Πόλεις της Περιπέτειας
Οι δρόμοι είναι ο τόπος διαμονής του συλλογικού
Walter Benjamin
Απρίλης είναι ο μήνας ο γενέθλιος, ο του έαρος μήνας, ο γόνιμος, ο αναστάσιμος, ο πασχαλινός~ αλλά και ο μήνας ο σκληρός. Μ’ όλα όσα γύρω μου μαίνονται, και μαραίνονται, πώς να ησυχάσω, πώς μέσα μου να σωπάσω, την καλπάζουσα του κόσμου την ασχήμια; Ας είναι καλά τα βιβλία, οι φίλοι, ο έρως, η δημιουργικότης (όχι, ντε και καλά, με αυτή τη σειρά). Αλλιώς, θα με/μας δάγκανε αγρίως ο μαύρος ο καιρός.
Πόλεις της Περιπέτειας, δεν μπορούν να είναι οι άθλιες πόλεις που ωθούνε τους κατοίκους τους να καταναλώνουν ένα ελεεινό ανθυποπορνό σε διακόσιες και πλέον χιλιάδες τεμάχια (αν και θα αντέτεινε κανείς ότι δεν είναι ποσοτικό το ζήτημα, ας μου επιτραπεί να θεωρώ πως είναι συντριπτικός ο αριθμός των νοικοκυριών που, σε κατάσταση στέρησης/απόγνωσης/ημιπαραφροσύνης, έσπευσαν να μπάσουν στο σπίτι τους το εν λόγω ανθυποπορνό). Πόλεις της Περιπέτειας δεν μπορούν να είναι οι άθλιες πόλεις, στις οποίες βιβλία σημαίνοντα όπως το μυθιστόρημα Του κόσμου ετούτου (εκδ. Κέδρος), του Κώστα Καβανόζη, τυπώνονται σε μόλις 1000 κομμάτια, και στην παρουσίασή τους, σε θαλπερά και φιλόξενα στέκια των Εξαρχείων, προσέρχονται μερικές δεκάδες συνήθεις λάτρεις του ωραίου, του μεγάλου, του αληθινού. Πόλεις της Περιπέτειας δεν μπορούν να είναι εκείνες που κανακεύουν μια ολοένα πιο τραυλή/τρεκλίζουσα/τριμμένη αριστερά που εξαντλεί τη μαχητική αυστηρότητά της ή, αν θέτε, την αυστηρή μαχητικότητά της (αν και δεν το βλέπω) στο να τα βάζει με τον Σταύρο Πετσόπουλο, τον εκδότη του Jose Carlos Mariategui, του Σάββα Μιχαήλ, του Γιώργου Χατζημιχάλη, και του Tariq Ali, μεταξύ τόσων και τόσων άλλων που φιλοξενούνται και προωθούνται από την Άγρα. Πόλεις της Περιπέτειας δεν μπορούν να είναι εκείνες που γυρίζουν την πλάτη στην ίδια τους την ιστορία, μπαζώνοντάς την με αναλγησία, καθώς και στην ιστορία των κατοίκων τους, συντρίβοντας την αξιοπρέπειά τους, οχλώντας αδιάλειπτα το καλό τους γούστο.
Αντλώντας από τη λογοτεχνία, την αρχιτεκτονική, τα κείμενα, αλλά και από έρευνες, σχεδόν καθημερινές, δικές τους, προσωπικές, οι φίλοι της Ομάδας Κέντρο Απόκεντρο (www.kentroapokentro.gr ) επιχειρούν να βρουν και να εξιχνιάσουν τα μυστικά της μεγαλούπολης, τις κρυφές διόδους, τα ρεύματα, στα υπόγειά της, στα σπλάχνα, στα έγκατά της, θαρρείς ανταλλάσσοντας φράσεις σαν κι εκείνη του Αλέξη Ασλάνογλου, «χτυπάει εντός σου η μηχανική καρδιά της πόλης» (Ωδές στον Πρίγκιπα, εκδ. ύψιλον/βιβλία) ή σκαλίζοντας Αρχεία της Ύπαρξης, σαν αυτά που ανασυνθέτει ο Christian Boltanski. Μια δραστηριότητα πολύ πιο σημαίνουσα από την παραγωγή άνοστων και ανιστόρητων και ανάγωγων (ναι! μάλιστα: ανάγωγων) ευπώλητων, είτε «μυθιστορηματικών» είτε «εικαστικών».
Αηδιασμένοι, μπουχτισμένοι, αλλ’ όχι και πισθάγκωνα δεμένοι (χαίρε, Ανδρέα Εμπειρίκε!), τρεις τέσσερις φίλοι μου κι εγώ (γεια σου, Ιωάννη Παπασπύρου! γεια σου. Ζήση Κοκκινίδη! γεια σου, Ταλιώτη Κωνσταντίνε! γεια σου, Ελεάννα Μαρτίνου!), αντί να πάμε «με τα καράβια», ως ήθελεν ο Νίκος Καββαδίας, πήραμε φώτα και τρίποδα και κάμερες επ’ ώμου, σωρεύσαμε βιβλία γραμμένα για τις πόλεις, και ανεβήκαμε στα στέκια του Γιώργου του Κατσίμπαλη, του Κολοσσού του Μαρουσιού, περιπλανηθήκαμε στους λαβυρίνθους της έμπνευσης και, με καρδιά από φλόγα και μυαλό από πάγο, επιχειρήσαμε να σμίξουμε την εικόνα με τη λέξη, να μπολιάσουμε, με τον τρόπο τον δικό μας, τη ζωγραφική με λέξεις, να κάνουμε σινεμά και θεωρία και λογοτεχνία και μουσική μαζί, να γίνουν ένα, και το ένα αυτό, σε πείσμα των καιρών, να μιλάει περήφανα για ό,τι εξακολουθούμε να αγαπάμε μες στα ερείπια μιας εποχής που δε λέει να τελειώσει πια, για ό,τι μπορεί ακόμη να αποτελέσει υλικό για να δομηθούν Πόλεις της Περιπέτειας, Πόλεις της Ποίησης.
Το βράδυ, στην ταβέρνα, μια από τις παλιές λεβέντικες που έχουν απομείνει, να πίνουμε το κρασάκι μας, και πάλι για τις πόλεις να μιλάμε, πάλι για των πόλεων τους ήχους και τις μυρωδιές να συνθέτουμε ωδές, πάλι των πόλεων το μέλλον να φανταζόμαστε. Το βράδυ, στην ταβέρνα, σελίδες ξανά ν’ ανοίγουμε που με τις πόλεις καταπιάνονται – για δες! Να διαβάζουμε, αίφνης, από το Λονδίνο-Ιστανμπούλ (εκδ. Πόλις), της Κρυστάλλης Γλυνιαδάκη, το ποίημα «Η Αθήνα σου μοσχοβολούσε άνοιξη», και μετά το ποίημα «[Λονδίνο]», και κατόπιν το ποίημα «Νέα Υόρκη»: «Μια μέρα θα χορέψεις για μένα Νέα Υόρκη/ κατακαλόκαιρο στον τσιμεντένιο ήλιο/ με σαγιονάρες θ’ ανεβείς στα συντριβάνια/ να μου χαρίσεις αυτά που χρόνια μού ’χεις τάξει».
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Πλατεία Παπαδιαμάντη, 14/03/2010
3 σχόλια:
Δεν νομίζω ότι φταίνε οι Πόλεις, κ. Μπαμπασάκη.
Όσο για την Άγρα... Ένας άνθρωπος (ή μια εταιρία) μπορεί να είναι φιλόξενος εκδότης και ταυτόχρονα κακός εργοδότης. Δεν αλληλοαναιρουνται ούτε συμψηφίζονται αυτά τα δύο.
Η αριστερά είναι οι άνθρωποί της, πράγμα που μας καθιστά όλους υπεύθυνους. Ομοίως και οι Πόλεις.
Φιλικά
e.r.
""The architect in Woody Allen's Hannah and her Sister drives his two attractive women companions around Manhattan, showing them his favourite buildings in that city. Is he in love? No the city regarding which he acts as a guide has not become tinged with foreignness. Does the city become foreign through the other love stories in the film? No. Has Woody Allen failed here in his depiction of love? Not if his main love in this film is for the city itself. When single, one explores a city, its museums, cafes and bookstores with a future lover in mind as a companion. Having founded her, for a while one takes her to some of these places"
Jalal Toufic "Undying Love or Love Dies" (2002)
Δημοσίευση σχολίου