Συνολικές προβολές σελίδας

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

HIRST



Ντέιμιεν Χερστ
Ο Σταρ της Φορμαλδεΰδης


Το να έχεις τις ευλογίες του Φράνσις Μπέικον είναι μέγιστο δώρο, όπως επίσης και το να σε λογαριάζουν άνθρωποι σπουδαίοι για σπουδαίο καλλιτέχνη. Κι ας ήσουν ένα τσογλάνι από το Μπρίστολ που μεγάλωσε στο Λιντς, από πατέρα που παράτησε εσένα και τη μάνα σου στα δώδεκά σου χρόνια, και από μάνα που, ούσα διασαλευμένη καθολική, έκανε φέτες το αγαπημένο σου μπλουτζίν και έκαιγε στον κλίβανο το πολύτιμο βινύλιό σου των Sex Pistols για να φτιάξει –ήμαρτον!– μια φρουτιέρα. Δεν είναι λίγο να έχεις ξεκινήσει τον κοινωνικό σου βίο σκράπας σε όλα τα μαθήματα, πλην των τεχνικών όπως λέγαμε παλιά, ή της αισθητικής αγωγής όπως το λέγουν σήμερα, κι ακόμα να σ’ έχουνε συλλάβει μερικές φορές, έφηβος σαν ήσουν, για μικροκλοπές σε καταστήματα, να σε έχουν απορρίψει άλλες τόσες σε σχολές Καλών Τεχνών ώσπου επιτέλους να σε δεχτούν, να έχεις ρουφήξει ένα Έβερεστ σκόνη λευκή, να έχεις καπνίσει δεκάδες καπνοβιομηχανίες, και να έχεις πιει μυριάδες θερμοσίφωνες, για να είσαι σήμερα μια από τις πλέον αμφιλεγόμενες μορφές της σύγχρονης τέχνης, αποκομίζοντας απανωτά εκατομμύρια λίρες, προκαλώντας την μήνιν κάποιων κριτικών και αποσπώντας τα εγκώμια άλλων. Ίσως όλα να ξεκινάνε από την εμμονή σου με τον θάνατο, το πιο γοητευτικό θέμα στην τέχνη, μαζί με τον αντίποδά του, τον έρωτα, και ξέρουμε ότι κάποτε, πιτσιρικάς, υποχρεώθηκες να κάνεις δυσάρεστες, ίνα μη τι χείρον είπω, βάρδιες ως φύλακας σε νεκροτομείο. Έχεις σοκάρει τον κόσμο όλο με όλα όσα κάνεις, σε λένε Ντέιμιεν Χερστ, έκανες τις προάλλες μια απίθανη ντρίπλα βγάζοντας στο σφυρί τα έργα σου, μια συλλογή ολόκληρη, με τον τόσο ποιητικό τίτλο «Όμορφα μέσα στο κεφάλι μου για πάντα», παίζοντας με τα ήθη και τα έθιμα του εμπορίου τέχνης, προσωπικά δεν μου αρέσει τίποτε από όσα έχεις δημιουργήσει, απεναντίας τα απεχθάνομαι, εκτός από τους εξαίσιους τίτλους που δίνεις στα ανοσιουργήματά σου, αλλά με ιντριγκάρει ο βίος και το έργο σου και δεν μπορώ ν’ αντισταθώ στον πειρασμό δύο ή τρία πράγματα για σένα να τα πω.
Ντέιμιεν Χερστ, λοιπόν. Έτος γεννήσεως 1965, στις 7 Ιουνίου, στο Μπρίστολ, από μπαμπά μηχανικό αυτοκινήτων και μαμά κοινωνικό λειτουργό. Ο μπαμπάς παρατάει την οικογενειακή εστία όταν ο μικρός Ντέιμιεν είναι δωδεκαετές μειράκιον. Η μαμά πάει στον μικρό κόντρα σε όλα, από την κόμμωση και την περιβολή μέχρι το μουσικό του γούστο, αλλά, διορατικότατα, τον ενθαρρύνει να καταπιαστεί με το μόνο πράγμα που περιφανώς τον καίει: την τέχνη, και δη την ζωγραφική. Έτσι, ο μεταπάνκ πιτσιρικάς θα μπει για σπουδές στο Κολέγιο Γκόλντσμιθς του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, αφού μαθητεύσει στο Κολέγιο Τεχνών και Ντιζάιν του Λιντς, για να πέσει με τα μούτρα κατόπιν στην παραγωγή εξωφρενικών έργων τέχνης, ή αντι-τέχνης, αν θέλετε, στην κατανάλωση γενναίων ποσοτήτων κοκαΐνης, αλκοόλ, και νικοτίνης, ενώ δεν θα παραλείψει να παντρευτεί την εκλεκτή της καρδιάς του, την Καλιφορνέζα Μάια Νόρμαν και να κάνει τρία παιδιά μαζί της, βαφτισμένα όλα με ονόματα που, ποιος ξέρει γιατί, αρχίζουν από C: Connor, στα 1995, Cassius, στα 2000, και Cyrus, μόλις πρόπερσι, στα 2007.
Πέρα από τις κραιπάλες, ο καλλιτέχνης μας αποδεικνύεται εξαιρετικά δραστήριος και επινοητικός. Ήδη στα 23 του, και όντας φοιτητής στο Γκόλντσμιθς, αρχίζει να οργανώνει εκθέσεις και να συγκεντρώνει γύρω του έναν εσμό από πιστούς συνεργάτες. Παρουσιάζει δημιουργίες του όπως ένα σύμπλεγμα από χαρτόκουτα βαμμένα με μπογιά. Το έργο το έχουμε ξαναδεί από την εποχή του Dada, αλλά σε καιρούς παραζάλης και αισθητικού πανζουρλισμού, αμηχανίας και δίψας για το αλλόκοτο, μπορείς να ποντάρεις κάλλιστα σε μια συσκευασμένη εκ νέου λογοκλοπή αλλά και σε ένα ανακαινισμένο σκάνδαλο. Ο Ντέιμιεν Χερστ ποντάρει και στα δύο, προσθέτει μια στάλα, μάλλον μια λίμνη, κυνισμού –κλεμμένου κι αυτού από τον Άντι Γουόρχολ– και γίνεται με ρυθμούς υπερταχείας αμαξοστοιχίας πολυεκατομμυριούχος σταρ. Ίσως και σπουδαίος, αν μη τι άλλο λόγω των συζητήσεων που προκαλεί, καλλιτέχνης~ ποιος ξέρει;
Στα 1990, ο κύριος Χερστ έχει την έμπνευση να συνθέσει και να εκθέσει σε μιαν αποθήκη ένα έργο αποτελούμενο από κάμπιες και μύγες που το γλεντάνε τρωγοπίνοντας από το ματωμένο και σηπόμενο κεφάλι μιας αγελάδας μέσα σε μια μεγάλη γυάλινη προθήκη. Το έργο τιτλοφορείται «Χίλια Έτη», εκτίθεται σε ένα παλιό εργοστάσιο, καταφτάνει εκεί με μια πράσινη (Κύριε των Δυνάμεων!) Ρολς Ρόις ο πολύς Τσαρλς Σάατσι, μένει, καθώς λένε, με ανοιχτό το στόμα μπροστά στο αγελαδοφάγο αριστούργημα που υποτίθεται ότι αντλεί από την «ωμότητα των πραγμάτων», καθώς έλεγε ο Φράνσις Μπέικον, και αποφασίζει να κάνει αστέρα των αστέρων τον Χερστ. Πες το κι έγινε!
Εν μια νυκτί, ο Χερστ γίνεται ο καθρέφτης των καιρών μας, ο εκφραστής της παράλογης βιαιότητας, ο ανατόμος του θανάτου, και άλλα τέτοια ηχηρά και λίαν κερδοφόρα. Παίρνει τον περιβόητο καρχαρία του, το πιο εμβληματικό του έργο και τον βαπτίζει σε μια προθήκη τίγκα στη φορμαλδεΰδη, χαρίζοντάς του τον ιδιοφυή τίτλο «Το σωματικώς ανέφικτον του θανάτου στο νου ενός ζώντος». Τεμαχίζει μιαν αγελάδα κι ένα μοσχάρι, τα κάνει τουρσί σε μια σειρά βιτρίνες, τα εκθέτει στην Μπιενάλε της Βενετίας, το 1993. Την επόμενη χρονιά, το θύμα στον βωμό της σύγχρονης παρανοημένης τέχνης θα είναι ένα αρνί, βουτηγμένο σε μια δεξαμενή γεμάτη φορμαλδεΰδη, υπό τον τίτλο «Μακριά από το κοπάδι», που εκθέτει ο Χερτς στην Γκαλερί Serpentine. Το νόστιμο εδώ είναι ότι ένας άλλος ευφάνταστος αρτίστας, ονόματι Μαρκ Μπρίτζερ, μέλος αυτής της κάστας των κομπλεξικών που θέλουν να αποκτήσουν κάποια αίγλη με το να εναντιωθούν σε όσους, έστω και με ακραίες μπούρδες, έχουν γίνει παγκόσμιες φίρμες, μπούκαρε στην γκαλερί Serpentine, περιέχυσε τη δεξαμενή με μαύρο μελάνι και αναβάπτισε το έργο ως «Το Μαύρο Πρόβατο». Ο μίστερ Μαρκ έφαγε μήνυση από τον μίστερ Ντέιμιεν και τη γλίτωσε φτηνά με δύο χρόνια με αναστολή και κάτι ψιλά, ήτοι ένα χιλιάρι λίρες, για την αποκατάσταση του… έργου!
Ακολουθούν βραβεύσεις αλλά και απαγορεύσεις, αμφότερες στα όρια του εξωφρενικού. Φέρ’ ειπείν, το Βραβείο Τέρνερ το 1995 και, την ίδια χρονιά, οι υπάλληλοι υγειονομικού ελέγχου στη Νέα Υόρκη απαγορεύουν, φοβούμενοι μην… ξεράσει το κοινό, την έκθεση του έργου «Two Fucking and Two Watching» («Δυο Γαμούν και Δυο Κοιτούν»), όπου ένας σηπόμενος ταύρος συνευρίσκεται με μιαν εξίσου σηπόμενη αγελάδα. Ίσως η συμβολή του Χερστ στις έντονες συζητήσεις σχετικά με το τι είναι τέχνη και τι βάναυση απατεωνία να θεωρηθεί κάποτε μεγαλύτερη συμβολή του στην τέχνη. Προς το παρόν, ωστόσο, έχουμε το μάλλον δυσάρεστο καθήκον να υποστούμε άλλες μεγαλόπνοες δημιουργίες του αρτίστα και αστέρα, όπως το καμωμένο από πλατίνα και κοσμημένο με 8601 (!!!) διαμάντια κρανίο, που φέρει τον τίτλο «The Love of God», αξίας, παρακαλώ, 50 εκατομμυρίων λιρών, 100 εκατομμυρίων δολαρίων, 75 εκατομμυρίων ευρώ, ή το «Lullaby Spring», ένας ατσάλινος θάλαμος που περιέχει 6136 χάπια, δωράκι έναντι μόλις κοντά 20 εκατομμυρίων δολαρίων στον πάσχοντα από αϋπνίες, καθώς φαίνεται, στον Εμίρη του Κατάρ!
Παραλλήλως, το αστέρι μας καταπιάστηκε με τη ροκ μουσική και με την εστίαση, άλλα δύο λίαν κερδοφόρα πεδία. Συνεργάστηκε με το συγκρότημα Blur και με τον σεφ Μάρκο Πιέρ Γουάιτ, του ρεστοράν Quo Vadis. Από τον τελευταίο μάλιστα έφαγε και μια μήνυση για λογοκλοπή, στα 1999, όταν ισχυρίστηκε, όπως και ουκ ολίγοι άλλοι, ότι ο Χερστ οικειοποιήθηκε κάποιες δικές του δημιουργίες. Μια κατηγορία που ο Χερστ αντιμετώπισε, και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μιας και επανέρχεται διαρκώς, με μια στωικότητα και έναν κυνισμό που θυμίζει τον μακρινό του μέντορα, τον Άντι Γουόρχολ. «Στην τέχνη», διατείνεται το παλικάρι από το Μπρίστολ, «το θέμα είναι η ιδέα, η σύλληψη, και όχι η εκτέλεση». Η Τέχνη, σύμφωνα με τον Ντέιμιεν Χερστ, είναι του καθενός ο τρόπος να αντιδρά σε όσα συμβαίνουν γύρω του, ένα κάτοπτρο του κόσμου είναι καλλιτεχνική δημιουργία, μια άμεση, σκληρή πρόκληση να δούμε πού ζούμε.
Σύμφωνα, ωστόσο, με άλλους η τέχνη δεν είναι καθρέφτης, αλλά είναι όραμα και πάθος και τσίγκλισμα στο να πάψουμε να ζούμε όπως ζούμε και να αναζητήσουμε ατραπούς που οδηγούν πέρα από την ωμότητα και τον κυνισμό. Από τη μια, ο Χερστ θεωρείται ήδη πεπερασμένος, ξοφλημένος, ένας διάττων που ουδείς θα τον θυμάται ύστερα από λίγο. Από την άλλη, ο Τσαρλς Σάατσι, μολονότι εχθρός του Χερστ εδώ και μια πενταετία, δήλωσε ευθαρσώς ότι σε εκατό χρόνια από τώρα όλοι οι σημερινοί καλλιτέχνες δεν θα είναι παρά υποσημειώσεις στα βιβλία της ιστορίας της τέχνης με εξαίρεση τους Τζάκσον Πόλοκ, Άντι Γουόρχολ, Ντόναλντ Τζαντ και Ντέιμιεν Χερστ. Στην δημοπρασία στους Σόθμπις τις προάλλες ο Χερστ θριάμβευσε πέρα από κάθε προσδοκία. Το αν ο καρχαρίας τουρσί και η αγελάδα στην άλμη θα θριαμβεύσουν πάνω στον αδυσώπητο χρόνο, θα μας το πει, γλαφυρά αλλά και απόλυτα σκληρά, όπως πάντα η Ιστορία!

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης

Δημοσιεύτηκε στο «Έψιλον» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας.

2 σχόλια:

Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος είπε...

Μια πληροφορία για τον Χερστ που μόλις αλίευσα: ο άνθρωπος αυτός, που τεμαχίζει καρχαρίες, αρνιά και αγελάδες και τα διατηρεί στο φορμαλδεΰδη και εκθέτει κάμπιες και σκουλήκια να τρέφονται με σηπόμενα πτώματα, αυτός ο άνθρωπος διατηρεί εστιατόριο στο Λονδίνο, δημοφιλές εστιατόριο, με το όνομα "Φαρμακείο":::

George-Icaros Babassakis είπε...

@χαράλαμπος γιαννακόπουλος: Να πάμε, να φάμε, να πιούμε, και νηστικοί να κοιμηθούμε!