσουν, με κάθε διαθέσιμο μέσο, την ύπαρξή τους. Τόσο ο αυτοκράτορας όσο και ο παραμυθάς, τόσο ο εδραιωμένος ισχυρός όσο και ο περιπλανώμενος τυχοδιώκτης, πασχίζουν να τανύσουν τα όρια της ζωής τους, να μαγέψουν και να μαγευτούν, να εναντιωθούν στο φάσμα της φθοράς, στην απειλή της ανυπαρξίας, στο αναπόδραστο του τελικού χαμού. Με τη γνωστή του γενναιοψυχία, ο Ρούσντι μάς δωρίζει ένα πλήθος ηρώων που αποτελούν συνθέσεις και συμπλοκές των αντιφάσεών τους, ηρώων όπου εντός τους αντιμάχονται το Καλό και το Κακό, η ροπή προς τη δημιουργία και η ροπή προς την καταστροφή, οι αγέρηδες της τραχύτητας και η ηδεία αύρα της τρυφερότητας.
Αποφεύγω εσκεμμένα να μιλήσω για την πλοκή του μυθιστορήματος. Είναι ξέφρενη, είναι ένας βουερός, μα και μελωδικός, στρόβιλος από γεγονότα και μυθεύματα, από έρωτες και θανάτους, από προδοσίες και ανδραγαθήματα, από εξαπατήσεις και δολιότητες και εκδικήσεις και παραδοξότητες και παρεξηγήσεις. Σημασία έχει η εμπλοκή των θεμάτων που θίγει ο Ρούσντι, η μαγεία της γραφής του, ο τρόπος του να μας ξεναγεί σε μια φαντασμαγορία καμωμένη για την τέρψη μας αλλά και για να μας βάλει σε σκέψεις σχετικά με το νόημα της ζωής και τη σημαντικότητα της Τέχνης. Σημασία έχει το πώς δεν παύει να καταπιάνεται με τις ποικίλες αντιθέσεις και ομοιότητες Ανατολής και Δύσης, με το πώς οργανώνονται και πώς διαλύονται οι κοινωνίες, με το τι είναι ικανός να κάνει ο άνθρωπος τόσο μέσα σ’ ένα συγκροτημένο σύνολο όσο και σε καιρούς αποσάθρωσης των πάντων, με το τι μπορεί να σημαίνει ο έρωτας και η αγάπη, με το ποια ισχύ μπορεί να έχει ο εύηχος και ευφάνταστος λόγος (και εδώ, όπως και σχεδόν στο σύνολο του λογοτεχνικού του έργου, ο Ρούσντι δεν παύει να ερωτοτροπεί δημιουργικά με τις περιλάλητες Χίλιες και μία νύχτες). Κι ακόμα, σημασία έχει η εκ μέρους του τόσο γόνιμη αφομοίωση και αναδημιουργία των όσων κόμισε στην ανθρωπότητα η σοφία και το τάλαντο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, με τον οποίο ο συγγραφέας της Γητεύτρας της Φλωρεντίας δεν έχει σταματήσει ποτέ να συνομιλεί μέσα από τις σελίδες του.
Ας δούμε, προς τέρψιν και εν είδει ορεκτικού, με τι μαστοριά καταφέρνει ο Ρούσντι να συμπυκνώσει σε μια παράγραφο ένα κολοσσιαίο κεφάλαιο της ιστορίας της ανθρωπότητας, τη γένεση του Νέου Κόσμου:

Ένας άντρας και μια γυναίκα πλέουν μες στις ομίχλες και χάνονται σ’ έναν άμορφο νέο κόσμο όπου κανένας δεν τους ξέρει. Σ’ όλο τον κόσμο δεν έχουν παρά μονάχα ο ένας τον άλλο και την υπηρέτριά τους. Ο άντρας είναι κι αυτός υπηρέτης, ο υπηρέτης του κάλλους, και το όνομα του ταξιδιού αυτού είναι αγάπη. Φτάνουν στον τόπο που η ονομασία του δεν έχει σημασία όπως επίσης και τα δικά τους ονόματα. Τα χρόνια περνάνε και οι ελπίδες τους πεθαίνουν. Ολόγυρά τους βρίσκονται άνθρωποι δραστήριοι. Ένας άγριος κόσμος στο νότο και άλλος ένας στο βορρά αργά, ναι, αργά εξημερώνονται. Σχήμα, νόμος, μορφή δίνονται σ’ αυτό που ήταν αρχικά ανάλλαχτο, αλλά η διαδικασία θα είναι παρατεταμένη. Αργά, πολύ αργά, η κατάκτηση προχωράει μπροστά. Υπάρχουν πρόοδοι, υποχωρήσεις, και πάλι πρόοδοι, μικρές νίκες, και πάλι μετά μεγαλύτερα κέρδη. Κανείς δεν ρωτάει αν πρόκειται για καλή διαδικασία ή κακή. Δεν είναι ζήτημα νομιμοποίησης. Το έργο του Θεού εκτελείται, και εξορύσσεται επίσης χρυσός. Όσο μεγαλύτερο είναι το νταβαντούρι, όσο πιο δραματικές οι νίκες, όσο πιο τρομερές οι ήττες, όσο πιο ματοβαμμένη η εκδίκηση του παλιού κόσμου ενάντια στον νέο, τόσο πιο ασάλευτοι και σιωπηλοί γίνονται οι τρεις ασήμαντοι άνθρωποι, ο άντρας, η γυναίκα, η υπηρέτρια. Μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, χρόνο με το χρόνο, γίνονται πιο μικροί, γίνονται λιγότερο σημαντικοί. Μετά η αρρώστια χτυπά και η γυναίκα πεθαίνει, αλλά αφήνει πίσω της ένα παιδί, ένα κοριτσάκι.

Η παράγραφος αυτή, οργανικά δεμένη, καίτοι μοιάζει ένθετη, με την πλοκή του μυθιστορήματος, συνοψίζει κρίσιμα μια τάση απαισιοδοξίας στη φιλοσοφία του Ρούσντι, μια δυσοίωνη θεώρηση της πορείας που ακολουθεί, αιώνες τώρα, η ανθρωπότητα δημιουργώντας όνειρα και ελπίδες που εν συνεχεία οδηγούνται αδυσώπητα στον αφανισμό τους. Αλλά, πάντα υπάρχει ένα μεγάλο «αλλά» απέναντι στην σκοτεινιά της απαισιοδοξίας, αλλά, λοιπόν, η ποίηση, η λογοτεχνία, η μουσική, η κουλτούρα δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη, δεν έχουν παραδώσει τα πολύτιμα όπλα τους, δεν έχουν πάψει να ανθίστανται, όσο και όπως μπορούν, στον ζόφο. Η μαγεία της τέχνης είναι πάντοτε παρούσα και πάντοτε θαλερή. Το ίδιο και η δύναμη της σοφίας που μας προικίζει με νουνέχεια, επιτρέποντάς μας να διατηρούμε τη δημιουργική μας τρέλα. Κι αυτό είναι το κεντρικό θέμα αυτού του μαγευτικού βιβλίου.
Ας μου επιτραπεί να πω ότι συμμερίζομαι πολλές από τις αντιλήψεις του Σάλμαν Ρούσντι, ιδίως αυτές για τη γοητεία της αφήγησης, για τη γητειά της γραφής, για το σπουδαίο καθήκον της Τέχνης να εκθειάζει, με τρόπους τερπνούς, το μεγαλείο της ανθρώπινης επινοητικότητας και δημιουργικότητας. Όσο υπάρχουν άνθρωποι το Καλό θα υπηρετεί το Κάλλος, και το Κάλλος θα υπηρετεί το Καλό.
Ας ευχαριστήσω, και από εδώ, θερμά τις Εκδόσεις Ψυχογιός για το ότι μου εμπιστεύθηκαν για τέταρτη φορά (μετά τους Σατανικούς Στίχους, την Παραφορά, και το Όνειδος) τη μετάφραση ενός ακόμα πολυπρισματικού και πολυσήμαντου μυθιστορήματος αυτού του πληθωρικού και τόσο, μα τόσο, σαγηνευτικού δημιουργού. Ο καρπός αυτού του μόχθου μου είναι αφιερωμένος στην Ελεάννα Μαρτίνου («Σ’ αυτήν, εμπλουτισμένη με ό,τι θα επέλθει~ που όλα πρόκειται να τα επιλέξει, όλα να τα δεχτεί», Victor Segalen).

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, Φεβρουάριος 2009

Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Διαβάστε Βακχικόν, Διαβάστε Ποιότητα


Από το υπέροχο www.vakxikon.gr

Ρ. Κάρβερ, μια βραδιά με τον Τσαρλς Μπουκόφσκι

του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου

Εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
(μια βραδιά με τον Τσαρλς Μπουκόφσκι)
Εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη είπε ο Μπουκόφσκι
κοιτάξτε με είμαι 51 χρονών
κι είμαι ερωτευμένος με τούτην εδώ την πιτσιρίκα
την έχω πατήσει άσχημα αλλά κι αυτή δεν πάει πίσω
οπότε είναι εντάξει φίλε έτσι πρέπει να γίνεται
Μπαίνω στο αίμα τους και δεν μπορούν να με βγάλουν από κει
Δοκιμάζουν τα πάντα για να γλιτώσουν από μένα
μα όλες τους γυρίζουνε στο τέλος
Όλες τους γυρίζουνε σε μένα εκτός
από εκείνη που έθαψα
Έκλαψα γι’ αυτήν
μα έκλαιγα εύκολα εκείνη την εποχή
άσε φίλε μη μου βάλεις να πιω τίποτα σκληρό
Γίνομαι κακός τότε
Θα μπορούσα να κάτσω εδώ και να πίνω μπίρα
με σας τους χίπηδες όλη τη νύχτα
θα μπορούσα να πιω δέκα λίτρα από τούτην εδώ την μπίρα
σαν να ‘τανε νεράκι
Βάλε με όμως να πιω κανά σκληρό ποτό
και θ’ αρχίσω να πετάω κόσμο έξω από τα παράθυρα
θα πετάξω τους πάντες έξω από το παράθυρο
Το ‘χω κάνει αυτό
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Δεν ξέρετε γιατί δεν ήσασταν ποτέ
ερωτευμένοι είναι απλό
Εγώ έχω τούτην εδώ την πιτσιρίκα και είναι όμορφη
Με φωνάζει Μπουκόφσκι
Μπουκόφσκι λέει με τη σιγανή της φωνή
κι εγώ λέω Τι
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Και σας λέω τι είναι
μα εσείς δεν ακούτε
Δεν υπάρχει ούτε ένας από σας σε τούτο δω το δωμάτιο
που θ’ αναγνώριζε την αγάπη ακόμη κι αν σηκωνόταν
και του τον κάρφωνε στον κώλο
Είχα κάποτε την εντύπωση πως οι αναγνώσεις ποίησης δεν έχουν κανένα νόημα
Και δες τώρα είμαι 51 χρονών κι έχω τριγυρίσει αρκετά
Ξέρω πια ότι δεν έχουν κανένα νόημα
μα λέω στον εαυτό μου Μπουκόφσκι
το να πεθαίνεις της πείνας είναι ακόμη περισσότερο χωρίς νόημα
Οπότε να ‘σαστε εδώ και τίποτε δεν είναι όπως θα ‘πρεπε να ‘ναι
Αυτός ο τύπος ο πώς τον λένε ο Γκάλγουεϊ Κίνελ
Είδα τη φωτογραφία του σε κάποιο περιοδικό
Έχει ωραία φάτσα δεν λέω
μα είναι δάσκαλος
Χριστέ μου το φαντάζεσαι
Μα εδώ που τα λέμε κι εσείς δάσκαλοι είσαστε
να λοιπόν που σας προσβάλλω κι από πάνω
Όχι δεν έχω ακούσει τίποτε γι’ αυτόν
ούτε καν τον ίδιο
Όλοι τους είναι τερμίτες
Μπορεί να είναι εγωιστικό που δεν πολυδιαβάζω πια
μα τούτοι οι άνθρωποι που χτίζουνε
τη φήμη τους σε πέντ’ έξι βιβλία
είναι τερμίτες
Μπουκόφσκι μού λέει
Γιατί ακούς όλη την ημέρα κλασική μουσική
Μπορείτε να την ακούσετε που το λέει, ε
Μπουκόφσκι γιατί ακούς κλασική μουσική όλη την ημέρα
Σας ξαφνιάζει αυτό, έτσι δεν είναι
Πού να το φανταστείτε πως ένας άξεστος μπάσταρδος σαν εμένα
θα μπορούσε ν’ ακούει κλασική μουσική όλη την ημέρα
Μπραμς Ραχμάνινοφ Μπάρτοκ Τέλεμαν
Σκατά δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω εδώ πέρα
Είναι πολύ ήσυχα εδώ πέρα πάρα πολλά δέντρα
Εμένα μου αρέσει η πόλη αυτός είναι τόπος για μένα
Βάζω την κλασική μου μουσική κάθε πρωί
και κάθομαι μπροστά στη γραφομηχανή μου
Ανάβω ένα πούρο και το καπνίζω να έτσι δέστε
και λέω Μπουκόφσκι είσαι ένας τυχερός άνθρωπος
Μπουκόφσκι πέρασες μεσ’ απ’ όλα
κι είσαι ένας τυχερός άνθρωπος
και ο γαλάζιος καπνός σέρνεται επάνω στο τραπέζι
κι εγώ κοιτάζω έξω απ’ το παράθυρο τη λεωφόρο Ντελόνγκπρι
και βλέπω κόσμο να πηγαίνει πάνω-κάτω στο πεζοδρόμιο
και φουμάρω το πούρο μου να έτσι
και μετά ακουμπάω το πούρο στο τασάκι μου κάπως έτσι
παίρνω βαθιά ανάσα
και ξεκινάω να γράφω
Μπουκόφσκι λέω αυτό είναι η ζωή
είναι καλό να είσαι φτωχός είναι καλό να έχεις αιμορροΐδες
είναι καλό να είσαι ερωτευμένος
Μα εσείς δεν ξέρετε πώς είναι αυτό το πράγμα
Δεν ξέρετε πώς είναι να είσαι ερωτευμένος
Αν μπορούσατε να την δείτε θα ξέρατε τι εννοώ
Πίστευε πως θα ‘ρθω εδώ πέρα και θα το ρίξω αμέσως στο πήδημα
Έτσι απλώς το ‘ξερε
Και μου το ‘πε ότι το ‘ξερε
Σκατά είμαι 51 χρονών κι αυτή ‘ναι 25
είμαστε ερωτευμένοι και αυτή ζηλεύει
Χριστέ μου είναι όμορφα
είπε πως θα μου ‘βγαζε τα μάτια αν ερχόμουν εδώ πέρα και πήγαινα να πηδήξω
Να λοιπόν αυτό είναι για σας η αγάπη
Τι ξέρετε εσείς ο οποιοσδήποτε από σας γι’ αυτήν
Ακούστε να σας πω κάτι
Συνάντησα ανθρώπους στη φυλακή που είχαν περισσότερο στυλ
απ' όσους τριγυρίζουν στα πανεπιστήμια
και πηγαίνουν σε αναγνώσεις ποίησης
Αυτοί ‘ναι βδέλλες που ‘ρχονται για να δουν
αν είναι βρόμικες οι κάλτσες του ποιητή
ή αν μυρίζουν οι μασχάλες του
Πιστέψτε με δεν θα τους απογοητεύσω
Μα θέλω να θυμάστε τούτο
μόνο ένας ποιητής βρίσκεται απόψε σε τούτο το δωμάτιο
μόνο ένας ποιητής σε αυτή την πόλη απόψε
ίσως μόνο ένας αληθινός ποιητής σε αυτή τη χώρα απόψε
κι αυτός είμαι εγώ
Τι ξέρετε εσείς ο οποιοσδήποτε από σας για τη ζωή
Τι ξέρει οποιοσδήποτε από σας για οτιδήποτε
Ποιος απ’ όλους σας εδώ μέσα έχει απολυθεί ποτέ από κάποια δουλειά
ή έχει χτυπήσει άγρια τη γυναίκα του
ή τον έχει χτυπήσει η γυναίκα του
Μ’ έχουν απολύσει απ’ το Sears and Roebuck πέντε φορές
Μ’ απολύανε κι ύστερα με ξαναπροσλαμβάνανε
Δούλευα αποθηκάριος γι’ αυτούς όταν ήμουν στα 35 μου
κι ύστερα με μπαγλαρώσανε γιατί τάχα έκλεβα μπισκότα
Ξέρω πώς είναι αυτό το πέρασα
Είμαι 51 χρονών τώρα κι είμαι ερωτευμένος
Και τούτη εδώ η πιτσιρίκα λέει
Μπουκόφσκι
κι εγώ λέω Τι και αυτή μου λέει
Νομίζω πως είσαι ένα μάτσο σκατά
κι εγώ της λέω μωρό μου μόνο εσύ με καταλαβαίνεις
Είναι η μόνη γυναίκα στον κόσμο
άντρας ή γυναίκα
απ’ την οποία θα το δεχόμουν αυτό
Μα εσείς δεν ξέρετε τι είναι η αγάπη
Στο τέλος όλες τους γυρίζουν πάλι σε εμένα
η καθεμιά απ’ αυτές γυρίζει
εκτός από κείνη που σας είπα
εκείνη που έθαψα
Ήμασταν μαζί εφτά χρόνια
Και συνηθίζαμε να πίνουμε πολύ
Βλέπω κανά δυο δαχτυλογράφους σε τούτο το δωμάτιο μα
Δεν βλέπω κανέναν ποιητή
Δεν εκπλήσσομαι
Πρέπει να έχεις ερωτευτεί για να γράψεις ποίηση
κι εσείς δεν ξέρετε τι σημαίνει να είσαι ερωτευμένος
αυτό είναι το πρόβλημα με σας
Για δώσε μου λίγο από αυτό το πράγμα
Έτσι μπράβο όχι πάγο ωραία
Έτσι είναι καλά είναι ωραία έτσι
Άντε λοιπόν ας τελειώνουμε με τούτη την παράσταση
Ξέρω τι είπα μα θα πιω άλλο ένα
Από τούτο το ωραίο πράγμα
Εντάξει κι ύστερα φύγαμε ας ξεμπερδεύουμε πια
μόνο μετά μην πάει κανείς και σταθεί κοντά
σε κανένα ανοιχτό παράθυρο

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

ΜΕΡΕΣ ΠΟΙΗΣΗΣ




Στη φωτογραφία, ο Γιώργος Κακουλίδης

Μέρες ποίησης. Κάθε μέρα, μέρα ποίησης. Χτες με τον Γιώργο Κακουλίδη, στην Radio Propaganda, στο Κανάλι 1, Πειραιάς , 90,4 FM και www.kanaliena.gr , να μιλάμε για τον Ηλία Λάγιο, ν’ ακούμε P. J. Harvey, να κάνουμε εκδρομές στο παρελθόν και επιδρομές στο μέλλον, να διαβάζουμε τη «Λέσχη της Στιγμής», και μετά ν’ απολαμβάνουμε εδέσματα εξαίσια σ’ ένα μεζεδοπωλείο από μιαν άλλη εποχή, θαρρείς, φερμένο.

Μέρες ποίησης. Κάθε μέρα, μέρα ποίησης. Ο Francis Bacon κι ο Rothko, ξανά και πάλι και πάντα, και ο Coltrane και ο Miles και ο Adderley και οι Night on Earth, και το φιλμ μιας ζωής που θέλει να είναι πλήρης, που λαχταράει να είναι μεστή, που ακολουθεί τα χνάρια της συναισθησίας.

Μέρες ποίησης. Κάθε μέρα, μέρα ποίησης. Με τον Samuel Beckett να λέει «Η Τέχνη λατρεύει τα Άλματα», με τον Isidore Ducasse να λάμπει ανοξείδωτος («όμορφο σαν τη συνεύρεση μιας ραπτομηχανής και μιας ομπρέλας σ’ ένα τραπέζι ανατομίας»), με τον Kurt Schwitters και το απαράμιλλο χιούμορ του («Η αιωνιότητα διαρκεί περισσότερο), με τον Debord να μας θυμίζει ότι «οι τέχνες του μέλλοντος θα είναι αναστατώσεις καταστάσεων ή τίποτα».

Μέρες ποίησης. Κάθε μέρα, μέρα ποίησης. Απόψε, στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών», από τις 11 το βράδυ και έως τη 1 μετά τα μεσάνυχτα, ποίηση και μουσική, jazz από τον David Brubeck, μελωδίες της Nina Simone και τη Sarah Vaughan, και πολλές εκπλήξεις.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2009

ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ ΔΕΝ ΠΑΝΕ ΚΑΘΟΛΟΥ ΚΑΛΑ


Το σημερινό μου Ραδιοχρονογράφημα, στο Κανάλι Ένα του Πειραιά.

Ο κύριος Paul Krugman και ο Υφυπουργός Οικονομικών

Έργα του Paul Krugman στα ελληνικά: «Η εποχή των μειωμένων προσδοκιών – Η φθορά του αμερικανικού ονείρου. Κυκλοφόρησε το 1995 από τις εκδόσεις Πόλις. «Θεωρητικός από σύμπτωση και άλλα αποσπάσματα από μια άχαρη επιστήμη», εκδόσεις Καστανιώτης στη σειρά Αναστοχασμός, το 2005. Κι ακόμα συμμετοχή σε συλλογικά έργα, όπως «Κατανοώντας την Παγκοσμιοποίηση», εκδόσεις Παπαζήσης, 2000, «Διεθνής Οικονομική», τόμος 1 & 2, από τις εκδόσεις Κριτική, 2002 και 2003. Το 2008, και πάλι από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφόρησε το επιβλητικό πόνημα «Η Συνείδηση ενός Προοδευτικού». Εδώ, ο Krugman ταξιδεύει ερευνητικά μέσα στο χρόνο, εξετάζει έναν αιώνα ιστορίας, επικρίνει την πολιτική που κατέστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες μια ολοένα και πιο ολιγαρχική χώρα, διοικούμενη από υπέρμαχους της ανισότητας, τάσσεται στο πλευρό των μεταρρυθμιστών, προβάλλει το σχέδιο μιας Αμερικής που θα ποντάρει και πάλι στην κοινωνική πολιτική, στη δημοκρατία, στην ισότητα. Το έργο αυτό πυροδότησε συζητήσεις που παραμένουν έντονες.
Το 2008, επίσης, τον Οκτώβριο, ο Paul Krugman, τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Οικονομίας καθότι διατύπωσε μια νέα θεωρία για να δώσει απάντηση σε ερωτήματα που αναφέρονται στην παγκόσμια τάση της αστυφιλίας. «Με τον τρόπο αυτό ο Κρούγκμαν ενοποίησε τα πρωτύτερα διακριτά ερευνητικά πεδία του διεθνούς εμπορίου και της οικονομικής γεωγραφίας», τονίζει η επιτροπή της Σουηδικής Ακαδημίας στην ανακοίνωσή της.
Ο Paul Krugman γεννήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου του 1953, σπούδασε οικονομικά, πήρε το διδακτορικό του από περιλάλητο ΜΙΤ, το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης, στο οποίο και δίδαξε, όπως επίσης δίδαξε στο Yale, στο Stanford, και στο Princeton.
Στην δεκαετία του 1980 προσέφερε πολλά στην Νέα Θεωρία Εμπορίου. Το βασικό του μεθοδολογικό εργαλείο ήταν η χρήση οικονομιών κλίμακας σε μακροοικονομικά μοντέλα. Μέχρι το 1980 οι οικονομολόγοι υπέθεταν ότι η παραγωγικότητα μιας εταιρείας μένει σταθερή όσο ανεβαίνει το μέγεθός της. Έκτοτε, χάρη και στον Κρούγκμαν, η οικονομική θεωρία άρχισε να υποθέτει ότι η παραγωγικότητα μεγαλώνει με το μέγεθος. Αυτή η λεπτομέρεια, που είναι δύσκολη στην χρήση της (καθώς τα μοντέλα που την χρησιμοποιούν συνήθως δεν έχουν αλγεβρική λύση), μπορεί μεταξύ άλλων να εξηγήσει και την δημιουργία βιομηχανικών κέντρων, πόλεων, την διατήρηση των ανισοτήτων μεταξύ γειτονικών περιοχών με ανοιχτά σύνορα.
Μόλις χθες ήρθε στην Ελλάδα, συμμετείχε σε ημερίδα, συνομίλησε στο Public στην Πλατεία Συντάγματος με τον Δημήτρη Ψυχογιό σχετικά με την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Τι μ’ έπιασε ποιητή άνθρωπο να σας μιλάω για έναν οικονομολόγο! Μα είναι πασίγνωστος, θεωρείται γκουρού της οικονομίας, κάτι σαν τον Κένεθ Γκάλμπρειθ στη δεκαετία του 60, άλλωστε έχω σπουδάσει οικονομικά στην τότε Ανωτάτη Βιομηχανική Πειραιώς. Αλλά, εδώ είναι το νόστιμο, κυρίως σας τα λέω αυτά για να τα ακούσει ο κύριος Αθανάσιος Μπούρας, υφυπουργός οικονομίας, ο οποίος μέσα στη Βουλή είπε ότι «Ο υπουργός Οικονομίας έχει συνάντηση με την κυρία Κρούγκμαν», το επανέλαβε μάλιστα μερικές φορές για να το εμπεδώσει η ομήγυρις, προκαλώντας φυσικά θυμηδία, σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει την απουσία του υπουργού κ. Γιάννη Παπαθανασίου από τη συζήτηση του νομοσχεδίου για θέματα κεφαλαιαγοράς και φορολογίας του ίδιου υπουργείου. Είναι γεγονός ότι ορισμένοι δεν πάνε καθόλου, μα καθόλου, μα καθόλου καλά!

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 19/03/09

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΔΙΑΦΗΜΊΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ




Ειδήσεις που μοιάζουν με Διαφημίσεις

Δυνατός πρωινός καφές και άφιλτρα τσιγάρα και Glenn Gould να παίζει απαράμιλλα Ιωάννη Σεβαστιανό Μπαχ και ξεκινάει η μέρα, μουντή, σαν γερμανικό φθινόπωρο. Σημάδια παρακμής και αποσύνθεσης στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό τομέα, ανασφάλεια που τείνει να γενικευτεί. Κι όμως, αν θελήσεις, αν αποφασίσεις, να δεις πίσω από την τηλεοπτική υστερία, κάτω από την κρούστα της τηλεοπτικής οθόνης, βρίσκεις κεράκια που φέγγουν στο δάσος, όπως έλεγε ο ποιητής Allen Ginsberg, ανακαλύπτεις πολύτιμες νησίδες πολιτισμού, ευγένειας, ταλέντου, ομορφιάς.

Χάνεσαι, για να βρεθείς πιο πλήρης, στα ακαριαία χαϊκού του Ματσούο Μπασό και του Κομπαγιάσι Ίσα, στην «ασκητική και ασκημένη συγκίνηση αυτής της δεκαεπτασύλλαβης μονοκονδυλιάς», όπως λέει ο ποιητής και μεταφραστής Διονύσης Καψάλης, εκεί όπου η μεταφυσική γίνεται φυσική, και η διάρκεια ερωτοτροπεί με το στιγμιαίο παρόν. «Μη λησμονήσεις/ τη δαμασκηνιά που ανθεί/ μες στη συστάδα», και «Άνθη κερασιάς:/ των περασμένων χρόνων/ μικρές φωτίτσες», και «Σεληνόφωτη/ δαμασκηνιά, κρατήσου:/ θα ’ρθει η άνοιξη», γράφει ο Μπασό. «Έτσι θ’ ανθίζουν/ κι οι κερασιές στην άλλη/ όχθη της ζωής», και «Περπατήσαμε/ μέσα στα χρυσάνθεμα/ πίνοντας σάκε», και «Σαν αποπιούμε/ θα κάτσουμε να δούμε/ την πανσέληνο», γράφει ο Ίσα. Περίκομψος τόμος, όπως πάντα, από τις εκδόσεις Άγρα, «Ο Κόσμος της Πάχνης», Σαραντατρία χαϊκού του Ματσούο Μπασό και του Κομπαγιάσι Ίσα, σε απόδοση Διονύση Καψάλη.

«Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Μουσκέψανε τα λόγια που είχανε γεννήσει αστροφεγγιές
Όλα τα λόγια που είχανε μοναδικό τους προορισμόν Εσένα!

Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα

Κατά πού θ’ απλώσουμε τα χέρια μας
τώρα που δε μας λογαριάζει πια ο καιρός
Κατά πού θ’ αφήσουμε τα μάτια μας
τώρα που οι μακρυνές γραμμές ναυάγησαν στα σύννεφα

Κι είμαστε μόνοι ολομόναχοι
τριγυρισμένοι απ’ τις νεκρές εικόνες σου.

Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα»

Ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη, του μεγάλου μας ποιητή, τιμημένου με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, πριν από τριάντα χρόνια. Σαν σήμερα, 18 Μαρτίου του 1996, ο Ελύτης έφυγε για τους λειμώνες τ’ ουρανού. Αθάνατη κι ανοξείδωτη, στοχαστική και λυρική, η ποίησή του μένει για πάντα κοντά μας.

Δυνατός καφές και Glenn Gould, Ιωάννης Σεβαστιανός Μπαχ και Οδυσσέας Ελύτης, χαϊκού, αλλά και οι Night on Earth, το θαυμάσιο αυτό μουσικό σχήμα που μας κατέπληξε με τα ηχητικά τοπία του, αύριο στο Gagarin του φίλου Νίκου Τριανταφυλλίδη. Και κάποια γερά αστυνομικά μυθιστορήματα, όπως το «Μαύρο Αλγέρι» του Maurice Attia, από τις εκδόσεις Πόλις, να μας ταξιδεύουν εντός μας, όπως λέει κι ένας φίλος. Καλύτερα, φίλες και φίλοι, από το να ψάχνεις να βρεις 1200 ευρώ για ν’ ακούσεις τη διάλεξη ενός οικονομολόγου! Κατά τα άλλα, η κυρία Μιμή Ντενίση εχρίσθη Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής της Γαλλικής Δημοκρατίας. «Δεν βαρύνεστε, κύριε», έλεγε σε τέτοιες περιπτώσεις ο άλλος μεγάλος μας ποιητής, ο Νίκος Καρούζος.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 18/03/09

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

ΓΙΑΦΚΑ ΡΕΚΟΡΝΤΣ




Ωραίες μελωδίες σκαρώνουν τα γεγονότα: στο Radio Propaganda φιλοξενήθηκε η Yafka Records. Δανάη Παναγιωτοπούλου, Χάνομαι Γιατί Ρεμβάζω, Άγγελος Αγγέλου, Θέμος Σκανδάμης, και έπεται συνέχεια. Στη λάντζα, όπως μας είπε ο ίδιος, ο χαλκέντερος Γιώργος Μητρόπουλος (στη φωτογραφία, στο στούντιο του Καναλιού 1, Πειραιάς 90,4 FM και www.kanaliena.gr ). Έργα καμωμένα με ιδιαίτερο μεράκι, με χιούμορ, με ταλέντο, με δροσιά. Πάντα τέτοια! Για περισσότερες πληροφορίες δείτε: www.yafkarecords.gr

Συγκλονιστικό το μυθιστόρημα «Το Μαύρο Αλγέρι» του Maurice Attia (γεννημένος στο Αλγέρι το 1949, ψυχίατρος, ψυχαναλυτής, σεναριογράφος, συγγραφέας), μεταφρασμένο ανεπίληπτα από την Μαρία Μηλολιδάκη για τις έξοχες εκδόσεις Πόλις. Θα το παρουσιάσουμε στην νεοανανεωμένη (καθώς έλεγε ο Λεωνίδας Χρηστάκης κάθε φορά που ανανέωνε το θρυλικό «Ιδεοδρόμιο») «Βιβλιοθήκη» της Ελευθεροτυπίας.

Είναι όμορφη η Αθήνα όταν την ίδια μέρα συναντιέσαι με τον Τάσο Γουδέλη, με τον Εμμανουήλ Κουτσουρέλη, με τον Νέστορα Πουλάκο, με τον Θάνο Ανεστόπουλο, με τον Φάνη Αραμπατζή, με τον Γιάννη Τριάντη.

Είναι όμορφη η Αθήνα όταν ξέρεις ότι η Ελεάννα Μαρτίνου ζωγραφίζει εμπνευσμένη από τοπία της ουτοπίας, όταν ξέρεις ότι ο Γιώργος Κακουλίδης θα είναι την Παρασκευή ο φιλοξενούμενος του Radio Propaganda, όταν ξέρεις ότι μόλις κυκλοφόρησε ο πολύτιμος τόμος «Ποιήματα» του Ηλία Λάγιου από τις εκδόσεις Ίκαρος.

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

ΔΟΚΤΩΡ ΔΗΘΕΝ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΣ ΧΆΙΝΤ




Το σημερινό μου Ραδιοχρονογράφημα από το Κανάλι 1, Πειραιάς 90,4 FM και www.kanaliena.gr στη 1 παρά 5, όπως πάντα. Το Σάββατο, στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών» φιλοξενήσαμε τον ποιητή Ανδρέα Παγουλάτο, μια σημαντική μορφή της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Στη φωτογραφία, ο Ανδρέας Παγουλάτος και η Ελεάννα Μαρτίνου.

Δόκτωρ Δήθεν και Κύριος Χάιντ

Η ευκολία είναι ένας από τους κινητήριους κανόνες της εποχής μας. Ιδίως στην άσκηση κριτικής. Αβασάνιστα, εύκολα, πάρα πολύ εύκολα, σπεύδουν ορισμένοι να κρίνουν, να επικρίνουν, να κατακρίνουν. Φαίνεται ότι η παλιά κακή μάγισσα, η Ζήλια, κάνει καλά τη δουλειά της, αδελφωμένη με την Ευκολία. Στόχος των εύκολων κρίσεων/επικρίσεων/κατακρίσεων είναι συνήθως οι δημιουργοί, οι καλλιτέχνες, οι άνθρωποι που εκφράζονται, που εκτίθενται, που λένε την αλήθεια τους, που κοινοποιούν τα οράματά τους, που ζούνε με έναν τρόπο τον οποίο επιλέξανε, που δεν τους επιβλήθηκε, και μένουνε πιστοί στις προσηλώσεις τους.

Κάποιοι, από τότε που θυμούνται τον εαυτό τους, υφίστανται την συνήθως δόλια και ύπουλη κριτική ότι είναι Διδάκτορες του Δήθεν, ότι κάνουν όσα κάνουν για λόγους άλλους από αυτούς που δηλώνουν, ότι επικαλούμενοι κάποια τσιτάτα, κάποιους συγγραφείς, κάποιους ζωγράφους, κάποιους μουσικούς, περιβάλλονται από μιαν αίγλη που δεν τους ανήκει. Ας είναι, όπως λέει μια φίλη μου αγαπημένη, ας είναι! Τα γεγονότα μιλάνε από μόνα τους, και μιλάνε πάντα πιο ηχηρά, πιο στιβαρά, πιο τίμια από τις φτηνές λέξεις των επικριτών. Οι λεγόμενοι Διδάκτορες του Δήθεν δεν κινδυνεύουν από την καταλαλιά των Κυρίων Χάιντ, των κρυμμένων επικριτών που δεν έχουν να επιδείξουν κανένα δημιουργικό έργο, που δεν εκτίθενται ποτέ, που ζουν ζηλεύοντας και όχι δουλεύοντας.

Δευτέρα σήμερα, 16 Μαρτίου, και να έχουμε μια καλή εβδομάδα όλοι μας, και οι Διδάκτορες του Δήθεν και οι Κύριοι Χάιντ. Εις πείσμα των ανιαρών καιρών, ας απολαύσουμε ό,τι καλύτερο μας προσφέρει η μουσική, η ποίηση, η πεζογραφία, η τέχνη. Ας απολαύσουμε, φερειπείν, το νέο τεύχος, το πέμπτο, του ηλεκτρονικού περιοδικού «Βακχικόν», www.vakxikon.gr όπου μπορείτε να διαβάστε πολύτιμα κείμενα από νέους και βετεράνους των τεχνών και των γραμμάτων, ανάμεσα στα οποία μια μεστή παρουσίαση του μεγάλου εικαστικού Νίκου Κεσσανλή από την Ελεάννα Μαρτίνου, το έξοχο «Ο Μπουκόβσκι ετοιμάζει αβγά και μπέικον» του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου, και το αφήγημα «Μικόλ» της Σώτης Τριανταφύλλου.

Άλλη καλή πρόταση για μια καλή εβδομάδα είναι η ανάγνωση της βιογραφίας του μεγάλου στοχαστή Walter Benjamin. Την υπογράφει ο Μόμε Μπρόντερσεν, τη μεταφράζει η έμπειρη Ιωάννα Μεϊτάνη, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια. Πρωτότυπος φιλόσοφος, ο Benjamin, και πάντα επίκαιρος. Η βιογραφία του Μπρόντερσεν είναι μια πολύ καλή ευκαιρία γνωριμίας με τη σκέψη του Walter Benjamin.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 16/03/09

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ





Ένα Χρόνο Μετά


Χαμόγελα μες στο ζόφο και τα μάτια διάπλατα ανοιχτά απέναντι στην παράνοια των καιρών. Τα ξέρετε τα τραγικά στα σχολεία στην Αλαμπάμα και στη Γερμανία. Ξεχαρβαλωμένες κοινωνίες. Τριάντα χρόνια μετά την έκρηξη του no future, και το no future να έχει γίνει ακόμα πιο άγριο. Στοχαστές, φιλόσοφοι, συγγραφείς, ποιητές, αυτοί οι άοπλοι νομοθέτες, έχουν επισημάνει τα δεινά. Ένα χρόνο από τότε που εγκαινιάσαμε τούτη την ηχητική στήλη, τα Ραδιοχρονογραφήματα, ας μου επιτραπεί, να θυμηθώ και να θυμίσω τι έγραφα και τι έλεγα ακριβώς στο πρώτο Ραδιοχρονογράφημα:

Γράφει ο σημαντικός συγγραφέας, και πικρός μα δίκαιος και δεινός ανατόμος της αμερικανικής κοινωνίας, Κόρμακ Μακάρθι: «Το κακό ξεκινάει όταν αρχίζεις ν’ αγνοείς τους καλούς τρόπους. Κάθε φορά που ακούς να χάνεται το ‘ευχαριστώ’ και το ‘παρακαλώ’, ξέρεις ότι έρχεται το τέλος». Το γράφει στο συνταρακτικό μυθιστόρημά του Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους, όπου μέσα από μιαν άγρια χορογραφία βίας, μέσα από αλλεπάλληλα φονικά, δείχνει πώς φτηναίνει η ανθρώπινη ζωή όταν οι παλιές αξίες έχουν αμετάκλητα κουρελιαστεί, και δεν έχουν αναδυθεί νέες, ικανές να φέρνουν κοντά τους ανθρώπους, να δωρίζουν θάλπος, να μας ωθούν στη δημιουργικότητα.
Φτηναίνει η ανθρώπινη ζωή όταν, καθώς έλεγε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς στο πόνημά του Είδωλα Πολιτισμού, οι κοινωνίες δεν νοιάζονται παρά μονάχα για την μεγιστοποίηση του κέρδους.
Φτηναίνει η ανθρώπινη ζωή όταν, όπως επεσήμανε ο Κορνήλιος Καστοριάδης βιώνουμε ολόγυρα την άνοδο της ασημαντότητας, όταν ζούμε στην κοινωνία των λόμπι και των χόμπι. Και των ζόμπι, ας προσθέσω, μιας και γίνονται όντως ζόμπι, νεκροζώντανοι, όλοι εκείνοι που έχουν στερηθεί την ικανότητα να λαμβάνουν αποφάσεις για τα όσα άμεσα τους αφορούν, όλοι εκείνοι που δεν είναι σε θέση πια να επιλέγουν αυτοβούλως τι θα φάνε, τι θα πιούνε, τι μουσική θα ακούσουν, τι βιβλία θα διαβάσουν, με ποιους σχέσεις θα συνάψουν, φιλικές, ερωτικές, συνεργασιακές.
Φτηναίνει η ανθρώπινη ζωή μέσα από έναν συνδυασμό οργιώδους υπερπληροφόρησης και ουσιώδους άγνοιας. Όταν όπως και πάλι τονίζει ο Καστοριάδης, «η κουλτούρα του παρελθόντος δεν είναι πια ζωντανή μέσα στην παράδοση αλλά αντικείμενο μουσειακής γνώσης, κοσμικής και τουριστικής περιέργειας, που ρυθμίζεται από τις μόδες», ενώ με την ίδια κίνηση «ο μοντερνισμός, αραχνιασμένος πια, καλλιεργείται σαν αυτοσκοπός και εδράζεται συχνά σε απλές πλαστογραφίες που γίνονται αποδεκτές μόνο και μόνο χάρη στον νεοαναλφαβητισμό του κοινού».
Φτηναίνει η ανθρώπινη ζωή, όταν αφήνουμε να χαθεί στις λερές λίμνες της λήθης, η με τόσο απλά λόγια καμωμένη, μα με την τόσο αληθινά αληθινή αλήθεια της, φράση του ποιητή Λουί Αραγκόν: «Ο Άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση».

Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009

ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ


Radio_110309

Ιδού και το σημερινό μου ραδιοχρονογράφημα στο Κανάλι 1, Πειραιάς 90,4 FM, και www.kanaliena.gr πέντε λεπτά πριν από τη 1, όπως πάντα. Καλή Πανσέληνο!

Μια Μέρα χωρίς Ειδήσεις

Στην αρχή το θεωρείς φυγή, μιαν ατολμία, κάτι σαν λιποψυχία. Έχεις ρίγη, κάτι σε σφίγγει στο στομάχι σου, ίσως νιώθεις τα προοίμια μιας οδυνηρής ημικρανίας. Επιμένεις όμως. Αντιστέκεσαι. Δεν βάζεις ραδιόφωνο, για την τηλεόραση ούτε λόγος. Δεν τσακίζεσαι να πας στο περίπτερο για τις τέσσερις, πέντε εφημερίδες που χρόνια τώρα παρακολουθείς. Ακόμα και τα τηλέφωνα κρατιέσαι και δεν τα σηκώνεις – πόσες και πόσες ειδήσεις δεν έχουν φτάσει άλλωστε σ’ εσένα μέσα από την εφεύρεση του Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ;

Ω, ναι, έχεις αποφασίσει, σαν έτοιμος από καιρό σαν θαρραλέος, να περάσεις μια μέρα χωρίς ειδήσεις. Διόλου εύκολο εγχείρημα, απαραίτητο όμως. Κάτι σαν αποτοξίνωση. Κάτι σαν κάθαρση. Κάτι σαν πείραμα, επίσης, όπου δοκιμάζεις κάποια όρια, κάνεις σλάλομ μέσα από τα πασσαλάκια της επικαιρότητας, επιχειρείς να ζήσεις μια μέρα με τον εαυτό σου, και μόνο, τον εαυτό σου ξεκομμένο επίτηδες από την επιβεβλημένη επικαιρότητα, να συγκροτήσεις από ποικίλα θραύσματα μια δική σου επικαιρότητα, μια δική σου καθημερινότητα.

Ξεκινάς απλά, από το πρωί, πολύ απλά, ψύχραιμα, όχι, δεν τρέχεις στο περίπτερο, δεν βάζεις ραδιόφωνο, στύβεις καμιά δεκαριά πορτοκάλια, όπως ύστερα από ένα γερό μεθύσι, να φύγει το χανγκόβερ. Παραλλήλως, κάνεις βουτιά στο παρελθόν, και βάζεις στο πικάπ τη Σονάτα 23 του Beethoven με τον Glenn Gould, και αφήνεσαι. Δεν είναι μουσική υπόκρουση, δεν είναι φόντο ηχητικό, τώρα, σήμερα, η μουσική γίνεται πρωταγωνιστής, γίνεται οδοδείκτης, γίνεται η απολυτότητα που θα όφειλε πάντα να είναι.

Σε διατάζει η μουσική να μην αφήσεις μονάχα την επικαιρότητα, να μην αφήσεις μονάχα τις ειδήσεις, αλλά και ν’ αφήσεις την εργασία, να μην κάνεις τίποτα σήμερα εξόν από το να επανασυνδεθείς, μέσω της μουσικής, μέσω της τέχνης, με πτυχές του εαυτού σου που οι ειδήσεις, η επικαιρότητα, η εργασία είχαν παραμερίσει. Ρεμβάζεις και ονειροπολείς, ενόσω σε μαγεύει ο Glenn Gould. Ξεχνάς τους νεκρούς από χολέρα στη Ζιμπάμπουε, ξεχνάς τις απανωτές δημοσκοπήσεις εδώ, ξεχνάς τα χρέη σου, ξεχνάς τις επιθέσεις αυτοκτονίας στο Ιράκ, ξεχνάς το σκάκι που επιχειρεί να παίξει ο Μπάρακ Ομπάμα, ξεχνάς τις αναστατώσεις στη Νότιο Αμερική, ξεχνάς τους παράφρονες που μπουκάρουν σε σχολεία και πυροβολούν αδιακρίτως, ξεχνάς τα πάντα, έστω για λίγο, ξεχνάς όλα όσα δεν βρίσκονται στα σαράντα τετραγωνικά του σπιτιού σου, το σπίτι σου γίνεται πάλι, έστω για λίγο, ας το ξαναπώ, το κάστρο σου, το οχυρό σου, η αμυντική ζώνη σου. Χυμός πορτοκάλι, καφές, τσιγάρα, Beethoven και Glenn Gould, να λαμβάνουν διαστάσεις απροσμέτρητες, να δεσπόζουν, να γίνονται άπαρτα κάστρα.

Και ν’ ακολουθεί μια καταβύθιση λυτρωτική στις σελίδες του «Περί Έρωτος» του Σταντάλ, ν’ ακολουθεί μια εκδρομή στο παρελθόν, τότε που «φτιάχναμε καπέλα από χαρτί κι είχαμε και ξύλινα ντουφέκια», όπως λέει και το τραγούδι, ν’ ακολουθεί μια περιπλάνηση στους ποιητικούς λαβυρίνθους του Ηλία Λάγιου, ν’ ακολουθεί ένα νωχελικό σουλάτσο στο Λος Άντζελες του Τσαρλς Μπουκόφσκι και του Ρέιμοντ Τσάντλερ, ν’ ακολουθεί μια φαντασμαγορία από πλατιά χαμόγελα, ν’ ακολουθεί η εκπληκτικά ευφρόσυνη αίσθηση ότι έκανες μια μεγάλη ζαβολιά, μια ζαβολιά που δεν έβλαψε κανέναν, μια ζαβολιά που, ας το ξαναπώ και πάλι, έστω για λίγο, σε απομάκρυνε από το βλοσυρό σύμπαν των ειδήσεων και σε ξανάφερε στα λησμονημένα λημέρια της εφηβείας, της πρώτης ανέμελης νιότης σου, της μουσικής και της τέχνης που μια ζωή τιμάς και αγαπάς.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 11/03/09

Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗΣ




Το σημερινό ραδιοχρονογράφημά μου στο Κανάλι 1, Πειραιάς 90,4 FM και www.kanaliena.gr

Δυο Λόγια για τον Χρήστο Παπουτσάκη

Χτες έφυγε, ύστερα από θαρραλέα μάχη με την επάρατο, ο Χρήστος Παπουτσάκης. Γεννημένος στα Χανιά το 1934. Αρχιτέκτονας. Ιδρυτής του σημαντικού περιοδικού «Αντί». Ακάματος, επινοητικός, πείσμων. Τα γραφεία του περιοδικού ήταν το σπίτι του. Το περιοδικό ήταν η ζωή του. Είχε το χάρισμα να συγκεντρώνει νέους ανθρώπους γύρω του, ένα χάρισμα που διατήρησε έως την τελευταία του πνοή. Όντας ένα κινητό αρχείο, ήξερε να σε μαγεύει με διηγήσεις για χιλιάδες γεγονότα και περιστατικά της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Όπως κάθε έντονη προσωπικότητα, και μας λείπουν ολοένα και περισσότερο οι έντονες προσωπικότητες, αναμόχλευε πάθη, προξενούσε ρήξεις, παλλόταν μες στις αντιφάσεις, γεννούσε εχθρούς, αλλά και φίλους.

Ακόμα και οι πιο πιστοί φίλοι του «Αντί», δεν έπαυαν να διαφωνούν με πολλές θέσεις του Χρήστου Παπουτσάκη, αλλά και να συμφωνούν με πολλές άλλες. Έτσι είναι τα ζωντανά περιοδικά, έτσι είναι οι άνθρωποι, οι προσωπικότητες, που διαλέγουν να ζήσουν σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους, με τις προσηλώσεις τους, μες στην περιπέτεια του πείσματός τους. Για κάποιους από μας το «Αντί» ήταν, μαζί με τον «Πολίτη» του Άγγελου Ελεφάντη και το «Ιδεοδρόμιο» του Λεωνίδα Χρηστάκη, το οξυγόνο μας, ένα «οξυγόνο αντιδιαστολής», καθώς έλεγε για την ποίηση ο Νίκος Καρούζος. Αδημονούσαμε για το κάθε νέο τεύχος του, για να συμφωνήσουμε και να διαφωνήσουμε – ήτοι, για να συζητήσουμε, για να συνομιλήσουμε. Κάποιοι από μας σπεύδαμε να διαβάσουμε τις πολιτισμικές σελίδες του «Αντί», να διαβάσουμε τα πάντοτε πρωτότυπα κείμενα του Χρήστου Βακαλόπουλου, θρυαλλίδες που άναβαν τις πυρές πυρωμένων συζητήσεων. Αργότερα, τα κείμενα του Ηλία Λάγιου, πάντα δηκτικά, πάντα αιχμηρά, πάντα καίρια.

Όπως συνέβη με τον «Πολίτη» και το «Ιδεοδρόμιο» έτσι και από το «Αντί» παρέλασαν κατά καιρούς δεκάδες, εκατοντάδες πολύτιμες πένες, συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφοι, αρχιτέκτονες, άνθρωποι με ανεξάρτητη σκέψη, πολίτες που ήξεραν να στοχάζονται ελεύθερα, διανοούμενοι που τιμούν την έννοια της λέξης. Ενίοτε, ίσως αναπάντεχα, έβρισκες στο «Αντί» απόψεις για τους μπήτνικς, για σπουδαίες μορφές του ροκ, για βιβλία που μας αναστάτωναν. Μεγάλο το χάρισμα, το ταλέντο, του Χρήστου Παπουτσάκη να ελκύει τους νέους, να τους γοητεύει, να τους ωθεί να εκφραστούν, να πούνε τα δικά τους με τρόπο αβίαστο και με τον πάντα πολύτιμο συνδυασμό λογισμού και ονείρου.

Πολλές πτυχές του «Αντί» με στενοχωρούσαν. Αλλά ήταν μια στενοχώρια δημιουργική. Μια στενοχώρια που με έβαζε σε σκέψεις, με έκανε να ζυγιάσω πάλι τις δικές μου απόψεις, να τις ξανακοιτάξω. Καλύτερα μια γόνιμη στενοχώρια, τελικά, παρά μια ανώδυνη αλλά άγονη ευφορία, έτσι δεν είναι; Πριν από μερικούς μήνες, ο Χρήστος Παπουτσάκης με τίμησε καλώντας με στο σπίτι του και προτείνοντάς μου να αναλάβω τη διεύθυνση των πολιτισμικών σελίδων του «Αντί». Μεγίστη τιμή, ιδίως για έναν φανατικό αναγνώστη του περιοδικού και περιστασιακό συνεργάτη του. Δεν μπόρεσα, λόγω άλλων υποχρεώσεων, να αποδεχτώ την τόσο τιμητική πρόταση. Αλλά δεν θα πάψω να τον ευγνωμονώ γι’ αυτή, και για τα όσα πρόσφερε ο Παπουτσάκης. Και δεν θα λησμονήσω ποτέ την τελευταία, απέραντα συγκινητική συνάντησή μας.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 10/03/09

Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΟΥ ΤΗΣ


Αγαπούσε ακόμα και τον αριθμό του τηλεφώνου της

(Ακούστηκε σήμερα, 9 Μαρτίου, στο ραδιοχρονογράφημά μου, Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, και www.kanaliena.gr)

Μανόλης Αναγνωστάκης

Είναι πολύτιμοι οι ποιητές. Οι σελίδες τους πάντοτε μας ταξιδεύουν στο όνειρο, μας γυρίζουν στην πραγματικότητα, σε μια πτυχή της πραγματικότητας που συχνά λησμονούμε. Με τις λέξεις φτιάχνουν ουρανούς, με τις λέξεις καταργούν τα μπουντρούμια της ανοησίας, με τις λέξεις τορπιλίζουν τα θωρηκτά της κακοήθειας. Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Μανόλης Αναγνωστάκης. Είχα την τιμή να τον γνωρίσω στα φιλόξενα γραφεία των εκδόσεων Νεφέλη, όπου γνώρισα και τον γιο του, τον έξοχο Ανέστη Αναγνωστάκη. Μανόλη Αναγνωστάκη διαβάζαμε μετά γλυκιάς μανίας μια παρέα έφηβοι στον Βόλο, κάτι δεκαετίες από σήμερα. Πάντα τον ευγνωμονούμε γιατί τα ποιήματά του μας έκαναν να πιάσουμε μολύβι και χαρτί, να κυκλοφορούμε στα καφενεία της παραλίας του Βόλου πάντα μ’ ένα σημειωματάριο στην τσέπη του αμπέχονου ή του μοντγκόμερι και να γράφουμε ποιήματα κι εμείς.

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Κι ήθελε πολύ φως να ξημερώσει. Όμως/ εγώ/ δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώρα/ Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω/ Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες».

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Το θέμα είναι τώρα τι λες/ Καλά φάγαμε καλά ήπιαμε/ Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ/ Μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας// Το θέμα είναι τώρα τι λες».

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να ’ναι οι τελευταίοι/ Οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν/ Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια/ Αυτοί που θα μιλούσανε πέθαναν όλοι νέοι/ Τα θλιβερά τραγούδια που γενήκανε πουλιά/ Σε κάποιον άλλον ουρανό που λάμπει ξένος ήλιος/ Γενήκαν άγριοι ποταμοί και τρέχουνε στη θάλασσα/ Και τα νερά τους δεν μπορείς να ξεχωρίσεις/ Στα θλιβερά τραγούδια τους φύτρωσε ένας λωτός/ Να γεννηθούμε στο χυμό του εμείς πιο νέοι».

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Δώστε μας πίσω τα χρόνια μας δώστε μας πίσω/ τα χαρτιά μας/ Κλέφτες!/ Στα ψέματα παίζαμε!»

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Κάτω απ’ τις ράγες του τραίνου/ Κάτω από τις γραμμές του βιβλίου/ Κάτω από τα βήματα των στρατιωτών// Όταν όλα περάσουν – πάντα σε περιμένω.// Πέρασαν από τότε πολλά τραίνα/ Κι άλλα πολλά βιβλία θα διαβαστούν/ Κι άλλοι στρατιώτες το ίδιο θα πεθάνουν.// Κάτω από κάθε τι που σου σκεπάζει τη ζωή/ Όταν όλα περάσουν – / Σε περιμένω».

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Αγαπούσε ακόμα και τον αριθμό του τηλεφώνου της».


Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 09/03/09

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Ειδήσεις που Μοιάζουν με Διαφημίσεις


Radio_080309

Ειδήσεις που Μοιάζουν με Διαφημίσεις

Ασφαλώς, μια από τις καλύτερες μουσικές εκπλήξεις αποτελεί ο δίσκος Second Hand των Night on Earth. Κομμάτια του σούπερ Θανάση Παπακωνσταντίνου, πειραγμένα εξαισίως από την ταλαντούχα μπάντα με την κρυσταλλοφωνή της Σοφίας Σαρρή, τα απογειωμένα πλήκτρα του Κώστα Ζουλιάτη, το γκαγκάν-γκαγκάν βιολί του Γιάννη Κρητικού, την ηλεκτρισμένη ηλεκτρική κιθάρα του Βασίλη Λαγού. Ηχητικά τοπία που θυμίζουν πίνακες του Jackson Pollock και του Rothko.

Προχθές, Παρασκευή 6 Μαρτίου, είχα την χαρά να φιλοξενήσω τους Night on Earth στο Κανάλι 1, Πειραιάς, www.kanaliena.gr , στην εκπομπή Radio Propaganda, όπου ακούσαμε ωραίες μουσικές και μιλήσαμε εκτενώς για τα σχέδιά τους. Επίσης, την Παρασκευή, χαρήκαμε το πρώτο τεύχος της ανανεωμένης, υπό τη διεύθυνση του ποιητή Γιώργου Χρονά, «Βιβλιοθήκης», της Ελευθεροτυπίας.

Όποιος διαβάζει Χαράλαμπο Γιαννακόπουλο, δεν χάνει. Ιδού: http://areadingdiary.wordpress.com/

Ακούμε, ξανά και ξανά, το αριστουργηματικό τρίλεπτο έπος “Love is Strange” του υπέροχου Buddy Holly!

Χθες, Σάββατο 7 Μαρτίου, στο 1, Πειραιάς, www.kanaliena.gr και στην εκπομπή «Ο Αφρός των Ημερών», ύστερα από μια ροκ πανδαισία παρέα με τον εμπρηστικό Γιάννη Πολυμενέα, είχαμε στο στούντιο τον ποιητή Γιώργο Χρονά, τον Βασίλη Ζηλάκο, και τον Δάκη Φεσσόπουλο. Ακούσαμε άσματα που κάνουν το αίμα να κυλάει πιο γρήγορα και πιο μελωδικά στις φλέβες, μιλήσαμε για τη «Βιβλιοθήκη» και για την «Οδό Πανός», θυμηθήκαμε φίλους παλιούς, διαβάσαμε δυναμικά ποιήματα. Πάντα τέτοια!!!

Ακούμε, ξανά και πάλι, και πάντα, το αριστουργηματικό τρίλεπτο έπος “True Love Ways” του θαυμάσιου Buddy Holly! Με άρπες και βιολιά!

Night on Earth… and dry bread!!!

Η ζωγραφική της Ελεάννας Μαρτίνου είναι ένας καλπασμός χρωμάτων, είναι μια θερμή χειραψία του λογισμού με το όνειρο, είναι ο ασπασμός της μεθόδου με την έμπνευση, είναι το καλώς συγκερασμένο κλειδοκύμβαλο του ακανθώδους και του λείου, είναι η διαλεκτική παρελθόντος/παρόντος/μέλλοντος.

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

ΣΚΟΡΠΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ




Το παρακάτω είναι το σημερινό μου ραδιοχρονογράφημα στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, και www.kanaliena.gr πέντε λεπτά πριν από τη μία το μεσημέρι. Αύριο, 11 το πρωί με 2 το μεσημέρι, στο Radio Propaganda, πολλές εκπλήξεις και πολλή μουσική. Το Σάββατο, 7 Μαρτίου, θα είμαστε κοντά σας από τις 9 το βράδυ έως τη μία μετά τα μεσάνυχτα, και θα φιλοξενήσουμε, στον «Αφρό των Ημερών», τον ποιητή Γιώργο Χρονά.

Σκόρπιες Σκέψεις

Η σταγόνα της βρύσης. Για σκεφτείτε. Τόσο όμοια με της βροχής τη στάλα. Τόσο όμοια με το δάκρυ. Της βροχής τη στάλα, πόσοι και πόσοι τροβαδούροι και ποιητές δεν την έχουν απαθανατίσει. Το δάκρυ, πόσοι και πόσοι καλλιτέχνες κάθε τέχνης δεν το έχουν ψάλλει, δεν το έχουν εκθειάσει. Ενώ την τόση όμοιά τους σταγόνα της βρύσης όλοι μας την έχουν βλαστημήσει, ιδίως κάποιες κρύες νύχτες που μας σήκωσε άρον-άρον από το κρεβάτι για να την αφανίσουμε. Τα πράγματα της ζωής είναι περίεργα, ιδίως εκείνα που σπανίως καθόμαστε να τα σκεφτούμε.

Κρίση, κρίση, και πάλι κρίση. Κι έχω την εντύπωση ότι δεν κάνουμε τίποτα, ότι είμαστε μουδιασμένοι, ότι με ένα είδος μεταμοντέρνας μοιρολατρίας απλώς περιμένουμε τα γεγονότα να κυλήσουν, σαν ν’ αφουγκραζόμαστε ένα μπουμπουνητό ανήμποροι να φορέσουμε έστω μια καμπαρντίνα. Και ο παραλογισμός να καλπάζει θριαμβευτικά. Μαύρος θρίαμβος. Μαύρος καλπασμός.

Ίσως επείγει μια στροφή σε σταθερές αξίες, μια στροφή σε ό,τι πιο ανθρώπινο σκιρτάει εντός μας, και εντός της κοινωνίας. Να μαλακώσει το βλέμμα μας, να γίνει τρυφερότητα η τραχύτητα, να ακούσουμε πάλι τις μουσικές που μας γαλούχησαν και τις έχουμε αφήσει στην άκρη, σαν παλιά βινύλια που τα θεωρούμε αναχρονιστικά. Να σκύψουμε στον άλλο, στο φίλο μας, στην κοπέλα μας, σε ανθρώπους που λαχταράνε για αγάπη.

Μικρές άμυνες, τι άλλο;, προς το παρόν: μια περιπλάνηση μέσα στην πόλη, δίχως σκοπό, ένα σουλατσάρισμα για να ξελαμπικάρει το μυαλό, για να χαθούμε σε όμορφες αναμνήσεις, για να χωθούμε στο κουκούλι της μνήμης, έστω για λίγο, κι ακόμα για να ανακαλύψουμε μερικές κόγχες της πόλης, ζεστές, θαλπερές, όμορφες ακόμη, προτού μεταμορφωθεί η πόλη σ’ ένα γιγάντιο εμπορικό κέντρο, με τεχνητό φωτισμό, με τεχνητά βλέμματα, με τεχνητές φωνές.

Τεταμένη η ατμόσφαιρα, παντού. Η νηνεμία, η γαλήνη, η ηρεμία να είναι ρακένδυτες δεσποινίδες, να είναι σαν το κοριτσάκι με τα σπίρτα, εξόριστες όχι στην κεντρική λεωφόρο αλλά σε σκοτεινά σοκάκια. Ευτυχώς, μέσα στη σκοτεινιά, φεγγίζουν μικρά κεριά, κεράκια. Έλεγε ο Άλεν Γκίνσμπεργκ ότι το ποίημα είναι ένα μικρό κερί μέσα στο δάσος. Τέτοια κεριά γίνονται πολύτιμα ξανά.

Έχουμε ανάγκη ν’ ακούσουμε άλλες φωνές, βελούδινες, απαλές. Έχουμε ανάγκη ν’ ανάψουμε το φως και πάλι. Μέσα μας, γύρω μας, όπου μπορούμε. Έχουμε ανάγκη να βρούμε όσα έχουμε χάσει, να βρούμε την αγάπη μας για την τέχνη, ναι, την τέχνη ως βάλσαμο, όχι ως εντυπωσιασμό, την τέχνη ως δώρο, ως ανάσα, ως θέρμη. Έχουμε ανάγκη να γίνουμε φίλοι με τον εαυτό μας και με τον δίπλα μας. Έχουμε ανάγκη να δώσουμε στις λέξεις ξανά το νόημά τους, να τις κάνουμε οχήματα συνεννόησης, επικοινωνίας, κοινής πορείας μέσα στον γενικευμένο λαβύρινθο.

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 05/03/09