Όταν ο Μάχνο Ανταλλάσσει Χειραψίες με τον Ντουρούτι
Στον Γιώργο
Ανοίγει η ψαλίδα. Ανοίγει ολοένα και πιο πολύ. Ανοίγει ολοένα και πιο βάναυσα. Ανοίγει ολοένα και πιο άγρια. Θα θυμηθούμε –μάλλον θα υπενθυμίσουμε, γιατί ποτέ δεν τα ξεχάσαμε– εκείνα τα αγέρωχα παλιά. Εκείνα τα «Ένα γέλιο θα σας θάψει», «Ένα δικό μας Σαββατοκύριακο είναι η ζωή σας όλη». Εκείνα τα «Εγώ χαμογελώ, κι εκείνοι χάνονται». Εκείνα τα «Όταν τα σκατά θ’ αποκτήσουν αξία, οι φτωχοί δεν θα ’χουν κώλο». Θα θυμηθούμε ξανά το Τρελό Γέλιο του Θάρρους, όπως είχε τιτλοφορήσει τον σημαντικότερο πίνακά του ο Δανός ζωγράφος και καταστασιακός Asger Jorn. Θα θυμηθούμε την φαινομενικά παράλογη, μα απολύτως λογική σε παράλογους καιρούς, ρήση του υπερρεαλιστή Ρενέ Κρεβέλ, «Δεν μας αρέσουν ούτε οι φακές του πλούσιου, ούτε το χαβιάρι του φτωχού». Θα θυμηθούμε, ακόμα κι αν το έχει ξεχάσει ο ίδιος, ότι μας τάραξε στην εφηβεία μας, και μας τάραξε σωτήρια, μια φράση του Βασίλη Βασιλικού που έλεγε ότι οι επαναστάτες είναι οι πιο γοητευτικοί άνθρωποι.
Όλα όσα θέλησε η ιλουστρασιόν πλέμπα του ταχύπλοου νεοπλουτισμού να τα ξεχάσουμε, θα τα θυμηθούμε και πάλι. Και θα τα θυμίσουμε. Απ’ όπου και όπως μπορούμε. Θα θυμηθούμε, και θα θυμίσουμε ξανά, την «Οκτάνα» και τους «Μπεάτους» του Ανδρέα Εμπειρίκου, τους Της Μη Συμμορφώσεως Αγίους. Τον Κερουάκ που διαβαίνει μουσηγέτης. Τον Έρνεστ Πάπα Χέμινγουεϊ, και το πώς, στις 25 Αυγούστου του 1944, οπλισμένος μ’ ένα οπλοπολυβόλο και καθοδηγώντας ένα τσούρμο Γάλλους αντιστασιακούς, μπούκαρε στο Παρίσι και το απελευθέρωσε μερικές ώρες πριν μπουν στη Πόλη του Φωτός τα στρατεύματα των Συμμάχων. Θα θυμηθούμε επίσης τον Νέστορα Μάχνο και την Καβαλαρία του ν’ απελευθερώνει χωριά στην τσαρική Ρωσία, και τον Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι να κατατροπώνει με το αντάρτικο φλαμένγκο του στο ιβηρικό λιοπύρι τους βδελυρούς φαλαγγίτες του Φράνκο. Θα θυμηθούμε τον Αρθούρο Ρεμπό να λιώνει με μια λυτρωτική λυρική λάμψη ό,τι περνιόταν για ποίηση μέχρι την εκθαμβωτική έλευσή του και να χάνεται μετά στο χάος. Τον Αρθούρο Κραβάν θα θυμηθούμε, να μην τον χωράει κανένας τόπος, να μην τον πτοεί σύμβαση καμία, λιποτάκτης να είναι δεκαέξι στρατών, όλα να τα παρατάει και να εξαφανίζεται στο Μεξικό.
Κανέναν δεν θέλω να προσβάλλω, όχι, φίλες και φίλοι, κι ακόμα λιγότερο κάποιον που στέργει να γίνει υπουργός πολιτισμού στη χώρα του Γιώργου Χρονά και του Λευτέρη Πούλιου, στη χώρα του Δήμου Αβδελιώδη και του Φίλιππου Κουτσάφτη, στη χώρα του Θανάση Παπακωνσταντίνου και των Διάφανων Κρίνων, στη χώρα του Κωστή Παπαγιώργη και του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, στη χώρα του Πάνου Χαραλάμπους και του Μάριου Σπηλιόπουλου, στη χώρα του Γιώργου Βαλαή και της Αγγελικής Παπούλια, όχι, μακριά από μένα να προσβάλλω τον οποιονδήποτε, κι ακόμα λιγότερο, ας το ξαναπώ, έναν που στέργει να είναι υπουργός πολιτισμού, αλλά φοβάμαι ότι όσο αγνοεί κανείς, κι ακόμα περισσότερο κάποιος που στέργει να είναι υπουργός πολιτισμού, τι λογής πολιτισμό διακονούν οι ποιητές Χρονάς και Πούλιος, οι σκηνοθέτες Αβδελιώδης και Κουτσάφτης, οι στοχαστές Παπαγιώργης και Λυκιαρδόπουλος, οι εικαστικοί Χαραλάμπους και Σπηλιόπουλος, οι θεατράνθρωποι Βαλαής και Παπούλια, όσο θα δεσπόζουν ο κυνισμός του χρήματος και το χρήμα του κυνισμού, τόσο βάναυσα και άγρια θ’ ανοίγει η ψαλίδα, τόσο τρυφερά και λυτρωτικά, ίσως και κομμάτι απειλητικά, με το συμπάθιο, θα θυμόμαστε και θα θυμίζουμε τον Ντουρούτι και τον Μάχνο, τον Μπακούνιν και τον Σαιν Ζυστ, αλλά και τον Ντον Τζοβάνι και τον Τζάκομο Καζανόβα.
6 σχόλια:
EVERY BLOODY EMPEROR
By this we are all sustained: a belief in human nature
and in justice and parity...all we have is the faith to carry on.
Imperceptible the change as our votes become mere gestures
and our lords and masters determine to cast us
in the roles of serfs and slaves
in the new empire's name.
Yes and every bloody emperor claims that freedom is his cause
as he buffs up on his common touch as a get-out clause.
Unto nations nations speak in the language of the gutter;
trading primetime insults the imperial impulse
extends across the screen.
Truth's been beaten to its knees; the lies embed ad infinitum
till their repetition becomes a dictum
we're traitors to disbelieve.
With what impotence we grieve for the democratic process
as our glorious leaders conspire to feed us
the last dregs of imperious disdain
in the new empire's name.
Yes and every bloody emperor's got his hands up history's skirt
as he poses for posterity over the fresh-dug dirt.
Yes and every bloody emperor with his sickly rictus grin
talks his way out of nearly anything but the lie within
because every bloody emperor thinks his right to rule divine
so he'll go spinning and spinning and spinning into his own decline.
Imperceptible the change as one by one our voices falter
and the double standards of propaganda
still all our righteous rage.
By this we are all sustained: our belief in human nature.
But our faith diminishes - close to the finish,
we're only serfs and slaves
as the empire decays.
(Peter Hammill: Every Bloody Emperor)
(για την αντιγραφή, Γιώργος)
Στην Ελλάδα υπάρχουν κάποιες σταθερές αξίες, αλλά, δυστυχώς, συνήθως επικρατούν οι σταθερές "αταξίες"
@Γιώργος: Ευχαριστώ για τον πάντα υπέροχο Peter Hammill! Να 'σαι καλά!
@Λουκάς Φουρουκλάς: Σωστά! Ας κάνουμε ό,τι μπορούμε για να προπαγανδίζουμε τις δικές μας αξίες, ιδίως με τον τρόπο ζωής μας. Σωστά;
να "προπαγανδίζουμε";
μπλιαααχ!
we few, we happy few, we band of brothers
οπως ψιθυρισες γλυκά στα αυτιά μας
Αφήστε τους να λεν΄τα χαμερπή τους
Αφήστε τους να ζουν στη λάσπη τους
η Αγάπη δεν προσκυνά, δεν σέρνεται
«προτιμώ να μιλάμε τη γλώσσα της λογικής κι όχι της τρέλας, μιας και τη γλώσσα της τρέλας μιλάει, καιρό πολύ τώρα, ο εχθρός.»…
Η Γλώσσα του Εχθρού
Τον ακούω να μου μιλά ξανά. Στην αρχή της συγκατοίκησης προέβαλλε μια σειρά λογικών επιχειρημάτων που έστεκαν έρμαια στην προαπαιτούμενη Συνέχεια της Διαλεκτικής. Λόγια αδύναμα στον όγκο τους, σαν μικρά ελεφαντάκια. Επιχειρήματα της κωλάρας, διανθισμένα με ριπές πραγματικότητας. Πού να βρει τόπο να φυτρώσει το αποσπασματικό σ’ έναν παλιό πάνκι που δούλευε τρία χρόνια στα μπετά και έμενε στα παγκάκια του Λονδίνου σε Θατσερικές εποχές; Καιρό με τον καιρό ο συγκάτοικός μου μάθαινε. Είχε δει στην βιβλιοθήκη τον «Εχθρό του Ποιητή» και τον «Molloy». Τα βράδια, όταν κοιμόμουν, έπαιρνε και τα διάβαζε, τα απομυζούσε, τα μαγάριζε, τα άφηνε χωρίς αίμα γιατί από κάτι έπρεπε να θραφεί, από κάπου έπρεπε να βρει πάτημα, έτσι κάνουν όλοι οι καργιόληδες, σου κλέβουν τις αναμνήσεις και τα ξόρκια μέχρι να πιστέψεις ότι όχι εσύ πια αλλά ο θεός που πιστεύεις έχει αλλάξει χνώτα, να σε κάνουν να αμφιβάλεις για τα σίγουρα, να σε κάνουν να μην ξέρεις πια σε ποιών τις λέξεις και ποιών τις μουσικές να εμπιστεύεσαι. Συγχρωτισμός δια μέσου αμφισβήτησης, καταλαβαίνεις; Με έσωσε και πάλι η πραγματικότητα, καταλάβαινα ότι όλος αυτός ο συρφετός των λέξεων είχε στόχο την αυθυποβολή, θα προτιμούσε να μου μιλά στον ύπνο μου, όπως κάνουν οι εταιρίες που εκπαιδεύουν πωλητές, γιατί στον ύπνο σου δεν μπορείς ν’ αντισταθείς όταν σου ελέγχουν τις ανάσες, κατάλαβες; Όταν, όμως, έχεις πιεί γάλα απ’ το βυζί της Sarah Kane και της Γώγου, όταν στα λόγια σου κρατάς φυλαχτό την μορφή της Σταματίνας Κανελλοπούλου και του Γιάκωβου Κουμή, όταν έχεις μείνει στα κατειλημμένα του Brixton, όταν έχεις ξημερώσει με την ανάσα κρατημένη από τρεχαλητά και δεν έχει κάτσει μέσα σου καλά η οσμή του θηράματος και του κυνηγού, τότε ξέρεις να μετράς και το παραλήρημα του άλλου. Αν είναι αληθινό. Αρκούσε μια στιγμή σηκωμένου πούτσου για να διαλύσει την σκοπιμότητα των αναφορών του συγκατοίκου μου για τον Μολόϋ. Πριν προλάβω να του πω ότι ήταν κάλπικος, άλλαξε στυλ. Μέχρι πριν μιλούσε συνεχώς, ακατάπαυστα μιλούσε, ένα πολυβόλο λέξεων. Και πίστευε ότι θα γοητευόμουν απ’ το παραλήρημά του και ναι ήμουν ένα βήμα Όμως με έσωσε η πραγματικότητά μου και το κατάλαβε. Κι έμαθε να χρησιμοποιεί τις σιωπές μου. Διδάχθηκε την χρονικότητα της σιγής. Ηταν και οι εποχές που ιδιώτευσαν οι σύντροφοι, παντού φόβος, κι όπως το είχε πει κι ο Θουκιδίδης: «Ούτε φιλία ανάμεσα σε ιδιώτες, ούτε συμμαχία μεταξύ πόλεων μπορεί να είναι σταθερή εάν δεν στηρίζεται σε κοινές αντιλήψεις για την εντιμότητα και τις άλλες αξίες της ζωής. Διότι, από τις διαφορές στις αντιλήψεις προέρχονται και οι διαφορές στην δράση». Και προσπάθησε να κάμει τον φόβο μου υπαρκτό. Να πιστέψω ότι υπάρχει ο φόβος. Μετά ο συμβιβασμός θα ήταν εύκολος. Ο συγκάτοικός μου πίστευε ότι όλα τα ξόρκια τα κρατούσε στα χέρια του. Τις σπονδές μου στο Ωραίο. Τις επικλήσεις μου στον Ντουρούτι. Τις μουσικές των δερβίσηδων, με τα νέϊ. Τις κατάρες που έδιναν οι έγκυες Χιώτισσες στην θάλασσα, που όταν ήταν έγκυες σήκωναν τα φουστάνια στον ακρόγιαλο και φώναζαν «πάρτο μωρή πουτάνα θάλασσα το παιδί μου αλλά εγώ είμαι η μάνα του κι άμα του λάχει τίποτα θα λογαριαστούμε με τις πέτρες». Ο συγκάτοικός μου πίστευε ότι όλα –σιωπές και λόγια και εγκόλπια- τα είχε στα χέρια του. Ότι με είχε ξεδοντιάσει. Κι η ψαλίδα θα άνοιγε. Κι όταν ανοίγει η ψαλίδα, να το ξέρεις- είναι για να κόψει κεφάλια ανθρώπινα. Και πίστευε ο συγκάτοικος ότι λόγω της αστικής μου παιδείας –και της Ιωνικής καταγωγής- θα είχα φυλαγμένη συρμαγιά, θα ξαναξεκινούσα χωρίς λέξη για τον εγκληματία, χωρίς καμμία καταγγελία, χωρίς θυμιατά κι αδικοσκοτωμένους νεκρούς Απλά θα προχωρούσα, μπουκωμένος απ’ το κρέας των απόντων, χωρίς να ρωτάω πολλά-πολλά. Όμως είμαι εδώ, ακόμη. Και μιλάω. Και θυμάμαι. Και είμαι εντός της μνήμης μου κι εντός του μέλλοντός μου. Και ξέρω ότι ο εχθρός μου- αυτός ο παλιός συγκάτοικος- δεν θα μπορέσει να μιλήσει την γλώσσα της τρέλλας μου ποτέ ξανά. Και φοβάται –βλέπεις, η Διαλεκτική του είχε κόψει τα πόδια απ’ την αρχή- να προβεί σε σκέψεις συγκροτημένες. Αρκεί να μην σιωπώ. Αρκεί να μην εφησυχάζω. Αρκεί να παραμένω στην φωλιά του θηρίου, να τον παραφυλάω μέρα-μέρα, ξημέρωμα το ξημέρωμα, ανάσα την ανάσα. Ας μιλάω με όποιαν γλώσσα θέλω- σε όλες τα καταφέρνω καλύτερα. Ποιητές μου έμαθαν να έχω Πίστη στο δηλητήριό μου. Τα καταφέρνω καλύτερα απ’ αυτόν και στην σιωπή. Αλλά πρέπει να συνεχίσω να τον παραφυλάω. Να συνεχίσω, είτε με το φως είτε με τα σκοτάδια, να τον καταδεικνύω, αυτόν τον φοβισμένο ζήτουλα του αίματος. Πρέπει να μείνουμε σταθεροί στην λογική μας και την τρέλα μας για να ξεμπροστιάσουμε αυτή την χαμέρπεια που υπάρχει για να λάμψει το φως στις έκπαγλες αντιφάσεις του και τους προορισμούς του…Αρκεί με κάθε τρόπο να μην φοβηθούμε. Αρκεί να συνεχίσουμε να ντουφεκάμε το θηρίο, κι ας είμαστε όσοι είμαστε…Κάποιοι ποιητές μας έδωσαν ορμίνια, μας είπαν όταν πήγαμε να πιούμε νερό στις στέρνες της Βαρκελώνης, στις όχθες του Ebro, στα απόνερα της Κρονστάνδης: “do not go gentle into that good night. Rage! Rage against the dying of the light!”. Και παραμένουμε χαρούμενοι. Απέναντι στην καρδιά του κτήνους…
Υ.Γ. Ικαρε, special αφιερωμένο...Η παρατήρησή σου επί των στίχων της Αμώμου Συλληψεως των Ελυαρ-Μπρετόν ("να μιλάμε πάντα με την γλώσσα της τρέλλας που μας σαγήνευσε"), υπήρξε η αφορμή για να γράψω όλο αυτό το κατεβατό...
Γιώργος
Δημοσίευση σχολίου