Φέτος συμπληρώνονται εννιά δεκαετίες από τότε που χάθηκε μυστηριωδώς, κάπου στο Μεξικό, ο Αρθούρος Κραβάν, μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της πρωτοπορίας. Ένα παλαιότερο κείμενό μου, δημοσιευμένο στο Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας, ας μας θυμίσει και σήμερα ποιος ήταν και τι έκανε αυτός ο εξαιρετικός άνθρωπος. Το κείμενο το αφιερώνω στον φίλο μου, συγγραφέα, ποιητή, και εσχάτως έξοχο blogger (βλέπε areadingdiary.wordpress.com) Χαράλαμπο Γιαννακόπουλο.
Αρθούρος Κραβάν:
πιο σκανδαλώδης κι από το ίδιο το σκάνδαλο!
Αυτές τις μέρες παρουσιάζονται στο Παρίσι, στο Μπομπούρ, σε ένα χώρο διαμορφωμένο σαν τεράστια σκακιέρα, μια σκακιέρα 2200 τετραγωνικών μέτρων, χίλια έργα του κινήματος DADA, του πρώτου και πιο εμπρηστικού συλλογικού πρωτοποριακού ρεύματος στην ιστορία της τέχνης. Το DADA και οι ντανταϊστές μπόρεσαν πρώτοι να διαλαλήσουν σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης ότι η Τέχνη είναι νεκρή, συμβάλλοντας έτσι σε μια μετέπειτα ριζική ανανέωση των τρόπων έκφρασης σε όλο το φάσμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Πριν από μερικούς μήνες, πεντακόσιοι τεχνοκριτικοί, συλλέκτες και καλλιτέχνες συγκεντρώθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία, συζήτησαν και ανακοίνωσαν ότι το πιο επιδραστικό έργο του 20ού αιώνα δεν είναι άλλο από την περιβόητη «Κρήνη», το εμαγιέ ουροδοχείο του Μαρσέλ Ντυσάν, ενός από τους ιδιοφυέστερους ντανταϊστές. Οι εκρηκτικές και σκανδαλώδεις χειρονομίες του χτες γίνονται η σεβαστή αλήθεια του σήμερα, μιας και είχαν έναν προφητικό και προαναγγελτικό χαρακτήρα. Αλλά ποιος ήταν ο πρωτοπόρος των πρωτοπόρων, ο ρηξικέλευθος των ρηξικέλευθων, ο απόλυτος ενσαρκωτής του ντανταϊστικού πνεύματος; Ποιος ήταν αυτός ο διαβολεμένος άγγελος και ο αγγελικός διάβολος που με την ίδια του τη ζωή πυροδότησε την έκρηξη; Ποιος ήταν ο ποιητής της ζωής που μπόρεσε να κάνει το πιο περιπετειώδες και λαμπρό ταξίδι δίχως καμία από τις βίζες του αιώνα;
Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1887, στη Λοζάννη, και άκουγε στο όνομα Φάμπιαν Αβενάριους Λόιντ έως περίπου το 1912. Έκτοτε γίνεται γνωστός ως Αρθούρος Κραβάν και διατηρεί ένα αβέβαιο βιογραφικό status, μιας και αλλάζει διαρκώς τόπους διαμονής, ταυτότητες, περσόνες, στυλ. Δεν σέβεται τίποτε, δεν υποτάσσεται σε τίποτε, κάνει μονάχα όσα δεν τόλμησε κανείς άλλος πρόδρομός του να κάνει, και δεν κάνει τίποτε από όλα όσα είχαν μπορέσει να κάνουν οι συγκαιρινοί του. Είναι απολύτως μοναδικός και μοναδικά απόλυτος. Και προηγείται τουλάχιστον μισόν αιώνα από την εποχή του. Ιδού πώς αυτοβιογραφείται σε ένα του σημείωμα αυτός που μονάχα την αυτοβιογραφία του συνέθετε από τότε που άρχισε να δημιουργεί: «Μυστικοσύμβουλος – ναύτης στον Ειρηνικό – αγωγιάτης – συλλέκτης πορτοκαλιών στην Καλιφόρνια – γητευτής φιδιών – αρουραίος ξενοδοχείων – ανιψιός του Όσκαρ Ουάιλντ – ξυλοκόπος – πρώην πρωταθλητής πυγμαχίας στη Γαλλία – εγγονός του Καγκελάριου της Βασίλισσας (της Αγγλίας) – σοφέρ στο Βερολίνο – κλπ». Κι ακόμα, ήταν ο ποιητής με τα πιο κοντοκουρεμένα μαλλιά στον κόσμο, και κάθε που ανέβαινε στα ρινγκ ανήγγελλε τον εαυτό του κραυγάζοντας, «Είμαι ο ποιητής και πυγμάχος Αρθούρος Κραβάν».
Έχοντας ζήσει μια ταραγμένη παιδική και εφηβική ηλικία, μαθαίνοντας γαλλικά, γερμανικά και βιολί, επιδεικνύοντας ιδιοφυείς τάσεις στην άλγεβρα, παίζοντας μανιακά ποδόσφαιρο και μοιράζοντας τις ώρες του ανάμεσα στη μελέτη και στην άθληση, θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη, μετά στην Καλιφόρνια, κατόπιν στο Βερολίνο. Εκεί, στα 1904, συχνάζει στις πιο κακόφημες συνοικίες, μπλέκεται στα κυκλώματα της ναρκομανίας, κυκλοφορεί πάντα με τέσσερις πόρνες φορτωμένες κομψά στους κολοσσιαίους ώμους του, και τέλος κρίνεται ανεπιθύμητος και απελαύνεται. «Ω, το Βερολίνο δεν είναι πια ένα ωραίο τσίρκο», θα πει περιφρονητικά και θα συνεχίσει τις περιπλανήσεις του στη Λοζάννη, στο Μπέρμινγχαμ, στην Αυστραλία, στο Μόναχο, στη Φλωρεντία, για να εγκατασταθεί, το 1909, στην Πόλη του Φωτός, στο Παρίσι.
Εκεί διαμένει σε ένα μικρό ενδιαίτημα της Αριστερής Όχθης, στο Έκτο Διαμέρισμα, λημέρι και ορμητήριο του Λόιντ, ο οποίος άλλο δεν κάνει από το να γράφει, να μεθάει και να αθλείται. Είναι όμορφος σαν τον Μοντιλιάνι και κατακτά κάθε αγέρωχο και ελεύθερο θηλυκό που συναντάει στα καφενεία και τα καπηλειά του Σηκουάνα, ενώ συνάπτει βαθιά φιλική σχέση με τον θρυλικό, εκείνη την εποχή, πυγμάχο Cuny. Μέσα σε μια χρονιά, ο Λόιντ καταφέρνει να τσακίσει τους αντιπάλους του στα ρινγκ και να γίνει, στις 14 Μαρτίου του 1910, πρωταθλητής Γαλλίας στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών. Διόλου άσχημα για έναν ποιητή!
Δίχως να εγκαταλείψει τα ρινγκ, ο Λόιντ αλλάζει ταυτότητα, γίνεται ο Αρθούρος Κραβάν και αναστατώνει το Παρίσι εκδίδοντας την επιθεώρηση Maintenant, ένα έντυπο προκλητικό το οποίο διακινεί ακόμα πιο προκλητικά στα στέκια των διανοουμένων με ένα καροτσάκι γυρολόγου. Ανάμεσα στον Απρίλιο του 1912 και τον Μάρτιο του 1915, κυκλοφορούν τα πέντε όλα κι όλα ολιγοσέλιδα τεύχη του Maintenant, τα κείμενα του οποίου υπογράφουν διάφοροι μυστηριώδεις και παντελώς άγνωστοι συγγραφείς, ζωγράφοι και ποιητές, όπως οι Edouard Archinard, W. Cooper, E. Lajeunesse, Robert Miradique, Marie Lowitska που δεν είναι άλλοι από τον ίδιο τον Κραβάν, ο οποίος έκτοτε δεν παύει να μεταμφιέζεται, να καμουφλάρεται, να κρύβεται πίσω από διαφορετικά προσωπεία, να ταξιδεύει ινκόγκνιτο, και να επαίρεται, «Έχω είκοσι χώρες στη μνήμη μου, και κουβαλάω τα χρώματα εκατό πόλεων στην ψυχή μου». Όπως σημειώνει ο επίσης ποιητής και πυγμάχος, αλλά και καθηγητής στο ΜΙΤ, ψαράς αστακών και επίσημος βιογράφος του Κραβάν, Roger L. Conover, ο Κραβάν, τη μια παλιατζής και την άλλη κομψός οικοδεσπότης με άψογο κοστούμι, ενδεχομένως διαβόητος πλαστογράφος με το όνομα Dorian Hope, περιπλανώμενος ναύτης και ξεπεσμένος πρίγκιπας, διαφύλαξε την εσωτερική του αλήθεια με ψέματα.
Το Maintenant, προάγγελος όλων των ντανταϊστικών επιθεωρήσεων αλλά και πρότυπο για τα έντυπα σχεδόν όλων των πρωτοποριακών ρευμάτων του 20ού αιώνα, δεν ήταν σχεδιασμένο για να αρέσει αλλά για να ενοχλεί, να προβοκάρει, να προκαλεί. Ο Κραβάν, με κάποια χρονική διαφορά, προηγείται των ντανταϊστών στη διακήρυξη ότι η Τέχνη είναι νεκρή, ότι σημασία έχει πια όχι η ζωή της τέχνης αλλά η τέχνη της ζωής. «Τέχνη, Τέχνη, Τέχνη», γράφει, «σκοτίστηκα για την Τέχνη, εγώ που ένας σκοπός στο βιολί, ένα ποτήρι αψέντι, κι ένα θηλυκό χαμόγελο αρκεί να ξυπνήσει μέσα μου το πάθος για τη ζωή, εγώ που θα μπορούσα να χαθώ από ηδονή, να πεθάνω από έρωτα για όλες τις γυναίκες, εγώ που θρηνώ όλες τις πόλεις». Το Maintenant ήταν μια βίαιη έκδοση που αδιαφορούσε παντελώς για το fair-play, τονίζει ο Roger L. Conover. Ο Κραβάν το χρησιμοποίησε ως προσωπικό μεγάφωνο για να επιτεθεί σε αυτούς που δεν του είχαν επιτεθεί, για να διαφημίζει τα καφενεία των φίλων του, για να καταστρέφει υπολήψεις, για να διοχετεύει την οργή του στο κοινό, για να διαδίδει την ποίησή του, ή όπως έλεγε ο ίδιος με απαράμιλλη ωμότητα, «Αν γράφω, το κάνω για να εξοργίζω τους συναδέλφους μου, για να μιλάνε για μένα, και για να φτιάξω ένα όνομα. Ναι, ένα γνωστό όνομα σε βοηθάει να πετυχαίνεις με τις γυναίκες και με τις μπίζνες…»
Το 1914, ο Αντρέ Ζιντ απαθανατίζει τον Κραβάν στο περιλάλητο μυθιστόρημά του «Τα Υπόγεια του Βατικανού». Ο θρυλικός Λευκάδιος, μποέμ και απατεώνας, ο ήρωας των «Υπογείων», ήταν βασισμένος στον πυγμάχο και ποιητή Κραβάν, ακόμα ένα καλοκρυμμένο μυστικό στην ιστορία της λογοτεχνίας, ένα μυστικό που εξιχνίασε για πρώτη φορά ο Ζαν Κοκτώ, το 1951, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την έκδοση του βιβλίου του Ζιντ! Επίσης το 1914, ο Κραβάν πιάνει δουλειά ως κονφερανσιέ, σκανδαλίζοντας τόσο τους λογοτεχνικούς κύκλους όσο και το κοινό του. «Πριν μιλήσει», διαβάζουμε σε ένα άρθρο που αναπαράγει και ο Ντεμπόρ στον δεύτερο τόμο του «Πανηγυρικού» του, «έριξε μερικές πιστολιές, και κατόπιν ξεφούρνισε, πότε γελαστός και πότε σοβαρός, φοβερούς παραλογισμούς ενάντια στην τέχνη και στη ζωή. Έπλεξε το εγκώμιο των αθλητών, τους οποίους θεωρεί ανώτερους από τους καλλιτέχνες, των ομοφυλόφιλων, των κλεφτών του Λούβρου, των τρελών, κτλ». Την ίδια χρονιά, τον Αύγουστο, σύμφωνα με ένα υπέροχο ντοκουμέντο που έχει διασωθεί και αναπαραχθεί σε όλα τα πονήματα που καταπιάνονται με τον Κραβάν, διεξήχθη «πρώτη φοράν εν Αθήναις Μέγας Αγών Πυγμαχίας», όπου ο «μπόξερ Καναδός κ. Α. Κραβάν» μάχεται εναντίον του «Έλληνος Ολυμπιονίκου κ. Γεωργίου Καλαφάτη», στο «Θέατρον ΟΛΥΜΠΙΑ, πρώην Αρνιώτη». Επρόκειτο για μια δίγλωσση αφίσα, τυπωμένη από κάποιον Κτενά, η οποία μαρτυρεί το πέρασμα του Κραβάν και από τη χώρα μας, ενώ προηγουμένως είχαν εντοπιστεί κάποια ίχνη του στη Λοζάννη και στην Ισπανία.
Ο ίδιος ο Κραβάν, σε μια συνέντευξή του σε κάποια μεξικανική επιθεώρηση το 1918, διατείνεται ότι είχε αηδιάσει από το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και έτσι είχε αρχίσει το θρυλικό ταξίδι του στην Κεντρική Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταμφιεσμένος πότε σε στρατιώτη και πότε σε… καλλονή πριγκιπικής καταγωγής. Εφοδιασμένος με πλαστά διαβατήρια, θα περάσει από τη Βουδαπέστη στο Βελιγράδι, από το Βουκουρέστι στη Ρωσία, από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, μετά στην Αθήνα για την αναμέτρηση με τον Καλαφάτη τον οποίο νίκησε σε τρεις γύρους, κατόπιν θα βρεθεί στο Κάιρο, εν συνεχεία στην Ιταλία, τη Μασσαλία, την Ελβετία, την Πορτογαλία, και την Ισπανία.
Εκεί, στη Βαρκελώνη, ο Κραβάν θα αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο πρωταθλητή Τζακ Τζόνσον, την Κυριακή 23 Απριλίου του 1916, σε ένα ματς οργανωμένο για να διασκεδάσουν οι φίλοι του αθλήματος και να βγάλει κάποια εύκολα (!) χρήματα ο περιπλανώμενος ποιητής και ήδη «λιποτάκτης δεκαεφτά εθνών». Η αναμέτρηση είχε τεράστια απήχηση, όλος ο ισπανικός τύπος κάλυψε το γεγονός, ζωγράφοι φημισμένοι το έχουν απαθανατίσει, η Ιρλανδή συγγραφέας Αντόνια Λονγκ συνέθεσε γύρω από αυτή την αναμέτρηση το μυθιστόρημα «Shadow Box» (που κυκλοφορεί και στα ελληνικά, σε μετάφραση Γιάννη Κατσανάρα από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), ο μέγας Μάιλς Ντέιβις εμπνεύστηκε έτσι το καταπληκτικό του έργο «A Tribute to Jack Johnson», ενώ ο Γκι Ντεμπόρ το παραθέτει στην ύστατη δημιουργία και διαθήκη του, στο τηλεοπτικό κολάζ «Guy Debord, son art et son temps»!
Ίσως είναι το μοναδικό αθλητικό γεγονός που έχει συνδεθεί με την ιστορία της τέχνης, που έχει λάβει μυθικές διαστάσεις στο ανθολόγιο των avant-garde χειρονομιών.
Μετά την Ευρώπη ήρθε η σειρά της Αμερικής να νιώσει το καυτό πέρασμα του Κραβάν, ο οποίος σύμφωνα με τον Ντεμπόρ αποτελεί «το πρωτότυπο των ανθρώπων που πέρασαν στην πιο ραδιενεργό ζώνη του πολιτιστικού χάους και δεν άφησαν πίσω τους ούτε εμπορεύματα ούτε αναμνηστικά». Ο πυγμάχος και ποιητής φτάνει στη Νέα Υόρκη, τον Ιανουάριο του 1917, και μέσα σε μερικούς μήνες προκαλεί πληθώρα σκανδάλων, ερωτεύεται καταιγιστικά την ποιήτρια και εικαστικό Μίνα Λόι, συναντιέται με τους ντανταϊστές Μαρσέλ Ντυσάν και Φρανσίς Πικαμπιά, αναστατώνει και σοκάρει όταν καλεσμένος να δώσει μια διάλεξη στην «Έκθεση των Ανεξάρτητων», προτιμάει να εκτοξεύσει αλλεπάλληλες ύβρεις στο κοινό, αποτελούμενο κυρίως από κυρίες της καλής κοινωνίας, και να αρχίσει να γδύνεται έως ότου καταφτάσουν οι αστυνομικοί για να τον συλλάβουν και να τον κλείσουν στη φυλακή! «Ονειρεύτηκα πως είμαι αρκετά μεγάλος, πελώριος, για να ιδρύσω και να διαμορφώσω μια δημοκρατία από μόνος μου», γράφει ο Κραβάν.
Τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα και ο ανάστατος χαρακτήρας του δεν θα αργήσουν να υποχρεώσουν τον Κραβάν σε μιαν ακόμα φυγή, σε μιαν ακόμα περιπλάνηση στη Βόρειο Αμερική και στον Καναδά. Παράφορα ερωτευμένος με την Λόι, ακάματος αλληλογράφος, της στέλνει ακατάπαυστα πυρωμένες επιστολές όπου φροντίζει να εκφράσει την απέχθειά του για την ποταπότητα των συγκαιρινών του, για τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, θυμίζοντας προδρομικά την καταστατική ρήση του άλλου μεγάλου ερωτικού, του Ανδρέα Εμπειρίκου, «σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια». Τονίζει, σχεδόν ρυθμικά, στην ερωμένη του ότι μία φρίκη είναι η ζωή έτσι όπως την έχουν καταντήσει οι κρατούντες και οι διάκονοι της εθελοδουλίας, επιμένει ότι είναι άνθρωπος των άκρων, διατείνεται ότι θέλει να ζει μονάχα για την αλήθεια. Γράφει γενναιόψυχα, «Ξέρω ότι είσαι ένας άγγελος. Θα κάνω ό,τι θέλεις. Θα πάμε όπου θέλεις. Εξαγνίστηκα. Σκέφτομαι να γίνω άγιος. Μαζί μου θα γνωρίσεις τις πιο γλυκές στιγμές της ζωής σου».
Αίφνης, ο Κραβάν βρίσκεται στο Μεξικό όπου, αυτή τη φορά, παίζει το ρόλο του καθηγητή στη Γυμναστική Ακαδημία. Είχε άλλωστε δηλώσει ότι η μεγαλοφυΐα δεν είναι άλλο εξόν από μια εξαιρετική εκδήλωση του σώματος. Θα καλέσει, με διάπυρες επιστολές, τη Μίνα Λόι στο Μεξικό και δεν θ’ αργήσει να την παντρευτεί. Αμέσως μετά θα πυγμαχήσει με τον Τζιμ Σμιθ, τον λεγόμενο Το Μαύρο Διαμάντι, και θα πέσει νοκάουτ στον δεύτερο γύρο. Πιέζεται να εγκαταλείψει και το Μεξικό και σχεδιάζει μια περιπλάνηση στη Νότιο Αμερική. Στέλνει την Μίνα, η οποία εντωμεταξύ είναι έγκυος στο Μπουένος Άιρες, όπου σκοπεύει να την συναντήσει αργότερα, επιθυμώντας ο ίδιος να ταξιδέψει με ένα μικρό σκάφος. Δεν θα τον ξαναδεί κανείς ποτέ. Λίγους μήνες μετά την εξαφάνισή του θα γεννηθεί, στο Λονδίνο, η θυγατέρα του, η Φαμπιέν Μπενεντίκτ.
Έκτοτε δεκάδες θεωρίες, ενίοτε εξωφρενικές, έχουν διατυπωθεί σχετικά με το τι απέγινε ο Αρθούρος Κραβάν. Το πιθανότερο είναι να πνίγηκε στον Κόλπο του Μεξικού. Πολλοί μιλάνε περί αυτοκτονίας. Άλλοι επέμειναν ότι συνέχισε να ζει με άλλη ταυτότητα. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Κραβάν και ο ανεξιχνίαστος συγγραφέας γουέστερν μυθιστορημάτων με φόντο το Μεξικό, ο θρυλικός B. Traven, που ουδείς γνωρίζει κάτι σχετικά με αυτόν, είναι το ίδιο πρόσωπο. Άλλοι διατείνονται ότι ο Κραβάν δεν είναι άλλος από τον ζωγράφο Edouard Archinard, έργα του οποίου ανακαλύφθηκαν το 1992 και εκτέθηκαν το 2000. Το Archinard πάντως ήταν ένα από τα ψευδώνυμα του Κραβάν στο Maintenant. Σημασία έχει ότι μετά το σύντομο πέρασμα του Κραβάν άλλαξε ριζικά η τέχνη και ο τρόπος με τον οποίο τη δεξιωνόμαστε. Άλλαξε ριζικά η ζωή και οι απαιτήσεις που μπορούμε να έχουμε από τον χώρο και, κυρίως, τον χρόνο. Άλλαξε ριζικά η αντίληψή μας για τη διαλεκτική σώματος και πνεύματος. Ο συνήθως αυστηρός Αντρέ Μπρετόν διαλάλησε με ενθουσιασμό ότι ο βίος του Κραβάν είναι το καλύτερο βαρόμετρο για να μετρήσουμε τον αντίκτυπο της avant-garde. Ο ίδιος ο Κραβάν, βροντερά και κολοσσιαία, αναφώνησε, «Η Δόξα Είναι Ένα Σκάνδαλο»!
ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΟΥΡΟΥ ΚΡΑΒΑΝ
Οι αποκτηνωμένοι βλέπουν το ωραίο μόνο στα ωραία πράγματα.
Κάθε μεγάλος καλλιτέχνης έχει την αίσθηση της πρόκλησης.
Ο άνθρωπος είναι τόσο δυστυχής επειδή χίλιες ψυχές κατοικούν σε ένα και μόνο κορμί.
Οι ιδιοκτήτες είναι τερμίτες.
Οφείλω πάση θυσία να σας χώσω στο κεφάλι την ιδέα ότι η τέχνη είναι για τους αστούς, κι όταν λέω αστούς εννοώ: κυρίους δίχως φαντασία.
Σε λίγο στους δρόμους δεν θα βλέπουμε παρά μόνο καλλιτέχνες και θα τραβάμε των παθών μας τον τάραχο για να ανακαλύψουμε έναν άνθρωπο.
Έζησα σε μιαν εποχή όπου μπορούσα να μεθάω πότε-πότε με τη σκέψη ότι κανείς ίσως δεν ήταν άξιός μου.
Οι στίχοι του Ρεμπώ σφυρίζουν γύρω μου. Οι νόμοι της τέχνης μένουν, οι κανόνες χάνονται.
Είμαι ένας τρελός που σκορπίζει χάδια.
Αρθούρος Κραβάν:
πιο σκανδαλώδης κι από το ίδιο το σκάνδαλο!
Αυτές τις μέρες παρουσιάζονται στο Παρίσι, στο Μπομπούρ, σε ένα χώρο διαμορφωμένο σαν τεράστια σκακιέρα, μια σκακιέρα 2200 τετραγωνικών μέτρων, χίλια έργα του κινήματος DADA, του πρώτου και πιο εμπρηστικού συλλογικού πρωτοποριακού ρεύματος στην ιστορία της τέχνης. Το DADA και οι ντανταϊστές μπόρεσαν πρώτοι να διαλαλήσουν σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης ότι η Τέχνη είναι νεκρή, συμβάλλοντας έτσι σε μια μετέπειτα ριζική ανανέωση των τρόπων έκφρασης σε όλο το φάσμα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Πριν από μερικούς μήνες, πεντακόσιοι τεχνοκριτικοί, συλλέκτες και καλλιτέχνες συγκεντρώθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία, συζήτησαν και ανακοίνωσαν ότι το πιο επιδραστικό έργο του 20ού αιώνα δεν είναι άλλο από την περιβόητη «Κρήνη», το εμαγιέ ουροδοχείο του Μαρσέλ Ντυσάν, ενός από τους ιδιοφυέστερους ντανταϊστές. Οι εκρηκτικές και σκανδαλώδεις χειρονομίες του χτες γίνονται η σεβαστή αλήθεια του σήμερα, μιας και είχαν έναν προφητικό και προαναγγελτικό χαρακτήρα. Αλλά ποιος ήταν ο πρωτοπόρος των πρωτοπόρων, ο ρηξικέλευθος των ρηξικέλευθων, ο απόλυτος ενσαρκωτής του ντανταϊστικού πνεύματος; Ποιος ήταν αυτός ο διαβολεμένος άγγελος και ο αγγελικός διάβολος που με την ίδια του τη ζωή πυροδότησε την έκρηξη; Ποιος ήταν ο ποιητής της ζωής που μπόρεσε να κάνει το πιο περιπετειώδες και λαμπρό ταξίδι δίχως καμία από τις βίζες του αιώνα;
Γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1887, στη Λοζάννη, και άκουγε στο όνομα Φάμπιαν Αβενάριους Λόιντ έως περίπου το 1912. Έκτοτε γίνεται γνωστός ως Αρθούρος Κραβάν και διατηρεί ένα αβέβαιο βιογραφικό status, μιας και αλλάζει διαρκώς τόπους διαμονής, ταυτότητες, περσόνες, στυλ. Δεν σέβεται τίποτε, δεν υποτάσσεται σε τίποτε, κάνει μονάχα όσα δεν τόλμησε κανείς άλλος πρόδρομός του να κάνει, και δεν κάνει τίποτε από όλα όσα είχαν μπορέσει να κάνουν οι συγκαιρινοί του. Είναι απολύτως μοναδικός και μοναδικά απόλυτος. Και προηγείται τουλάχιστον μισόν αιώνα από την εποχή του. Ιδού πώς αυτοβιογραφείται σε ένα του σημείωμα αυτός που μονάχα την αυτοβιογραφία του συνέθετε από τότε που άρχισε να δημιουργεί: «Μυστικοσύμβουλος – ναύτης στον Ειρηνικό – αγωγιάτης – συλλέκτης πορτοκαλιών στην Καλιφόρνια – γητευτής φιδιών – αρουραίος ξενοδοχείων – ανιψιός του Όσκαρ Ουάιλντ – ξυλοκόπος – πρώην πρωταθλητής πυγμαχίας στη Γαλλία – εγγονός του Καγκελάριου της Βασίλισσας (της Αγγλίας) – σοφέρ στο Βερολίνο – κλπ». Κι ακόμα, ήταν ο ποιητής με τα πιο κοντοκουρεμένα μαλλιά στον κόσμο, και κάθε που ανέβαινε στα ρινγκ ανήγγελλε τον εαυτό του κραυγάζοντας, «Είμαι ο ποιητής και πυγμάχος Αρθούρος Κραβάν».
Έχοντας ζήσει μια ταραγμένη παιδική και εφηβική ηλικία, μαθαίνοντας γαλλικά, γερμανικά και βιολί, επιδεικνύοντας ιδιοφυείς τάσεις στην άλγεβρα, παίζοντας μανιακά ποδόσφαιρο και μοιράζοντας τις ώρες του ανάμεσα στη μελέτη και στην άθληση, θα βρεθεί στη Νέα Υόρκη, μετά στην Καλιφόρνια, κατόπιν στο Βερολίνο. Εκεί, στα 1904, συχνάζει στις πιο κακόφημες συνοικίες, μπλέκεται στα κυκλώματα της ναρκομανίας, κυκλοφορεί πάντα με τέσσερις πόρνες φορτωμένες κομψά στους κολοσσιαίους ώμους του, και τέλος κρίνεται ανεπιθύμητος και απελαύνεται. «Ω, το Βερολίνο δεν είναι πια ένα ωραίο τσίρκο», θα πει περιφρονητικά και θα συνεχίσει τις περιπλανήσεις του στη Λοζάννη, στο Μπέρμινγχαμ, στην Αυστραλία, στο Μόναχο, στη Φλωρεντία, για να εγκατασταθεί, το 1909, στην Πόλη του Φωτός, στο Παρίσι.
Εκεί διαμένει σε ένα μικρό ενδιαίτημα της Αριστερής Όχθης, στο Έκτο Διαμέρισμα, λημέρι και ορμητήριο του Λόιντ, ο οποίος άλλο δεν κάνει από το να γράφει, να μεθάει και να αθλείται. Είναι όμορφος σαν τον Μοντιλιάνι και κατακτά κάθε αγέρωχο και ελεύθερο θηλυκό που συναντάει στα καφενεία και τα καπηλειά του Σηκουάνα, ενώ συνάπτει βαθιά φιλική σχέση με τον θρυλικό, εκείνη την εποχή, πυγμάχο Cuny. Μέσα σε μια χρονιά, ο Λόιντ καταφέρνει να τσακίσει τους αντιπάλους του στα ρινγκ και να γίνει, στις 14 Μαρτίου του 1910, πρωταθλητής Γαλλίας στην κατηγορία των ημιβαρέων βαρών. Διόλου άσχημα για έναν ποιητή!
Δίχως να εγκαταλείψει τα ρινγκ, ο Λόιντ αλλάζει ταυτότητα, γίνεται ο Αρθούρος Κραβάν και αναστατώνει το Παρίσι εκδίδοντας την επιθεώρηση Maintenant, ένα έντυπο προκλητικό το οποίο διακινεί ακόμα πιο προκλητικά στα στέκια των διανοουμένων με ένα καροτσάκι γυρολόγου. Ανάμεσα στον Απρίλιο του 1912 και τον Μάρτιο του 1915, κυκλοφορούν τα πέντε όλα κι όλα ολιγοσέλιδα τεύχη του Maintenant, τα κείμενα του οποίου υπογράφουν διάφοροι μυστηριώδεις και παντελώς άγνωστοι συγγραφείς, ζωγράφοι και ποιητές, όπως οι Edouard Archinard, W. Cooper, E. Lajeunesse, Robert Miradique, Marie Lowitska που δεν είναι άλλοι από τον ίδιο τον Κραβάν, ο οποίος έκτοτε δεν παύει να μεταμφιέζεται, να καμουφλάρεται, να κρύβεται πίσω από διαφορετικά προσωπεία, να ταξιδεύει ινκόγκνιτο, και να επαίρεται, «Έχω είκοσι χώρες στη μνήμη μου, και κουβαλάω τα χρώματα εκατό πόλεων στην ψυχή μου». Όπως σημειώνει ο επίσης ποιητής και πυγμάχος, αλλά και καθηγητής στο ΜΙΤ, ψαράς αστακών και επίσημος βιογράφος του Κραβάν, Roger L. Conover, ο Κραβάν, τη μια παλιατζής και την άλλη κομψός οικοδεσπότης με άψογο κοστούμι, ενδεχομένως διαβόητος πλαστογράφος με το όνομα Dorian Hope, περιπλανώμενος ναύτης και ξεπεσμένος πρίγκιπας, διαφύλαξε την εσωτερική του αλήθεια με ψέματα.
Το Maintenant, προάγγελος όλων των ντανταϊστικών επιθεωρήσεων αλλά και πρότυπο για τα έντυπα σχεδόν όλων των πρωτοποριακών ρευμάτων του 20ού αιώνα, δεν ήταν σχεδιασμένο για να αρέσει αλλά για να ενοχλεί, να προβοκάρει, να προκαλεί. Ο Κραβάν, με κάποια χρονική διαφορά, προηγείται των ντανταϊστών στη διακήρυξη ότι η Τέχνη είναι νεκρή, ότι σημασία έχει πια όχι η ζωή της τέχνης αλλά η τέχνη της ζωής. «Τέχνη, Τέχνη, Τέχνη», γράφει, «σκοτίστηκα για την Τέχνη, εγώ που ένας σκοπός στο βιολί, ένα ποτήρι αψέντι, κι ένα θηλυκό χαμόγελο αρκεί να ξυπνήσει μέσα μου το πάθος για τη ζωή, εγώ που θα μπορούσα να χαθώ από ηδονή, να πεθάνω από έρωτα για όλες τις γυναίκες, εγώ που θρηνώ όλες τις πόλεις». Το Maintenant ήταν μια βίαιη έκδοση που αδιαφορούσε παντελώς για το fair-play, τονίζει ο Roger L. Conover. Ο Κραβάν το χρησιμοποίησε ως προσωπικό μεγάφωνο για να επιτεθεί σε αυτούς που δεν του είχαν επιτεθεί, για να διαφημίζει τα καφενεία των φίλων του, για να καταστρέφει υπολήψεις, για να διοχετεύει την οργή του στο κοινό, για να διαδίδει την ποίησή του, ή όπως έλεγε ο ίδιος με απαράμιλλη ωμότητα, «Αν γράφω, το κάνω για να εξοργίζω τους συναδέλφους μου, για να μιλάνε για μένα, και για να φτιάξω ένα όνομα. Ναι, ένα γνωστό όνομα σε βοηθάει να πετυχαίνεις με τις γυναίκες και με τις μπίζνες…»
Το 1914, ο Αντρέ Ζιντ απαθανατίζει τον Κραβάν στο περιλάλητο μυθιστόρημά του «Τα Υπόγεια του Βατικανού». Ο θρυλικός Λευκάδιος, μποέμ και απατεώνας, ο ήρωας των «Υπογείων», ήταν βασισμένος στον πυγμάχο και ποιητή Κραβάν, ακόμα ένα καλοκρυμμένο μυστικό στην ιστορία της λογοτεχνίας, ένα μυστικό που εξιχνίασε για πρώτη φορά ο Ζαν Κοκτώ, το 1951, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την έκδοση του βιβλίου του Ζιντ! Επίσης το 1914, ο Κραβάν πιάνει δουλειά ως κονφερανσιέ, σκανδαλίζοντας τόσο τους λογοτεχνικούς κύκλους όσο και το κοινό του. «Πριν μιλήσει», διαβάζουμε σε ένα άρθρο που αναπαράγει και ο Ντεμπόρ στον δεύτερο τόμο του «Πανηγυρικού» του, «έριξε μερικές πιστολιές, και κατόπιν ξεφούρνισε, πότε γελαστός και πότε σοβαρός, φοβερούς παραλογισμούς ενάντια στην τέχνη και στη ζωή. Έπλεξε το εγκώμιο των αθλητών, τους οποίους θεωρεί ανώτερους από τους καλλιτέχνες, των ομοφυλόφιλων, των κλεφτών του Λούβρου, των τρελών, κτλ». Την ίδια χρονιά, τον Αύγουστο, σύμφωνα με ένα υπέροχο ντοκουμέντο που έχει διασωθεί και αναπαραχθεί σε όλα τα πονήματα που καταπιάνονται με τον Κραβάν, διεξήχθη «πρώτη φοράν εν Αθήναις Μέγας Αγών Πυγμαχίας», όπου ο «μπόξερ Καναδός κ. Α. Κραβάν» μάχεται εναντίον του «Έλληνος Ολυμπιονίκου κ. Γεωργίου Καλαφάτη», στο «Θέατρον ΟΛΥΜΠΙΑ, πρώην Αρνιώτη». Επρόκειτο για μια δίγλωσση αφίσα, τυπωμένη από κάποιον Κτενά, η οποία μαρτυρεί το πέρασμα του Κραβάν και από τη χώρα μας, ενώ προηγουμένως είχαν εντοπιστεί κάποια ίχνη του στη Λοζάννη και στην Ισπανία.
Ο ίδιος ο Κραβάν, σε μια συνέντευξή του σε κάποια μεξικανική επιθεώρηση το 1918, διατείνεται ότι είχε αηδιάσει από το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και έτσι είχε αρχίσει το θρυλικό ταξίδι του στην Κεντρική Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταμφιεσμένος πότε σε στρατιώτη και πότε σε… καλλονή πριγκιπικής καταγωγής. Εφοδιασμένος με πλαστά διαβατήρια, θα περάσει από τη Βουδαπέστη στο Βελιγράδι, από το Βουκουρέστι στη Ρωσία, από την Οδησσό στην Κωνσταντινούπολη, μετά στην Αθήνα για την αναμέτρηση με τον Καλαφάτη τον οποίο νίκησε σε τρεις γύρους, κατόπιν θα βρεθεί στο Κάιρο, εν συνεχεία στην Ιταλία, τη Μασσαλία, την Ελβετία, την Πορτογαλία, και την Ισπανία.
Εκεί, στη Βαρκελώνη, ο Κραβάν θα αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο πρωταθλητή Τζακ Τζόνσον, την Κυριακή 23 Απριλίου του 1916, σε ένα ματς οργανωμένο για να διασκεδάσουν οι φίλοι του αθλήματος και να βγάλει κάποια εύκολα (!) χρήματα ο περιπλανώμενος ποιητής και ήδη «λιποτάκτης δεκαεφτά εθνών». Η αναμέτρηση είχε τεράστια απήχηση, όλος ο ισπανικός τύπος κάλυψε το γεγονός, ζωγράφοι φημισμένοι το έχουν απαθανατίσει, η Ιρλανδή συγγραφέας Αντόνια Λονγκ συνέθεσε γύρω από αυτή την αναμέτρηση το μυθιστόρημα «Shadow Box» (που κυκλοφορεί και στα ελληνικά, σε μετάφραση Γιάννη Κατσανάρα από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), ο μέγας Μάιλς Ντέιβις εμπνεύστηκε έτσι το καταπληκτικό του έργο «A Tribute to Jack Johnson», ενώ ο Γκι Ντεμπόρ το παραθέτει στην ύστατη δημιουργία και διαθήκη του, στο τηλεοπτικό κολάζ «Guy Debord, son art et son temps»!
Ίσως είναι το μοναδικό αθλητικό γεγονός που έχει συνδεθεί με την ιστορία της τέχνης, που έχει λάβει μυθικές διαστάσεις στο ανθολόγιο των avant-garde χειρονομιών.
Μετά την Ευρώπη ήρθε η σειρά της Αμερικής να νιώσει το καυτό πέρασμα του Κραβάν, ο οποίος σύμφωνα με τον Ντεμπόρ αποτελεί «το πρωτότυπο των ανθρώπων που πέρασαν στην πιο ραδιενεργό ζώνη του πολιτιστικού χάους και δεν άφησαν πίσω τους ούτε εμπορεύματα ούτε αναμνηστικά». Ο πυγμάχος και ποιητής φτάνει στη Νέα Υόρκη, τον Ιανουάριο του 1917, και μέσα σε μερικούς μήνες προκαλεί πληθώρα σκανδάλων, ερωτεύεται καταιγιστικά την ποιήτρια και εικαστικό Μίνα Λόι, συναντιέται με τους ντανταϊστές Μαρσέλ Ντυσάν και Φρανσίς Πικαμπιά, αναστατώνει και σοκάρει όταν καλεσμένος να δώσει μια διάλεξη στην «Έκθεση των Ανεξάρτητων», προτιμάει να εκτοξεύσει αλλεπάλληλες ύβρεις στο κοινό, αποτελούμενο κυρίως από κυρίες της καλής κοινωνίας, και να αρχίσει να γδύνεται έως ότου καταφτάσουν οι αστυνομικοί για να τον συλλάβουν και να τον κλείσουν στη φυλακή! «Ονειρεύτηκα πως είμαι αρκετά μεγάλος, πελώριος, για να ιδρύσω και να διαμορφώσω μια δημοκρατία από μόνος μου», γράφει ο Κραβάν.
Τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα και ο ανάστατος χαρακτήρας του δεν θα αργήσουν να υποχρεώσουν τον Κραβάν σε μιαν ακόμα φυγή, σε μιαν ακόμα περιπλάνηση στη Βόρειο Αμερική και στον Καναδά. Παράφορα ερωτευμένος με την Λόι, ακάματος αλληλογράφος, της στέλνει ακατάπαυστα πυρωμένες επιστολές όπου φροντίζει να εκφράσει την απέχθειά του για την ποταπότητα των συγκαιρινών του, για τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, θυμίζοντας προδρομικά την καταστατική ρήση του άλλου μεγάλου ερωτικού, του Ανδρέα Εμπειρίκου, «σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια». Τονίζει, σχεδόν ρυθμικά, στην ερωμένη του ότι μία φρίκη είναι η ζωή έτσι όπως την έχουν καταντήσει οι κρατούντες και οι διάκονοι της εθελοδουλίας, επιμένει ότι είναι άνθρωπος των άκρων, διατείνεται ότι θέλει να ζει μονάχα για την αλήθεια. Γράφει γενναιόψυχα, «Ξέρω ότι είσαι ένας άγγελος. Θα κάνω ό,τι θέλεις. Θα πάμε όπου θέλεις. Εξαγνίστηκα. Σκέφτομαι να γίνω άγιος. Μαζί μου θα γνωρίσεις τις πιο γλυκές στιγμές της ζωής σου».
Αίφνης, ο Κραβάν βρίσκεται στο Μεξικό όπου, αυτή τη φορά, παίζει το ρόλο του καθηγητή στη Γυμναστική Ακαδημία. Είχε άλλωστε δηλώσει ότι η μεγαλοφυΐα δεν είναι άλλο εξόν από μια εξαιρετική εκδήλωση του σώματος. Θα καλέσει, με διάπυρες επιστολές, τη Μίνα Λόι στο Μεξικό και δεν θ’ αργήσει να την παντρευτεί. Αμέσως μετά θα πυγμαχήσει με τον Τζιμ Σμιθ, τον λεγόμενο Το Μαύρο Διαμάντι, και θα πέσει νοκάουτ στον δεύτερο γύρο. Πιέζεται να εγκαταλείψει και το Μεξικό και σχεδιάζει μια περιπλάνηση στη Νότιο Αμερική. Στέλνει την Μίνα, η οποία εντωμεταξύ είναι έγκυος στο Μπουένος Άιρες, όπου σκοπεύει να την συναντήσει αργότερα, επιθυμώντας ο ίδιος να ταξιδέψει με ένα μικρό σκάφος. Δεν θα τον ξαναδεί κανείς ποτέ. Λίγους μήνες μετά την εξαφάνισή του θα γεννηθεί, στο Λονδίνο, η θυγατέρα του, η Φαμπιέν Μπενεντίκτ.
Έκτοτε δεκάδες θεωρίες, ενίοτε εξωφρενικές, έχουν διατυπωθεί σχετικά με το τι απέγινε ο Αρθούρος Κραβάν. Το πιθανότερο είναι να πνίγηκε στον Κόλπο του Μεξικού. Πολλοί μιλάνε περί αυτοκτονίας. Άλλοι επέμειναν ότι συνέχισε να ζει με άλλη ταυτότητα. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Κραβάν και ο ανεξιχνίαστος συγγραφέας γουέστερν μυθιστορημάτων με φόντο το Μεξικό, ο θρυλικός B. Traven, που ουδείς γνωρίζει κάτι σχετικά με αυτόν, είναι το ίδιο πρόσωπο. Άλλοι διατείνονται ότι ο Κραβάν δεν είναι άλλος από τον ζωγράφο Edouard Archinard, έργα του οποίου ανακαλύφθηκαν το 1992 και εκτέθηκαν το 2000. Το Archinard πάντως ήταν ένα από τα ψευδώνυμα του Κραβάν στο Maintenant. Σημασία έχει ότι μετά το σύντομο πέρασμα του Κραβάν άλλαξε ριζικά η τέχνη και ο τρόπος με τον οποίο τη δεξιωνόμαστε. Άλλαξε ριζικά η ζωή και οι απαιτήσεις που μπορούμε να έχουμε από τον χώρο και, κυρίως, τον χρόνο. Άλλαξε ριζικά η αντίληψή μας για τη διαλεκτική σώματος και πνεύματος. Ο συνήθως αυστηρός Αντρέ Μπρετόν διαλάλησε με ενθουσιασμό ότι ο βίος του Κραβάν είναι το καλύτερο βαρόμετρο για να μετρήσουμε τον αντίκτυπο της avant-garde. Ο ίδιος ο Κραβάν, βροντερά και κολοσσιαία, αναφώνησε, «Η Δόξα Είναι Ένα Σκάνδαλο»!
ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΟΥΡΟΥ ΚΡΑΒΑΝ
Οι αποκτηνωμένοι βλέπουν το ωραίο μόνο στα ωραία πράγματα.
Κάθε μεγάλος καλλιτέχνης έχει την αίσθηση της πρόκλησης.
Ο άνθρωπος είναι τόσο δυστυχής επειδή χίλιες ψυχές κατοικούν σε ένα και μόνο κορμί.
Οι ιδιοκτήτες είναι τερμίτες.
Οφείλω πάση θυσία να σας χώσω στο κεφάλι την ιδέα ότι η τέχνη είναι για τους αστούς, κι όταν λέω αστούς εννοώ: κυρίους δίχως φαντασία.
Σε λίγο στους δρόμους δεν θα βλέπουμε παρά μόνο καλλιτέχνες και θα τραβάμε των παθών μας τον τάραχο για να ανακαλύψουμε έναν άνθρωπο.
Έζησα σε μιαν εποχή όπου μπορούσα να μεθάω πότε-πότε με τη σκέψη ότι κανείς ίσως δεν ήταν άξιός μου.
Οι στίχοι του Ρεμπώ σφυρίζουν γύρω μου. Οι νόμοι της τέχνης μένουν, οι κανόνες χάνονται.
Είμαι ένας τρελός που σκορπίζει χάδια.
2 σχόλια:
There is no Life or Death,
Only activity
And in the absolute
Is no declivity.
There is no Love or Lust
Only propensity
Who would possess
Is a nonentity.
There is no First or Last
Only equality
And who would rule
Joins the majority.
There is no Space or Time
Only intensity,
And tame things
Have no immensity.
Mina Loy ["untitled", in: I. FUTURISM X FEMINISM: THE CIRCLE SQUARED]
Μπράβο!!!
Λίγοι γνωρίζουμε τον Κραβάν.
Δημοσίευση σχολίου