Η Αλήθεια είναι Ένας Σκύλος απ’ την Κόλαση
He is laughing, with a touch of anger in his laughter, but no triumph, no malignity. It is the face of a man who is always fighting against something, but who fights in the open and is not frightened, the face of a man who is generously angry — in other words, of a nineteenth-century liberal, a free intelligence, a type hated with equal hatred by all the smelly little orthodoxies which are now contending for our souls .
Orwell, Dickens
Ορισμένοι συγγραφείς διακρίνονται για την επινοητικότητά τους~ άλλοι για το άκρατο πάθος τους~ κάποιοι γίνονται περιλάλητοι για την σχεδόν επιστημονική ακριβολογία τους~ πολλοί αφήνουν εποχή λόγω των θεμάτων με τα οποία καταπιάνονται. Φυσικά υπάρχουν κι εκείνοι που τα συνδυάζουν όλα, και μοιάζουν με αστέρια που δεν σβήνουν ποτέ, με αληγείς ανέμους. Ο George Orwell ήξερε να επινοεί, διέθετε πάθος, η ακριβολογία του ήταν ενίοτε επιστημονική, και το δίχως άλλο η εκ μέρους του κριτική του ολοκληρωτισμού άφησε εποχή. Περαιτέρω, και εδώ εντοπίζω το ιδιαίτετατο των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, τον διείπε, τον κατέκλυζε, τον δονούσε, μια σφοδρή, στα όρια του ολέθριου, μανία για την αλήθεια, κάτι που δεν συναντάμε συχνά σε μαιτρ της πένας.
Ο Eric Arthur Blair, ο οποίος έγραψε ως George Orwell, γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1903, μορφώθηκε, μόχθησε, πολέμησε, αγάπησε, κάπνισε, διάβασε, ήπιε, συζήτησε, αρρώστησε, γέλασε, πόνεσε, πάλεψε, παντρεύτηκε, έγραψε, και έφυγε από τούτο τον κόσμο πριν από ακριβώς έξι δεκαετίες, στις 21 Ιανουαρίου του 1950. Αγγίζει τα όρια του αδιανόητου να μην ξέρει ο καθένας μας έστω τον τίτλο του πιο διάσημου έργου του, του 1984, ή να μην έχει ακούσει να γίνεται λόγος για τη Φάρμα των Ζώων. Από την άλλη, δεν θα βρεις πολλούς που μην έχουν μάθει απ’ το «σπασμένο τηλέφωνο» τα περί της πολιτικής του διαδρομής, και να μην τον έχουν καταγγείλει είτε ως επικίνδυνο αναρχικό, είτε ως οχληρό τροτσκιστή, είτε ως αναχρονιστικό συντηρητικό, ακόμα και ως… φασίστα!
Όπως διαπιστώνει ο αναγνώστης διαβάζοντας τα κείμενα του παρόντος τόμου, ο Orwell ανήκει σε μια κατηγορία ανθρώπων που επιλέγουν να εκφραστούν με το γράψιμο, πιστοί στην ιδέα ότι οι λέξεις μπορούν να είναι φορείς και μεταδότες αληθείας, να είναι οι πομποί του επιτακτικώς αληθούς, ο συνδυασμός τους να σου επιτρέπει να μιλήσεις για ό,τι πιο βαθύ, ειλικρινές, ωραίο, πλούσιο, ευγενές τυχαίνει να συναντάς ή/και να συλλαμβάνεις, αλλά και για ό,τι χθαμαλό, ποταπό, εξευτελισμένο, παραπεταμένο, συκοφαντημένο «φτάνει στα γυαλιά σου» (όπως έλεγε ένας παλιός ποιητής).
Δίχως να επιχειρεί επιχειρηματολογικά ακροβατικά, αποφεύγοντας συστηματικά τους καλλωπισμούς, υιοθετώντας την αμεσότητα της λιτότητας, θυμίζοντας καμιά φορά έναν αιωνίως μεσόκοπο σοφό, λιγάκι βαριεστημένο αλλά πάντα πρόθυμο να αφηγηθεί κάτι μεστό νοήματος, ο Orwell δεν έπαψε ποτέ να μιλάει για τα όσα τον απασχολούσαν, τον ενέπνεαν, τον προβλημάτιζαν. Πέρα από συρμούς και τάσεις, διατήρησε σε βαθμό θαυμαστό (και εκνευριστικό, άλλωστε, για πολλούς) τρεις αρετές που σπανίζουν ολοένα και περισσότερο, και ίσως δεν λογαριάζονται πια για αρετές: ανεξαρτησία, ακεραιότητα, αξιοπρέπεια.
Γαλουχημένος με παραδοσιακές εγγλέζικες αξίες, τις οποίες ποτέ δεν απαρνήθηκε, ο Orwell θα γίνει βαθμιαία ένας ανοιχτομάτης επικριτής των κακώς κειμένων, δίχως ποτέ να περνάει στην όχθη της απόλυτης άρνησης, και δίχως, επίσης, ποτέ να ενστερνίζεται μονοκόμματες λαμαρίνες ιδεών, δογματικά πακέτα και σύνολα ιδεολογημάτων. Θα λέγαμε ότι υπήρξε ένας άνθρωπος του ενεστώτος χρόνου, όπως το εννοούσε ο ποιητής Νίκος Καρούζος, ένας θαμώνας του απολύτου παρόντος. Οι περιστάσεις τον άγγιζαν, κι ο Orwell τις στάθμιζε, τις ανέλυε, τις στοχαζόταν και προχωρούσε, με απαράμιλλη γενναιότητα, στις αποφάσεις του. Διόλου εύκολο δεν ήταν, κάποιες εποχές, το να γίνεσαι κόκκινο πανί για τους αντιδραστικούς και μαύρο πρόβατο για όσους λογίζονταν σύντροφοί σου.
* * *
Ας ειπωθεί, εν τάχει, ότι ο George Orwell, όταν ήταν ακόμη ο μικρός Eric Blair, άρχισε να γράφει, ποιήματα μάλιστα, δύο εκ των οποίων είδαν το φως της δημοσιότητας~ ότι συνέβη να έχει για ένα διάστημα δάσκαλο στα γαλλικά τον Aldous Huxley, τον συγγραφέα του Θαυμαστού Γενναίου Κόσμου, της δίδυμης δυστοπίας του 1984~ ότι όπως τόσοι και τόσοι καλλιτέχνες έζησε στο Παρίσι, τον καιρό του Μεσοπολέμου~ ότι πέρασε κι αυτός από τη σκληρή χειρωναξία και από τη φτώχεια~ ότι χτυπήθηκε από την αέναη ασθένεια των συγγραφέων, τη φυματίωση~ ότι χειρόγραφά του προς έκδοση απέρριψε, μεταξύ άλλων, και ο «επίσκοπος» T. S. Eliot~ ότι επιδίωξε να καταδικαστεί σε κάθειρξη προκειμένου να προβεί σε άγρα εμπειριών χρήσιμων για κάποιο έργο του, αλλά οι αρχές δεν του έκαναν τη χάρη, τον φιλοδώρησαν μονάχα με δύο νύχτες πίσω απ’ τα σίδερα~ ότι εργάστηκε ως χωροφύλακας, παιδαγωγός, βιβλιοϋπάλληλος, επιμελητής και διορθωτής κειμένων, κριτικός λογοτεχνίας, δημοσιογράφος~ ότι παντρεύτηκε, στις 9 Ιουνίου του 1936, την Eileen O’Shaughnessy (η οποία έχασε τη ζωή της στη διάρκεια μιας ήσσονος σημασίας εγχείρησης, στις 29 Μαρτίου του 1945~ ότι λίγο μετά το γάμο, κίνησε για την Ισπανία – «το στόμα της είναι σαν τον εμφύλιο πόλεμο (στην Ισπανία)», έγραφε ο Νίκος Εγγονόπουλος σ’ ένα από τα συγκλονιστικότερα ποιήματα όλων των εποχών.
Η Ισπανία ήταν μια από τις πλέον καθοριστικές στιγμές του Orwell. Ο ίδιος, σε μια περιλάλητη δήλωσή του, λέει λιτά ότι όσα έγραψε μετά το 1936 έχουν γραφτεί, είτε απερίφραστα είτε υπόρρητα, κατά του ολοκληρωτισμού και υπέρ του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Στην Ισπανία, ο George Orwell είδε ανθρώπους να μάχονται λουσμένοι στο φως της απόλυτα άδολης ανιδιοτέλειας, είδε άλλους να γίνονται δόλιοι, ένιωσε τη σφαίρα να ’ρχεται καταπάνω του και να του τρυπάει το λαιμό, με αποτέλεσμα για μήνες να μην μπορεί να μιλήσει, όχι όμως και να χάσει το πηγαίο χιούμορ του – μετά τον τραυματισμό του, ο επικεφαλής αξιωματικός ανέφερε με οξύνοια: «Αναπνοή απολύτως κανονική. Αίσθηση του χιούμορ ανέγγιχτη». Στην Ισπανία, πήγε αφού είχε την εγλεντζέδικη χαρά να δειπνήσει παρέα με τον Henry Miller στο Παρίσι, μ’ αυτόν τον Άγιο Αλάνη Αμερικανό, για τον οποίο έχει γράψει ο Έξοχος Εγγλέζος μερικές από τις ωραιότερες αράδες του . Στην Ισπανία, ο Orwell εντάχθηκε στο αιρετικό, τροτσκιστικό POUM, στο Partido Obrero de Unificacion Marxista, το Ενοποιημένο Εργατικό Μαρξιστικό Κόμμα, κάτι που δεν του συγχώρησαν ποτέ οι σταλινικοί. Στην Ισπανία, στη Βαρκελώνη, υπάρχει η Placa de George Orwell, στην καρδιά της πόλης, ανάμεσα σε ωραία καπηλειά, μια μεγάλη τιμή για τον συγγραφέα του Φόρου Τιμής στην Καταλονία. Στην Ισπανία, ο Orwell, παρά τις κακουχίες, είχε φροντίσει να διαθέτει πάντα σοκολάτες, πούρα, και το λατρεμένο του τσάι, το Fortnum & Mason (σημειωτέον: το αγαπούσε και ο William S. Burroughs). Στην Ισπανία, ο συγγραφέας μας έμεινε έως τον Ιούνιο του 1937, και επέστρεψε στην Αγγλία, για να αντιμετωπίσει την εχθρική στάση κάμποσων παλιών φίλων και συντρόφων του, καθώς και απανωτές απορρίψεις χειρογράφων του. Εντέλει, ο Φόρος Τιμής στην Καταλονία εκδόθηκε από τον οίκο Secker & Warbug, αλλά δεν γνώρισε καμία επιτυχία, το αντίθετο μάλιστα. Δύσκολοι καιροί για την αλήθεια, ανάμεσα στις Συμπληγάδες του φασισμού και του σταλινισμού, στις παραμονές του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
* * *
Ο Orwell θα γράψει το λαμπρό μελέτημά του για τον Charles Dickens και το δοκίμιο «Μέσα στην κοιλιά της φάλαινας», θαρρείς αποφασισμένος να μην είναι διόλου δημοφιλής προκειμένου να παραμείνει πεισματικά φίλος της αληθείας. Θα δηλώσει ευθέως ποιοι είναι οι αγαπημένοι του συγγραφείς, ανάμεσα στους οποίους οι William Shakespeare, Jonathan Swift, Henry Fielding, Henry Fielding, D. H. Lawrence, T. S. Eliot και James Joyce.
Ήδη, με το ξέσπασμα του πολέμου, θα επιχειρήσει να στρατευτεί και να βρεθεί στην πρώτη γραμμή του πυρός, αλλά η κλονισμένη του υγεία θα σταθεί φραγμός, μιας και κρίνεται ακατάλληλος για κάθε στρατιωτική υπηρεσία. Θα ενταχθεί ωστόσο στην εθνοφυλακή και θα συμμετάσχει σε προπαγανδιστικές αντιναζιστικές εκπομπές του BBC, ενώ δεν θα σταματήσει να δημοσιεύει παρουσιάσεις βιβλίων. Με το ψευδώνυμο John Freeman θα υπογράψει το δοκίμιο «Can Socialists Be Happy», και ως George Orwell θα υποστεί σκληρές απορρίψεις του κλασικού πλέον πεζογραφήματος Η Φάρμα των Ζώων – το απέρριψε τόσο ο Eliot, ο οποίος, ως γνωστόν, εργαζόταν στον οίκο Faber & Faber, και ο οίκος Jonathan Cape, ύστερα από πιέσεις κάποιου Peter Smollett, ο οποίος, όπως αποδείχτηκε αργότερα, ήταν πράκτορας των Σοβιετικών. Εντέλει, ύστερα από τις απορρίψεις και πολλές καθυστερήσεις, η Φάρμα κυκλοφόρησε στις 17 Αυγούστου του 1945, από τον οίκο Secker & Warburg, στη Μεγάλη Βρετανία, και ύστερα από ένα χρόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η συγγραφή του 1984 θα απασχολήσει τα επόμενα χρόνια τον Orwell, ο οποίος είχε συλλάβει την κεντρική ιδέα του έργου ήδη από το 1944. Ανάμεσα στα 1947 και 1948, παρότι ταλαιπωρημένος από την άσχημη υγεία του και, ιδίως, από τη φυματίωση, θα το ολοκληρώσει και, στις 4 Δεκεμβρίου του 1948, θα το στείλει στον οίκο Secker & Warburg. Ο τίτλος είναι μια μνεία στην ημερομηνία περάτωσης της συγγραφής του βιβλίου, με αντιστροφή του 48 σε 84. Το 1984 έφτασε στις προθήκες των βιβλιοπωλείων στις 8 Μαΐου του 1949. Πρόκειται για την απόλυτη δυστοπική φαντασία, για την πιο ευφυή και συγκροτημένη κριτική του ολοκληρωτισμού μέσω της λογοτεχνικής φαντασίας, για ένα έργο που συντάραξε και εξακολουθεί να συνταράζει, και που πενήντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του είχε μεταφραστεί σε περισσότερες από εξήντα πέντε γλώσσες, ένα αξεπέραστο ρεκόρ!
Ο Orwell δε έμελλε να ζήσει παρά μονάχα μερικούς μήνες ακόμη. Στις 21 Ιανουαρίου του 1950, άφησε την τελευταία του πνοή. Είχε προλάβει πάντως να παλέψει για να φτάσει στις αλήθειες της ζωής, της κοινωνίας και της πολιτικής, και να τις εκφράσει με έναν τρόπο που έκανε τους φίλους της αλήθειας να τον λατρέψουν και τους εχθρούς της να τον μισήσουν και να τον διαβάλλουν. Ανάμεσα σε όσους αγάπησαν τον George Orwell ήταν και ο Guy Debord, ο οποίος φρόντισε να εκδοθούν στη Γαλλία τα άπαντα του συγγραφέα του Φόρου Τιμής στην Καταλονία, της Φάρμας των Ζώων, και του 1984, από τον οίκο Champ Libre. Κάτι που λέει πολλά σε όσους γνωρίζουν τον βίο και την πολιτεία του Debord.
Ο μεταφραστής, ο οποίος παρεμπιπτόντως έκοψε το κάπνισμα τον καιρό που καταπιάστηκε με το παρόν βιβλίο, επιθυμεί και πάλι να ευχαριστήσει τις εκδόσεις Μεταίχμιο, και να αφιερώσει τον καρπό του μόχθου του σε έναν φίλο της αλήθειας, τον Κωνσταντίνο Ταλιώτη.
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, Μάρτιος 2010