Ως κλασικός ουμανιστής και, ό,τι κι αν ακούγεται σε ορισμένους, ομολογουμένως ευυπόληπτους, κύκλους, άνθρωπος καλός κ’ αγαθός, ετοίμασα και διάβασα σήμερα, 8 Ιουλίου 2008, στο Κανάλι 1, Πειραιάς, 90,4 FM, τις παρακάτωθι συνταγές ενάντια στον καύσωνα. Όσο για το εάν έχει περιεχόμενο η ζωή μου, ή όχι, όπως και πάλι συζητιέται σε ορισμένους, ομολογουμένως ευυπόληπτους κύκλους, την απάντηση την βρίσκει κανείς στο έξοχο μυθιστόρημα «Μπλουζ του Βερολίνου», του Σβεν Ρέγκενερ (μτφρ. Ιωάννα Μεϊτάνη, εκδ. Άγρα), και στη σελίδα 60: «Το περιεχόμενο της ζωής είναι μια εντελώς ηλίθια έννοια. Ζωή με περιεχόμενο, τι εννοείς δηλαδή μ’ αυτό; Μήπως η είναι ζωή ποτήρι ή μπουκάλι ή κουβάς, κάποιο δοχείο τέλος πάντων που το γεμίζεις, ή μάλλον που πρέπει να το γεμίζεις, ή μάλλον που πρέπει να το γεμίσεις, γιατί κατά κάποιο τρόμο ο κόσμος όλος συμφωνεί ότι είναι απαραίτητο αυτό που λέγεται περιεχόμενο της ζωής; […] Όταν μιλάμε για περιεχόμενο της ζωής, τότε σημαίνει πως βλέπουμε τη ζωή μόνο σαν δοχείο, ως μέσο προς τον σκοπό, που πρέπει να το γεμίσουμε με κάτι, αντί να συνειδητοποιήσουμε πως η ζωή έχει αξία από μόνη της, και ότι αν ασχολιόμαστε όλη την ώρα να τη γεμίσουμε με περιεχόμενο, τότε ίσως και να μην έχουμε καταλάβει τίποτα».
Συνταγές Ενάντια στον Καύσωνα
Σελίδες: Ξεχνάμε τις θηριώδεις ντάνες που η αθεράπευτη βιβλιομανία μας έχει σωρεύσει σε διάφορα σημεία της κατοικίας μας και μας προκαλούν ένα είδος άγχους και άχθους, πασπαλισμένων με μιαν όχι και τόσο ευπρόσδεκτη καθηκοντολογία, ω ναι, τις αφήνουμε για τις κρύες νύχτες του χειμώνα, και πιάνουμε τα γνωστά κι αγαπημένα. Δευτέρα, Τετάρτη, και Παρασκευή, διαβάζουμε αμέριμνα, επί ένα τρίωρο, και ανοίγοντας πάντα στην τύχη, κάθε φορά, το εκάστοτε βιβλίο, σελίδες από το «V» του Τόμας Πύντσον (εκδ. Χατζηνικολή), από το «Βατερλώ δύο Γελοίων» του Γιάννη Σκαρίμπα (εκδ. Νεφέλη), από το «Μπλουζ του Βερολίνου» του Σβεν Ρέγκενερ (εκδ. Άγρα). Τρίτη, Πέμπτη, και Σάββατο, καταφεύγουμε, ωραία και καλά, στον Ρέιμοντ Τσάντλερ και τον Γιάννη Μαρή. Τις Κυριακές, και μετά το ξεκοκάλισμα των εφημερίδων, φοράμε το καλό λινό λευκό κοστούμι μας, καθόμαστε στο γραφείο μας, φρεσκοξυρισμένοι, και διαβάζουμε, όπως και δήποτε, ή μάλλον κοινωνούμε με τη δέουσα ευλάβεια, το «Κάτω από το Ηφαίστειο» του Μάλκολμ Λόουρι.
Νότες: Ξεχνάμε τέτοιες μέρες την όποια αγάπη μας για τον Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν, την ατονική μουσική της Σχολής της Βιέννης, και τον Γκούσταβ Μάλερ. Παίζουμε ανελλιπώς στο παλιό μας πικάπ 45άρια του Φιλ Σπέκτορ, του «Μότσαρτ της Αμερικής», του ιδιοφυούς συνθέτη και παραγωγού που με τα δίλεπτα έπη του πρόσφερε αίγλη, δόξα και τιμή στους εφηβικούς έρωτες – και τι είναι όλοι οι έρωτες αν όχι, πάντοτε, εφηβικοί; Επίσης ακούμε Έλβις, παλιά του Χατζιδάκι, και τα μαύρα διαμάντια των θρυλικών εταιρειών Stax και Chess. Βεβαίως, δεν ξεχνάμε να παίξουμε τον εθνικό ύμνο όσων επιμένουν να μην τρέχουν σε κοσμοβριθείς παραλίες όπου απλώνεται η λιπαρή μπόχα των αντηλιακών και τρως κάνα μπαλάκι του τένις κατακέφαλα κάθε τόσο, ήτοι το «Summer in the City» με τους Lovin’ Spoonful.
Εικόνες: Ξανά, μανά, κι ακαταπαύστως, παίζουμε στο dvd μας, τα αθάνατα έργα των Αδελφών Μαρξ, του Ζακ Τατί, του Τζέρι Λιούις, του Πίτερ Σέλερς.
Κοκτέιλ Μάλεβιτς: Περιβόητος για τον περιλάλητο πίνακά του «Άσπρο Τετράγωνο σε Άσπρο Φόντο», ο πρωτοποριακός Ρώσος καλλιτέχνης και ιδρυτής του «σουπρεματισμού» Καζιμίρ Σεβερίνοβιτς Μάλεβιτς (Κίεβο 1878 - Λένινγκραντ 1935), δεν μπόρεσε να μην αποτελέσει την έμπνευσή μου για το δυνατό Κοκτέιλ Μάλεβιτς, το οποίο μάλιστα θεωρώ και σύμβολο συμφιλίωσης ανάμεσα σε παρεμφερείς μα και λίαν ανταγωνιστικές παραδόσεις και κουλτούρες. Η συνταγή είναι απλή, εύκολη, και δραστική, Σε ένα παλαιού τύπου νεροπότηρο-σωλήνα βάζουμε δύο γερές και απολύτως ίσες ποσότητες τσικουδιάς απ’ τα Σφακιά και ρακής από την Τήνο, κατά προτίμησιν από καθολικό χωριό, οπότε και ομοιάζει κομμάτι με γκράπα. Προσθέτουμε τρία ευμεγέθη παγάκια, όχι απ’ τα ετοιματζίδικα γυάλινα των σύγχρονων μπαρ, αλλά επίσης παλαιού τύπου, απ’ αυτά που μοιάζουνε με πάχνη κοσμημένα, βγαλμένα από μεταλλική παγοθήκη με χερούλι.
Κοκτέιλ Ναμπόκοφ: Ο λεπταίσθητος ποιητής, σκακιστής, λεπιδοπτερολόγος, και βεβαίως συγγραφέας περίτεχνων αριστουργημάτων, Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ (Αγία Πετρούπολη 1899 - Μοντρέ, Ελβετία, 1977) είχε την ευγενική συνήθεια να ζητάει, όταν τον καλούσαν σε τηλεοπτικές εκπομπές, ή προέβαινε σε άλλες δημόσιες εμφανίσεις, να του σερβίρουν τη γενναία δόση ρωσικής βότκας σε αδιαφανή κούπα ούτως ώστε να μη δίνει το κακό παράδειγμα. Έτσι το δροσερότατο Κοκτέιλ Ναμπόκοφ, προχθεσινή μου επινόηση, απαρτιζόμενο από δύο δόσεις βότκα, δύο δόσεις γκρέιπφρουτ, μία δόση λεμόνι, και μία δόση πορτοκάλι, συν ολίγο τζιν, και άφθονο τριμμένο πάγο, δέον όπως σερβίρεται σε αδιαφανέστατο κύπελλο, ει δυνατόν με σχεδιάκια πεταλούδες, και να πίνεται με καλαμάκι, αργά και απολαυστικά.
Λολίτες: Ιδανικό σνακ για το Κοκτέιλ Ναμπόκοφ, πολύ απλό, νοστιμότατο, και θρεπτικό. Σε στρογγυλές λεπτοκομμένες φέτες από ντοματάκια μίνι απλώνουμε ρωσικό χαβιάρι, ή αβγοτάραχο Μεσολογγίου. Στη δεύτερη περίπτωση, ρίχνουμε και μερικές στάλες λεμόνι.
2 σχόλια:
Κρίμα που δεν μπόρεσα να ακούσω την εκπομπή!
Το εκπληκτικό με εσάς (συγχωρέστε μου τον πληθυντικό)είναι ότι αναφέρεστε σε καταστάσεις και τις αντιμετωπίζετε ως τέτοιες (δηλαδή ως αφορμές γέννησης νέων καταστάσεων). Και είναι εκπληκτικό, διότι οι περισσότεροι που εμαθήτευσαν παρά Debord (ούτε στο όνειρό τους!) έγιναν διαφημιστές ή ανταλλάσουν τις παλιές γενναίες ημέρες έναντι πινακίου κύρους, λες και το να είσαι παρών σε μια κατάσταση φέρει επιτόκιο (όπως λέει και μια παροιμία Χιώτικη: έμαθα να μαστορεύω και γαμώ τον μάστορή μου). Και πιστεύουν ότι η πατούρα του χρόνου θα μας κάνει να πάρουμε για Chesterfield έναν βερνικωμένο καναπέ δερματίνης, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι σε κάθε βήμα, σε κάθε λέξη τους, λόγω τριβής φθίνει το επίπλαστο και διαφαίνεται το υπόβαθρο (κοινώς, όταν βυσσοδομούν και κάνουν τα αμετάβατα ρήματα μεταβατά και λένε: "να το επικοινωνήσω"!Η, οπως το έλεγε κι ο συχωρεμένος ο Ηλιού "άκουσα από έναν σύντροφο ότι θα με βάλετε κάτω και θα με επικοινωνήσετε!")
Περί καταστάσεως καύσωνα, λοιπόν!
Η, όπως το είχε θέσει και ο Εμπειρίκος, περί μιας καταστάσεως όπου "το θερμόμετρον ανήρχετο συνεχώς. Δεν ήτο θάλπος, αλλά ζέστη-η ζέστη που γεννά το κάθετο λιοπύρι".
Τί κάνουμε μπροστά σ' αυτή την κατάσταση;
Το δικό μου γιατροσόφι(κι όπως κάθε φάρμακο "που καίει τις πληγές/ είναι γραμμένο σ' αυτοσχέδιες συνταγές") έγκειται στο να θυμάμαι τί είναι καλοκαίρι για μένα (όπως το είχα γράψει κάποτε σ' ένα blog):
- Ολος ο Βιάν.
- Η "Παγκόσμια ιστορία της Ατιμίας" του Μπόρχες, μαζί με τους Λαβύρινθους και το Βιβλιο των Φανταστικών Οντων.
- Και πάλι το "Μονόγραμμα".
- Το "Lonely Carousel" του Rodrigo Leão, σε remix με το "Summer Kisses (Winter Tears)", οδηγώντας με 230 την Eleanor Rigby.
- Σύντομοι αποχαιρετισμοί - αλλά και μεγάλοι.
- Φιλιά.
- Να περπατάς το ξημέρωμα γυμνός σε μια έρημη παραλία.
- Να τρέχεις στην άμμο.
- Η εφεύρεση του Μορέλ (και οι Morel, η τόσο καλή μπάντα).
- Ο θάνατος του Χατζιδάκι.
- Ο Θάνατος στη Βενετία.
- Τα λόγια: "όταν θυμόμαστε, ανακαλούμε όντα ή μη-όντα;"
- Η Αστυπάλαια.
- Η διπλή ζωή της Βερονίκ.
- Romeo y Julieta No2 Tubo.
- "Αποζητώ απόλυτα τα νεύματα/κι ως απαιτώ - κι εσύ-/τα σώματα ως ιερά/βροντές ορίζοντα/πώς καίγεται η ενοχή/και φως ονείρου απόχη".
- Τα ούζα στην πλατεία Μενιδίου.
- Η "Ιστορία χωρίς τέλος" του Εντε.
- Η αγαπημένη μου Μήδεια-ασφυκτικά-κλειστού-χώρου του Μιχαήλ, στο Αργος.
- Ο Νίκος ο Ζιώγας.
- Η Περσόνα αγκαλιά με τον Πολίτη Κεϊν, μέσα σ' ένα "Κόκκινο Κύκλο".
- Στου Λώρα.
- Σαντορίνη.
- Η Μαλβίνα στη "Γυναίκα". Κι απ' τον Ιούνιο, για πάντα παντού.
- Ο Θαλασσίτης.
- Το "Come on Eileen".
- Ζάκυνθος. Λουτράκι. Ναύπλιο ("θα πεις/και πού δεν ήταν τότε θάλασσα").
- Και πάλι Ρεμπώ, και πάλι Μπωντλαίρ.
- H Betty κι ο Zorg, ένα πρωϊ με 37°2 βαθμούς.
- Πάρτυ στις ταράτσες.
- Κι άλλα φιλιά, καλά φιλιά.
- Τα γράμματα της Τίνας.
- Απόηχος απ' το δωμάτιο. Το στόρι χαμηλό. Τζιτζίκια. Μυρωδιά από κομμένο καρπούζι.
- Συναυλίες.
- Νυχτερινό μπάνιο. Τα φώτα απ' την παραλία μακρινά, σαν πυρσοί.
- Η κοιλιά του Αρχιτέκτονα.
- Ο πρώτος ήχος των Στέρεο Νόβα. Των Massive Attack.
- Η "Αύρα".
- Ιταλική Cornice - Γαλλική Corniche.
- Πάρτυ στο Σούνιο.
- Τα θερινά σινεμά κι ο "Επάγγελμα Ρεπόρτερ".
- Το "Καλοκαιράκι στον Ραμνούντα".
- Μπλε κουστούμι, french cuff χωρίς γραβάτα. Ξημέρωμα.
- Μαλαγουζιά - του Μπουτάρη.
- Central Park Summer Stage.
- Το πρώτο μου trade.
- Το Desire των Tuxedo Moon.
- Ο "Αύγουστος" του Παπάζογλου.
- Το καλοκαίρι της Δημιουργίας.
- H Cristina Hoyos - Ηρώδειο.
- "Οι προσευχές του Κόσμου" - Ηρώδειο.
- "Μήδεια" (ξανά) με τον Χίρα. Ηρώδειο.
- Το "Everloving".
- Γενέθλια -όλων!!!
- Η "Αγέλαστος Πέτρα" και τα "Φτερά του Ερωτα" ξανά και ξανά και ξανά.
- Το Midnight Summer Dream.
Επιπροσθέτως, οι "Θλιμμένοι Τροπικοί" του Strauss (βιβλίο τόσο πολύτιμα κρυμμένο, όσο και το κλεμμένο κυλοτάκι της όμορφης συμμαθήτριας στο Λύκειο, 20 χρόνια πριν).
Και η απαίτηση να "βγει" το Κανάλι 1 στον ιντερνετικό αέρα, μπας και κατορθώσω να σας ακούσω!
Υ.Γ.1: Επ' αφορμής: σε ένα προηγούμενο σχόλιο μου (στην "Ραδιομπάλα") ζητήσατε να σας συστηθώ. Ξέρετε, (και πάλι συγγνώμη για τον πληθυντικό), έχουμε γεμίσει από πρόσωπα κι ονόματα κι ιδιωτεύσεις. Ομως τα ονόματα τα ίδια δεν έχουν καμμία σημασία. Με όρους καταστασιακούς θα μπορούσαμε να πούμε ότι "αφού εξελίσσομαστε, διαλεκτικά δεν γνωρίζουμε ποιοί είμαστε προτού γίνουμε αυτό που θέλουμε να είμαστε, κι επειδή όταν θα γίνουμε κάποτε αυτό που τώρα θέλουμε να γίνουμε θα είμαστε άλλοι, πιθανότατα ο καλύτερος τρόπος να μας γνωρίσουν δεν είναι παρά η στιγμή που κάθε φορά παρουσιάζουμε το έργο μας χωρίς αυτό να αποτελεί δέσμευση για το πώς θα εξελιχθούμε εμείς και οι ακροατές μας".
Απλά ας ελπίσουμε ότι πάντα θα μιλάμε με την γλώσσα της τρέλλας που μας σαγήνευσε (αθάνατοι Ελυάρ και Μπρετόν! ξέρετε ότι είστε καθαρτήριο λουτρό σε μέρες καύσωνα, κι ας ξέχασα πριν!)
Υ.Γ.2: Πάντως, για λόγους διευκόλυνσης της επικοινωνίας (δεν γίνεται να λέτε "ανώνυμε, όπως είπες..". Το έκανε μια φορά ο Πολύφημος χωρίς καμμιά επιτυχία!), το όνομά μου είναι Γιώργος.
Υ.Γ.3: συγχαρητήρια και πάλι για την εκπομπή!
@Γιώργος:Ω, Γιώργο! Μου έφτιαξες και πάλι το κέφι, την ώρα ακριβώς που είχα ολοκληρώσει την συγγραφή του αυριανού μου Ραδιοχρονογραφήματος. Σου το αφιερώνω, λοιπόν, και το αναρτώ από τώρα! Να 'σαι καλά!
Σημειώνω μονάχα μία διαφωνία (και δη έντονη): προτιμώ να μιλάμε τη γλώσσα της λογικής κι όχι της τρέλας, μιας και τη γλώσσα της τρέλας μιλάει, καιρό πολύ τώρα, ο εχθρός.
Δημοσίευση σχολίου