Συνολικές προβολές σελίδας
Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010
ΙΝΤΕΡΒΙΟΥ [στον Λάμπρο Σκουζάκη]
Στο αίθριο του Πανδοχείου. Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης
Αγαπημένοι σας διαχρονικοί και σύγχρονοι συγγραφείς.
Όμηρος, William Shakespeare, Hegel, Guy Debord, Vladimir Nabokov, Raymond Chandler, James Ellroy, Charles Bukowski, Jack Kerouac, William S. Burroughs, Νίκος Καρούζος. Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Και, πάντα, Borges & Bernhardt.
Αγαπημένα σας διαχρονικά και σύγχρονα βιβλία.
Ιλιάδα, Άμλετ, Η Φαινομενολογία του Πνεύματος, Η Κοινωνία του Θεάματος, Ο Μεγάλος Αποχαιρετισμός,
Αγαπημένα σας διηγήματα.
Ένα λάμπει μες στις δεκαετίες (και το ζηλεύω): The Lost Decade, του Francis Scott Fitzgerald.
Σας έχει γοητεύσει κάποιος σύγχρονος νέος έλληνας λογοτέχνης;
Βεβαίως: ο Κώστας Μαυρουδής, ο Γιάννης Ευσταθιάδης, και ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος (για τον συνδυασμό λεπταισθησίας, νοημοσύνης, επινοητικότητας, ευαισθησίας). Και ποτέ δεν θα λησμονήσω τα όσα οφείλω στον Ηλία Λάγιο και στον Χρήστο Βακαλόπουλο.
Αγαπημένος ή/και ζηλευτός λογοτεχνικός χαρακτήρας;
Ο Dean Moriarty από το On the Road του Kerouac.
Σας ακολούθησε ποτέ κανένας από τους ήρωες των βιβλίων σας; Μαθαίνετε τα νέα τους;
Ναι. Αλλά δεν κάνει να πω τα μυστικά τους.
Έχετε γράψει σε τόπους εκτός του γραφείου σας/σπιτιού σας;
Συχνότατα. Σε μπαρ και σε καφενεία.
Ποιος είναι ο προσφιλέστερός σας τρόπος συγγραφής; Πώς και πού παγιδεύετε τις ιδέες σας;
Όταν βαδίζω, έρχονται οι μνήμες και οι ιδέες. Πασχίζω να μην τις χάσω, ενώ συνάμα χαμογελάω, ξέροντας ότι θα τις χάσω.
Επιλέγετε συγκεκριμένη μουσική κατά την γραφή ή την ανάγνωση; Γενικότερες μουσικές προτιμήσεις;
Πάντοτε ακούω jazz ή/και κλασική, όταν γράφω. Η μουσική είναι η ζωή μου, όλο το εικοσιτετράωρό μου. Miles Davis, John Coltrane, Chet Baker, αλλά και Bob Dylan, Nick Cave, Μάνος Χατζιδάκις.
Μια μικρή παρουσίαση/εισαγωγή στο κάθε σας βιβλίο χωριστά [ή για όσα κρίνετε]. Είτε σε μορφή επιγραμματικής παρουσίασης, είτε γράφοντας για το πότε, πώς, υπό ποιες συνθήκες και ποιους πόθους συνεγράφησαν. Τυγχάνει κάποιο περισσότερο αγαπημένο των άλλων;
Τρία τα αγαπημένα μου, και ας μιλήσω γι’ αυτά μονάχα. Το «Ω!» (σε συνεργασία με τον Πάρι Κούτσικο), ένα βαθιά ελληνικό γουέστερν ποίημα, όπου ο Έρως εκθειάζεται, απολύει την δυστυχία, αποθεώνει την συνωμοτικότητα της Συμμορίας των Δύο (που είναι, κατ’ εμέ, η απόλυτη ερωτική περιπέτεια). Το μυθιστόρημα «Aurevoir», για το σκίρτημα του πρώτου έρωτα, για την Πατησίων, γιατί μπόρεσα να κάνω λέξεις τις μνήμες και πέτυχα να συνθέσω ένα πολυσέλιδο blues. Και ο «Μάης του 68», πάλι παρέα με τον Πάρι Κούτσικο.
Θα μας συνοδεύσετε ως την θύρα του τελευταίου σας βιβλίου;
Είμαι στη γειτονιά του Debord, στο Παρίσι, στα σοκάκια της Αριστερής Όχθης, ανοίγω την θύρα του βιβλίου «Μάης του 68».
Τι διαβάζετε αυτό τον καιρό;
Την «Ιλιάδα» όπως μας την πρόσφερε ο Μαρωνίτης. Και μια πολυσέλιδη βιογραφία του John Cassavetes.
Τι γράφετε τώρα;
Λιτά ποιήματα. Και μια Πολύτομη Επιστολή στη Γυναίκα Μου.
Ασχολείστε επισταμένα τόσο με την μετάφραση όσο και την κριτική λογοτεχνίας. Εργάζεστε με συγκεκριμένο τρόπο; Σας κλέβουν συγγραφικό χρόνο ή εξαργυρώνονται με κάποιο τρόπο;
Όταν καταπιάνεσαι μ’ αυτά τα πράγματα, ένας τρόπος υπάρχει: η πολύωρη, σχεδόν ακόπαστη, δουλειά. Η εργασία. Η προσήλωση. Κι αυτό είναι ήδη «εξαργύρωση».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
5 σχόλια:
Είναι το πιό ορθό, αν μου επιτρέπεται αυτή η λέξη, να απευθύνεσαι κάπου, ακόμη κι'αν αυτό είναι ένας τρόπος διαφυγής απο την άμεση απεύθυνση(τι λέξη κι'αυτή που μου΄ρθε..μου θυμίζει συνελεύσεις του ΄80).Απο αυτά που διάβασα στην συνέντευξη του Λ.Σκουζάκη, διακρίνω αυτή την ροπή. Να σου πώ την αλήθεια, βαρέθηκα τους συγγραφείς που αποφάσισαν να μην αναφέρονται στα βιώματά τους. Δεν μπορώ να διακρίνω την ειρωνεία η την κυριολεκτικότητα στην αναφορά του για την συγγραφή της επιστολής του στην γυναίκα του..το θεωρώ όλο αυτό όχι απλά τρυφερό και ανθρώπινο, αλλά μάλλον εντελώς απαραίτητο σήμερα. Ακόμη κι΄αν δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα, σαν ιδέα με συναρπάζει. Η επιστολογραφία είναι κάτι που λείπει, και κάτι θα μαθαίναμε αν γράφαμε και κανένα γράμμα στους φίλους και τις αγαπημένες μας. Αν δεν το γράφει στ΄αλήθεια θα ήθελα να τον παρακαλέσεις να το κάνει..
@tzanakos67: Τζόνυ, μάλλον μπερδεύτηκες! Ο Σκουζάκης ρωτάει, εγώ απαντάω. Εγώ τα λέω αυτά περί Επιστολής, και όλα τα άλλα! Θα τα πούμε και από κοντά!
ε είναι φοβερό!νομίζω πως σου έστειλα την πιό αθώα και ανόητη ταυτόχρονα κολακεία, αγνοώντας φυσικά τον συγγραφέα Σκουζάκη, τον οποίο θα ήθελα να γνωρίσω, αλλά ήδη γνωρίζω, αν και μου έκανε εντύπωση ότι έγραψε ένα βιβλίο με το ίδιο σημείο αναφοράς, την Πατησίων.Αν αναφερόταν(εσύ δηλαδή!) στο Ορεβουάρ ίσως να με εντύπωσίαζε η σύμπτωση, πράγμα που θα με καθιστούσε έναν πιο ευτυχή βλάκα.Τέλειο!
Η άγνοια της γαλλικής(το ορεβουάρ τιτλοφορείται φυσικά όπως ακριβώς είναι στην γαλλική στο περίφημο μπάρ της πατησίων)και ο ενθουσιασμός της ανακάλυψης ενός άγνωστου συγγραφέα, οδηγεί τον ενθουσιώδη ανόητο στην συνομιλία με το ομοίωμα του πραγματικού συγγραφέα, το οποίο αποτελεί όντως πραγματικό ομοίωμα-ο ίδιος ο συγγραφέας είναι αυτός ο οποίος μιλάει για τον αναγνώστη σαν τον άνθρωπο που θα ήθελε να γνωρίσειαφού ομιλεί σαν να τον γνωρίζε ήδη- αλλά ταυτόχρονα ήδη τον γνωρίζει, όχι φυσικά μόνο σαν πρόσωπο, πράγμα που κάνει το ομοίωμα διπλό. Μόνο που δεν υπάρχουν διπλά ομοιώματα, παρά μόνο σαν προβολές του πραγματικού, άλλη μια απόδειξη, ότι το λεγόμενο πραγματικό είναι ανόητο, η μάλλον ότι πραγματικό είναι μόνο αυτό το ανόητο που ισχυρίζεται-με το στόμα ενός ανόητου- οτί μπορεί να υπάρξει σαν αναδιπλασιασμός του ιδεατού η αναπαραστατικού(ομοιωματικού).Παρ'όλα αυτά μόνο δια της παροδικής, έστω, ανοησίας μπορεί να αποδειχθεί το πραγματικό ενδιαφέρον του αναγνώστη πρός τον συγγραφέα ιδέα. Η ανάγνωση περαν των πολιτικο-αισθητικών δοκιμίων σου, ειδικά της αριστερής όχθης που θεωρώ σημαντικό, της λογοτεχνικής σου παραγωγής αποτελεί διέμέ πλέον καθήκον, χωρίς να είναι καθήκον, αφού σου απέδειξα τον αγνό και ανόηυο ενθουσιασμό μου δι τον συγγραφέα σκουζάκη-Μπαμπασάκη!
Σκεφτόμουν ότι ο Βελής διαθέτει μπόλικη εκφραστική δυνότητα και σπιρτάδα. Νομίζω όμως πως η λογοτεχνία, όπως και η μπύρα, πρέπει πάνω απ’ όλα να αφήνει καλή μετάγευση. Σπάνιο και δύσκολο βέβαια για τις βιαστικά ψημένες ελληνικές μπύρες που εντυπωσιάζουν αρχικά με το λαμπερο χρυσοκίτρινο χρώμα τους, τον πλούσιο αφρό, τη δροσερή και σαγηνευτική πικρή πρόγευση, ακόμα και την ωραία φιάλη, μα αφήνουν μια απρόσεχτη, ρηχή και γλυκανάλατη αίσθηση στο τέλος της γουλιάς.
Για να δανειστείς λεφτά πρέπει να έχεις ήδη λεφτά ή περιουσία, για να βρεις δουλεια πρέπει να έχεις δουλέψει ή και να δουλεύεις και βέβαια για να σε υπολογίσει γυναίκα χρειάζεται να έχεις ήδη γυναίκα/ες.
Παιδιά οχι επιστολές σε γυναίκες, τουλάχιστον όσο είναι εν ζωή...
Δημοσίευση σχολίου